Με τεράστια προβλήματα δυσκολίας σύνδεσης στην πλατφόρμα τηλεκπαίδευσης Webex της Cisco συνεχίζεται η τηλεκπαίδευση των παιδιών όλων των βαθμίδων της εκπαίδευσης και το υπουργείο Παιδείας αποδίδει πλέον ευθέως τα σοβαρά προβλήματα που παρουσιάζονται στην ανεπαρκή υποδομή των τηλεπικοινωνιακών δικτύων της χώρας.
Η Αναστασία Γκίκα, γενική γραμματέας Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης, δήλωσε σήμερα (στον ΣΚΑΪ) ότι τα προβλήματα που παρατηρούνται σχετίζονται με τα δίκτυα όλων των παρόχων και την υπερφόρτωσή τους. Σημειώνεται ότι εκατοντάδες χιλιάδες μαθητές συνδέονται ταυτόχρονα με την πλατφόρμα Webex σε δύο χρονικές ζώνες (πρωί τα παιδιά Γυμνασίου και Λυκείου, απόγευμα τα παιδιά Δημοτικού).
Στην εκκίνηση της τηλεκπαίδευσης, την προηγούμενη εβδομάδα, είχαν παρουσιασθεί προβλήματα στην πλατφόρμα της Cisco, που είχαν προκαλέσει «εμφράγματα» στην τηλεκπαίδευση, αλλά πολύ γρήγορα η αμερικανική εταιρεία ανακοίνωσε ότι τα αποκατέστησε.
Όπως αναφέρει το Business Daily πηγή με βαθιά τεχνική γνώση στα θέματα των τηλεπικοινωνιακών δικτύων και μακρά θητεία σε εταιρεία του κλάδου, τα τηλεπικοινωνιακά δίκτυα της χώρας παραμένουν σε σχετικά χαμηλό βαθμό ανάπτυξης, ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά τα δεδομένα και παιρνούν αυτή την περίοδο μια ακραία δοκιμασία:
- Το lockdown έχει αυξήσει σημαντικά την κίνηση στα δίκτυα, καθώς έχει αυξηθεί ο αριθμός των χρηστών που εργάζονται με τηλεργασία ή χρησιμοποιούν τις συνδέσεις τους για ψυχαγωγία και πολλές ακόμη χρήσεις (συναλλαγές με Δημόσιο, τράπεζες, ηλεκτρονικό εμπόριο κ.ο.κ.).
- Σε αυτό το υπόβαθρο της ήδη αυξημένης κίνησης, προστίθεται το εγχείρημα της τηλεκπαίδευσης, που ξεπερνά όλα τα όρια των υποθετικών σεναρίων χρήσης, με βάση τα οποία έχουν συγκροτηθεί τα τηλεπικοινωνιακά δίκτυα. «Ήταν αναμενόμενο ότι τέτοιος φόρτος θα ξεπερνούσε τις αντοχές των δικτύων και θα εμφανίζονταν δυσκολίες σύνδεσης ή αποσυνδέσεις», τονίζει η ίδια πηγή.
- Οι εταιρείες τηλεπικοινωνιών θεωρητικά θα μπορούσαν στο διάστημα που μεσολάβησε από το πρώτο lockdown να έχουν προχωρήσει σε αναβαθμίσεις των δικτύων τους που θα αντιμετώπιζαν αυτά τα προβλήματα, πλήρως ή μερικώς. Όμως, όχι μόνο αυτό θα απαιτούσε μια μεγάλη προσπάθεια με υψηλό κόστος επένδυσης, αλλά θα ήταν ασύμφορο από οικονομική άποψη για τις εταιρείες, αφού δεν θα μπορούσαν γρήγορα, σε κανονικές συνθήκες, να αντλήσουν πρόσθετα έσοδα με βάση αυτές τις επενδύσεις.
Πάντως, όλα τα παραπάνω προβλήματα συνδέονται άμεσα με το γεγονός ότι η Ελλάδα είναι σοβαρά καθυστερημένη στην ανάπτυξη των τηλεπικοινωνιακών της υποδομών, με αποτέλεσμα να βρίσκεται πολύ πίσω στη διεθνή κατάταξη με βάση τις ταχύτητες σύνδεσης των σταθερών δικτύων δεδομένων. Έτσι, οι προσπάθειες για μια ψηφιακή επανάσταση, που επιταχύνονται μετά την πανδημία, υπονομεύονται από το γεγονός ότι τα δίκτυα δεν είναι σε θέση να υποστηρίξουν μετάδοση μεγάλου όγκου δεδομένων σε υψηλές ταχύτητες.
Είναι χαρακτηριστικό ότι, σύμφωνα με στοιχεία του speedtest.net, η Ελλάδα ήταν τον Οκτώβριο 94η χώρα στον κόσμο σε ταχύτητες σύνδεσης μέσω του σταθερού δικτύου, με την ταχύτητα Download να μετριέται σε μόλις 31,89 Mbps, χαμηλότερη ακόμα και από την ταχύτητα σύνδεσης μέσω δικτύου κινητής, που έφθασε τα 41,16 Mbps τον ίδιο μήνα.