Πτώση του τζίρου στην αγορά σχεδόν κατά 5 δισ. ευρώ λόγω συρρίκνωσης της κατανάλωσης, απώλειες δεκάδων χιλιάδων θέσεων εργασίας και αύξηση της ανεργίας, περαιτέρω μείωση του διαθέσιμου εισοδήματος των νοικοκυριών, βαθύτερη ύφεση κατά τουλάχιστον μία ποσοστιαία μονάδα και πλήγμα στα δημοσιονομικά φέρνει το δεύτερο lockdown.
Από την επεξεργασία των στοιχείων της Στατιστικής για τις επιπτώσεις της οικονομικής καραντίνας του περασμένου Μαρτίου αλλά και από τις εκτιμήσεις στελεχών του οικονομικού επιτελείου και οικονομολόγων από προκύπτει ότι από την πανδημία προσβάλλεται σχεδόν όλο το φάσμα της οικονομίας.
Οι επιχειρήσεις
Εκτιμάται ότι οι τρεις εβδομάδες καραντίνας θα προκαλέσουν μείωση του τζίρου στο σύνολο των επιχειρήσεων και όχι μόνο σε εκείνες που κλείνουν με κρατική εντολή της τάξης των 4,950 δις. ευρώ λόγω του «επιδημιολογικού λουκέτου» και της περικοπής των καταναλωτικών δαπανών από τα νοικοκυριά.
Σημειώνεται ότι η εμπειρία του προηγούμενου lockdown με βάση την ανάλυση της ΕΛΣΤΑΤ δείχνει ότι ο κύκλος εργασιών στο σύνολο της οικονομίας στο δεύτερο τρίμηνο σε σύγκριση με το αντίστοιχο διάστημα του 2019 διαμορφώθηκε σε 58,988 δις. ευρώ από 78,800 δις. ευρώ δηλαδή μειώθηκε κατά 19,8 δις. ευρώ η 25,1%. Αυτό σημαίνει ότι το μήνα οι απώλειες κινήθηκαν στα 6,6 δισ. ευρώ, ποσό που με αναγωγή σε τρεις εβδομάδες βγάζει 4,950 δισ. ευρώ. Μόνο για τις επιχειρήσεις που τέθηκαν σε υποχρεωτική αναστολή καταγράφηκε μείωση τζίρου κατά 4,096 δισ. ευρώ ή 55,9% και σε μηνιαία βάση ήταν 1,36 δις. ευρώ.
Το χτύπημα στα ταμεία των επιχειρήσεων προήλθε από τη συρρίκνωση κατά 12,7% της καταναλωτικής δαπάνης των νοικοκυριών η οποία σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ διαμορφώθηκε στα 28,4 δις. ευρώ από 32,5 δισ. ευρώ, πράγμα που σημαίνει ότι υπήρξε μείωση κατά 4,1 δισ. ευρώ στο τρίμηνο η 1,36 δις. ευρώ το μήνα.
Σύμφωνα με ανάλυση του καθηγητή του Τμήματος Οικονομικών Επιστημών του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, Παναγιώτη Πετράκη, επιβολή καραντίνας τύπου Μαρτίου στην Αττική θα πλήξει δραστικά τους τομείς της Παραγωγής Αγαθών και Υπηρεσιών για Ίδια Χρήση, όπου η παραγωγή θα μειωθεί κατά περίπου 82%, τη Διαχείριση Ακίνητης Περιουσίας, όπου θα είχαμε μείωση κατά περίπου 68,5%, αλλά και τις Κατασκευές όπου η παραγωγή θα υποχωρούσε κατά περίπου 64%. Από εκεί και πέρα σε Χονδρικό και Λιανικό Εμπόριο, Επισκευή Μηχανοκίνητων Οχημάτων και Μοτοσυκλετών, Μεταφορά και Αποθήκευση, Δραστηριότητες Υπηρεσιών Παροχής Καταλύματος και Υπηρεσιών Εστίασης η παραγωγή θα υποχωρούσε κατά περίπου 55%, ενώ ο κλάδος Χρηματοπιστωτικές και ασφαλιστικές Δραστηριότητες θα έχουν μια πτώση περίπου 54,5%.
Τα νοικοκυριά
Από το νέο lockdown το διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών αναμένεται έως το τέλος Νοεμβρίου να συμπιεστεί κατά 967,5 εκατ. ευρώ, δηλαδή κατά μέσο όρο το κάθε νοικοκυριό θα χάσει 234 ευρώ. Στην κορύφωση της πρώτης καραντίνας στο δεύτερο τρίμηνο τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ δείχνουν ότι το διαθέσιμο εισόδημα του τομέα των νοικοκυριών και των μη κερδοσκοπικών ιδρυμάτων που εξυπηρετούν νοικοκυριά μειώθηκε κατά 11,8% σε σύγκριση με το αντίστοιχο τρίμηνο του προηγούμενου έτους και από 32,83 δισ. ευρώ έπεσε στα 28,96 δισ. ευρώ, δηλαδή μειώθηκε κατά 3,87 δισ. ευρώ δηλαδή κατά 1,29 δισ. ευρώ το μήνα
Η απασχόληση
Οι οικονομολόγοι υπολογίζουν ότι για κάθε μήνα καθολικού πανελλαδικού lockdown οι άνεργοι αυξάνονται κατά περίπου 15.000 και οι θέσεις εργασίας μειώνονται κατά 50.000, ενώ λόγω «απελπισίας» θα ενισχυθεί το κίνημα αποχώρησης από το εργατικό δυναμικό.
Το Ινστιτούτο Εργασίας της ΓΣΕΕ προβλέπει ότι η ανεργία θα εκτιναχθεί στο τέλος του 2020 στο 21,2% με την υπόθεση ότι το βάθος της ύφεσης δεν θα ξεπεράσει το 9%. Όπως σημειώνει, ιδιαίτερα σημαντικό στοιχείο για το πως θα διαμορφωθεί στο άμεσο μέλλον η εικόνα της αγοράς εργασίας είναι η διόγκωση του οικονομικά μη ενεργού πληθυσμού.
Με την έναρξη του lockdown το δεύτερο 15ήμερο του Μαρτίου και μέχρι τον Ιούνιο παρατηρείται εντυπωσιακή αύξηση του αριθμού των οικονομικά μη ενεργών. Συγκεκριμένα, μεταξύ Μαρτίου και Ιουνίου του 2020 η αύξηση των οικονομικά μη ενεργών ξεπερνούσε σταθερά τις 100.000 άτομα σε σχέση με τους αντίστοιχους μήνες του 2019. Σύμφωνα με την έκθεση, το κόστος απώλειας εργασίας είναι ιδιαίτερα υψηλό στην Ελλάδα, αφού ύστερα από δύο χρόνια ανεργίας ο άνεργος έχει απωλέσει το 47% του εισοδήματός του, πράγμα που κατατάσσει την Ελλάδα στην τρίτη χειρότερη θέση στην Ευρωζώνη.
Το ΑΕΠ
Η νέα οικονομική καραντίνα ενισχύει τα πλήγματα στον παραγωγικό ιστό της χώρας ανεβάζοντας την ύφεση στη περιοχή του 9,2-9,5%, καθώς εκτιμάται ότι η καθαρή συρρίκνωση του ΑΕΠ μετά τα μέτρα στήριξης της κυβέρνησης θα είναι τουλάχιστον μία ποσοστιαία μονάδα. Ήδη το οικονομικό επιτελείο ανεβάζει τον πήχη πάνω από το 8,2% που είναι η πρόβλεψη στο προσχέδιο του προϋπολογισμού.
Επισημαίνεται ότι σύμφωνα με δηλώσεις του υπουργού Οικονομικών Χρ. Σταϊκούρα το κόστος του lockdown διάρκειας ενός μήνα είναι 2,5%-3% του ΑΕΠ, δηλαδή σε απόλυτα ποσά κυμαίνεται από 4,27 δισ. ευρώ έως 5,13 δισ. ευρώ αλλά η ζημιά περιορίζεται αναλογικά με το ύψος του κυβερνητικού χρηματοδοτικού πακέτου. Με βάση τις υποθέσεις αυτές και με δεδομένες τις νέες παρεμβάσεις ύψους 2,9 δισ. ευρώ οι απώλειες στο ΑΕΠ στη καλύτερη των περιπτώσεων θα είναι 1,4 δισ. ευρώ.
Παράλληλα η επιδείνωση της φετινής ύφεσης βάζει φρένο στην ανάκαμψη του 2021 και πλέον στο τραπέζι του οικονομικού επιτελείου μπαίνει το δυσμενές σενάριο για προσγείωση του ρυθμού ανάπτυξης στο 4,5% έναντι του βασικού για 7,5%. Είναι χαρακτηριστικό ότι η Κομισιόν στη φθινοπωρινή της έκθεση, όπου δεν έχουν ληφθεί υπόψη οι επιδράσεις του νέου lockdown, προβλέπει ότι το πραγματικό ΑΕΠ θα μειωθεί κατά 9% το 2020 και να ακολουθήσει ανάκαμψη με ρυθμό 5% το 2021 και 3,5% το 2022.
To έλλειμμα
Το βάθεμα της ύφεσης σε συνδυασμό με το επιπλέον δημοσιονομικό κόστος από την ενεργοποίηση μέτρων στήριξης και το χτύπημα στις εισπράξεις από φόρους και εισφορές οδηγεί σε υψηλότερο έλλειμμα για φέτος αλλά και για το 2021 δυσχαιρένοντας τη προσπάθεια της κυβέρνησης για επαναφορά των δημοσιονομικών σε τροχιά εξυγίανσης.
Όπως αναφέρει η Κομισιόν, σε εκτιμήσεις που έγιναν πριν ακόμη αποφασισθεί το νέο lockdown, «λόγω της κάμψης της οικονομίας και του κόστους των δημοσιονομικών μέτρων που λαμβάνονται για να αντιμετωπιστεί η κρίση, που υπολογίζονται στο 4,1% του ΑΕΠ, το δημοσιονομικό έλλειμμα της Ελλάδας αναμένεται να διαμορφωθεί κοντά στο -7% του ΑΕΠ το 2020 ενώ το πρωτογενές ισοζύγιο που παρακολουθείται στο πλαίσιο της ενισχυμένης εποπτείας προβλέπεται να φτάσει σε έλλειμμα 4,5% του ΑΕΠ το 2020. Η αναμενόμενη σταδιακή οικονομική ανάκαμψη και η λήξη των έκτακτων μέτρων προβλέπεται να μειώσουν ελαφρώς το έλλειμμα της γενικής κυβέρνησης γύρω στο 6,25% του ΑΕΠ το 2021 και αν υποτεθεί πως δεν θα υπάρξει αλλαγή πολιτικής, τότε το έλλειμμα της γενικής κυβέρνησης αναμένεται να μειωθεί περαιτέρω στο 3,5% του ΑΕΠ το 2022».
Η άλλη μεγάλη δημοσιονομική πληγή που ανοίγει η οικονομική καραντίνα είναι το δημόσιο χρέος που σύμφωνα με την Κομισιόν θα σπάσει φέτος το φράγμα του 200% του ΑΕΠ και θα διαμορφωθεί γύρω στο 207% του ΑΕΠ για να μειωθεί γύρω στο 195% το 2022 με τη στήριξη της οικονομικής ανάκαμψης.