Για δίδυμα ελλείμματα, λόγω της πανδημίας του κορονοϊού, κάποιο τμήμα των οποίων ωστόσο θα είναι έκτακτο - προσωρινό και δεν θα έχει δομικό - μόνιμο χαρακτήρα, προειδοποιεί σε ανάλυσή της η Eurobank, τονίζοντας ότι η αβεβαιότητα και σε αυτό το πεδίο παραμένει υψηλή.
Όπως σημειώνει, ένα από τα βασικά και άμεσα αποτελέσματα στην ελληνική οικονομία, και όχι μόνο, από την πανδημία του κορονοϊού COVID-19, είναι η δημιουργία ελλειμμάτων στο εξωτερικό και στο δημοσιονομικό ισοζύγιο. Το μεν 1ο οφείλεται κυρίως στην κατακόρυφη συρρίκνωση των τουριστικών εισπράξεων, το δε 2ο προέρχεται από τη μείωση των δημοσιονομικών εσόδων λόγω της ύφεσης και από την ενίσχυση των δημοσιονομικών δαπανών για την αντιμετώπιση της κρίσης (π.x αυτόματοι σταθεροποιητές και οι δαπάνες που ανακοίνωσε η κυβέρνηση για την καταπολέμηση των οικονομικών συνεπειών της πανδημίας).
Το ισοζύγιο αγαθών και υπηρεσιών στην Ελλάδα κατέγραψε μεγάλη ετήσια μείωση της τάξης των 7 δισ. ευρώ το 3ο τρίμηνο 2020. Αναλυτικά, διαμορφώθηκε σε έλλειμμα -1,3 δισ. ευρώ (τρέχουσες τιμές) από πλεόνασμα 5,8 δισ. ευρώ το αντίστοιχο τρίμηνο του προηγούμενου έτους. Για το σύνολο του 9-μηνου Ιανουαρίου-Σεπτεμβρίου 2020 η αντίστοιχη πτώση διαμορφώθηκε στα 9,4 δισ. ευρώ. Ποτέ άλλοτε δεν έχει καταγραφεί τόσο μεγάλη συρρίκνωση του ισοζυγίου αγαθών και υπηρεσιών στην Ελλάδα σε τόσο βραχύ χρονικό διάστημα, σημειώνεται στην ανάλυση.
Το ισοζύγιο αγαθών και υπηρεσιών ισούται με τη διαφορά ανάμεσα στις εισπράξεις (εξαγωγές) και τις πληρωμές (εισαγωγές) που πραγματοποιεί η εγχώρια οικονομία από συναλλαγές με την αλλοδαπή. Στην περίπτωση της ελληνικής οικονομίας, η μεγάλη μείωση του ισοζυγίου αγαθών και υπηρεσιών στο 9-μηνο Ιανουαρίου-Σεπτεμβρίου 2020 πηγάζει κυρίως από τη συνιστώσα των εισπράξεων και συγκεκριμένα των τουριστικών εσόδων.
Σύμφωνα με τη Eurobank, η υψηλή βαρύτητα του τουρισμού στο σύνολο των εξωτερικών συναλλαγών της Ελλάδας και ο μεγάλος βαθμός ευαισθησίας του εν λόγω κλάδου στην πανδημία του κορονοϊού COVID-19 οδήγησαν στο προαναφερθέν αποτέλεσμα. Η συνολική ετήσια μείωση των τουριστικών εισπράξεων στο 9-μηνο Ιανουαρίου-Σεπτεμβρίου 2020 διαμορφώθηκε στα 12,6 δισ. ευρώ ή 78,2%.
Όσον αφορά τις δημοσιονομικές εξελίξεις, τα αποτελέσματα είχαν ως ακολούθως: Σύμφωνα με τα στοιχεία εκτέλεσης του κρατικού προϋπολογισμού (ΚΠ), σε τροποποιημένη ταμειακή βάση, για την περίοδο Ιανουαρίου – Οκτωβρίου 2020, το πρωτογενές αποτέλεσμα διαμορφώθηκε σε έλλειμμα ύψους 9.065 εκατ. ευρώ, έναντι στόχου για πρωτογενές έλλειμμα 9.696 εκατ. ευρώ (που έχει περιληφθεί για το αντίστοιχο διάστημα του 2020 στην εισηγητική έκθεση του Προϋπολογισμού 2021) και πρωτογενούς πλεονάσματος 5.739 εκατ. ευρώ σε σχέση με το αντίστοιχο αποτέλεσμα για την ίδια περίοδο του 2019. Το ισοζύγιο ΚΠ παρουσίασε έλλειμμα ύψους 13.451 εκατ. ευρώ έναντι στόχου για έλλειμμα 14.125 εκατ. ευρώ (ήτοι υψηλότερο έλλειμμα κατά 674 εκατ. ευρώ) και έναντι πλεονάσματος 906 εκατ. ευρώ για το αντίστοιχο διάστημα του 2019.1
Αναλυτικότερα, για την περίοδο Ιανουαρίου – Οκτωβρίου 2020, τα καθαρά έσοδα ΚΠ διαμορφώθηκαν σε 38.411 εκατ. ευρώ, παρουσιάζοντας πολύ μικρή αύξηση σε σχέση με τον στόχο των 38.357 εκατ. ευρώ κατά 53 εκατ. ευρώ (ή κατά 0,1%). Επισημαίνεται ότι όλες οι κύριες κατηγορίες εσόδων κινήθηκαν πολύ κοντά στον στόχο που έχει περιληφθεί στην εισηγητική έκθεση του Προϋπολογισμού 2021. Από την πλευρά των δαπανών, για την περίοδο Ιανουαρίου – Οκτωβρίου 2020, καταγράφηκε συγκράτηση έναντι του στόχου της τάξης των 621 εκατ. ευρώ (τροποποιημένη ταμειακή βάση, 51.862 εκατ. ευρώ σε σύγκριση με τον στόχο των 52.482 εκατ. ευρώ). Η απόκλιση αυτή οφείλεται κατά κύριο λόγο στη μη πλήρη απορρόφηση κατά 304 εκατ. ευρώ των αρχικά προβλεπόμενων κονδυλίων του μέτρου της επιστρεπτέας προκαταβολής (με πληρωμές ύψους 2.064 εκατ. ευρώ έναντι στόχου δεκάμηνου ύψους 2.368 εκατ. ευρώ, εκτός του σκέλους που εκτελείται από το ΠΔΕ).
Την προηγούμενη Παρασκευή κατατέθηκε στη Βουλή η εισηγητική έκθεση του Κρατικού Προϋπολογισμού 2021, παρουσιάζοντας μια σαφώς δυσμενέστερη εικόνα σε σχέση με το Προσχέδιο του Οκτωβρίου, αφενός λόγω της επιβολής νέων περιοριστικών μέτρων (εντός του Νοεμβρίου) για την αντιμετώπιση της πανδημίας και την αναθεώρηση των μακροοικονομικών προβλέψεων προς τα κάτω, και αφετέρου λόγω της λήψης πρόσθετων έκτακτων δημοσιονομικών μέτρων για την προστασία νοικοκυριών και επιχειρήσεων που επιδεινώνουν το δημοσιονομικό αποτέλεσμα. Αναλυτικότερα, η ύφεση για το 2020 εκτιμάται στο 10,5% (έναντι αρχικής εκτίμησης 8,2% στο Προσχέδιο του ΚΠ), ενώ για το 2021 εκτιμάται ανάκαμψη της τάξης του 4,8% (υλοποιείται δηλαδή το δυσμενές σενάριο του Προσχεδίου), λαμβάνοντας υπ’ όψιν όμως και την αξιοποίηση των ευρωπαϊκών κονδυλίων που θα εισρεύσουν εντός του 2021, στο πλαίσιο του Ταμείου Ανάκαμψης και του προγράμματος React EU.
Παράλληλα, αναφέρεται στη μελέτη ότι η πτώση της οικονομικής δραστηριότητας κατά το τρέχον έτος, αλλά και τα μέτρα που έλαβε η ελληνική κυβέρνηση με σκοπό την αντιμετώπιση των επιπτώσεων της πανδημίας, όπως οι αναστολές πληρωμών φορολογικών και ασφαλιστικών υποχρεώσεων, η μείωση της προκαταβολής του φόρου εισοδήματος, αλλά και η παροχή αποζημίωσης ειδικού σκοπού προς τους εργαζόμενους των κλάδων που έχουν πληγεί από την πανδημία, η στήριξη των ανέργων κ.λπ., αναμένεται να έχουν σημαντική επίπτωση και στα δημοσιονομικά μεγέθη της οικονομίας. Για το 2020, εκτιμάται ότι τα καθαρά έσοδα θα είναι μειωμένα κατά 10,2% σε σύγκριση με το στόχο του ΚΠ 2020, ενώ οι αντίστοιχες δαπάνες θα είναι αυξημένες κατά 21,2%. Συνεπώς, το αποτέλεσμα της Γενικής Κυβέρνησης αναμένεται να διαμορφωθεί κοντά στο -9,9% του ΑΕΠ και το πρωτογενές αποτέλεσμα σε όρους ενισχυμένης εποπτείας στο -7,22% του ΑΕΠ (έναντι πρωτογενούς πλεονάσματος 3,58% του ΑΕΠ, βάσει εκτιμήσεων ΚΠ 2020). Αρνητικό δημοσιονομικό αποτέλεσμα αναμένεται και για το 2021, στο - 6,7% του ΑΕΠ, με το πρωτογενές αποτέλεσμα σε όρους ενισχυμένης εποπτείας στο –3,88% του ΑΕΠ.
Τέλος, επισημαίνεται ότι το συνολικό ύψος των μέτρων για την αντιμετώπιση των οικονομικών συνεπειών της πανδημίας αναμένεται να αγγίξει τα 31,4 δισ. ευρώ, εκ των οποίων 23,9 δισ. ευρώ αφορούν το 2020 (με θετική επίδραση 7 ποσοστιαίες μονάδες στο πραγματικό ΑΕΠ) και 7,5 δισ. ευρώ το 2021 (με θετική επίδραση στο πραγματικό ΑΕΠ κατά 2,5%).