Με επιτυχία πέρασε η Ελλάδα τις εξετάσεις από δύο οίκους πιστοληπτικής αξιολόγησης, την κορυφαία αμερικανική S&P και την καναδική DBRS, που επιβεβαίωσαν τη βαθμολογία της χώρας με ανακοινώσεις τους αργά χθες βράδυ, ώρα Ελλάδος, διατηρώντας σταθερή και την προοπτική (outlook), κάτι που σημαίνει ότι περιορίζεται ο κίνδυνος υποβάθμισης στο εγγύς μέλλον.
Ειδικότερα, ο οίκος πιστοληπτικής αξιολόγησης S&P επιβεβαίωσε το αξιόχρεο της Ελλάδας στη βαθμίδα ΒΒ- και τη σταθερή προοπτική του. Σε ανακοίνωσή του, ο οίκος εκτιμά ότι η ελληνική οικονομία θα συρρικνωθεί κατά περίπου 9% φέτος λόγω των αρνητικών συνεπειών της πανδημίας του κορονοϊού για να ανακάμψει το 2021.
Η S&P πιστεύει ότι η κυβέρνηση έχει σημαντικά δημοσιονομικά «μαξιλάρια» που στηρίζουν την πιστοληπτική ικανότητα της Ελλάδας, τα οποία ενισχύθηκαν πρόσφατα από τη συμφωνία του Ιουλίου 2020 για το ευρωπαϊκό Ταμείο Ανάκαμψης. «Η σταθερή προοπτική αντανακλά την άποψή μας ότι τα σημαντικά μαξιλάρια δημοσιονομικής πολιτικής της Ελλάδας αντισταθμίζουν τους κινδύνους για την πιστοληπτική ικανότητά της που προέρχονται από τις δυσμενείς οικονομικές και δημοσιονομικές συνέπειες της πανδημίας», προσθέτει ο οίκος.
Η S&P εκτιμά ότι ένα εμβόλιο ή μία αποτελεσματική θεραπεία για τον κορονοϊό θα είναι ευρέως διαθέσιμα έως τα μέσα του 2021, προσθέτοντας την πρόβλεψή της ότι η ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας το 2021 θα συνοδευτεί από τη σταθερή ενίσχυση της δημοσιονομικής θέσης και τη μείωση του λόγου του χρέους προς το ΑΕΠ έως το 2022 που είναι ο ορίζοντας της ανάλυσής του.
Ο οίκος σημειώνει ότι η χρηματοδοτική θέση της Ελλάδας ενισχύθηκε σημαντικά στη διάρκεια του 2020 λόγω της ένταξης των ελληνικών ομολόγων στο έκτακτο πρόγραμμα αγορών τίτλων από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και της αποδοχής τους ως ενεχύρων από την ΕΚΤ καθώς και λόγω της συμφωνίας για το Ταμείο Ανάκαμψης της ΕΕ, βάσει της οποίας η Ελλάδα αναμένεται να λάβει 32 δισεκ. ευρώ, από τα οποία τα 19,3 δισεκ. ευρώ θα είναι επιχορηγήσεις.
Οι πόροι του Ταμείου Ανάκαμψης θα ενισχύσουν και θα επιταχύνουν την οικονομική ανάκαμψη και, αν χρησιμοποιηθούν αποτελεσματικά, θα λειτουργήσουν ως καταλύτης για περαιτέρω διαρθρωτικές βελτιώσεις της ελληνικής οικονομίας. Πάντως, το αξιόχρεο της Ελλάδας περιορίζεται από το πολύ υψηλό εξωτερικό και δημόσιο χρέος της καθώς και από τη δύσκολη νομισματική μετάδοση, δεδομένων των υψηλών μη εξυπηρετούμενων τραπεζικών δανείων.
DBRS: Κλειδί τα υψηλά διαθέσιμα
Διατήρησε την πιστοληπτική αξιολόγηση της Ελλάδας στη βαθμίδα «BB» ο καναδικός οίκος αξιολόγησης DBRS Morningstar, διατηρώντας παράλληλα σταθερό και το outlook. Όπως αναφέρει ο καναδικός οίκος αξιολόγησης, η επιβεβαίωση της σταθερής τάσης αντανακλά την άποψη πως η Ελλάδα μπήκε στην κρίση που δημιούργησε η πανδημία του κορονοϊού με σημαντικά ταμειακά διαθέσιμα, μετά από μια χρονιά ισχυρής δημοσιονομικής επίδοσης.
Τα ισχυρά ταμειακά διαθέσιμα της χώρας, έδωσαν τη δημοσιονομική ευελιξία στη κυβέρνηση ώστε να διαχειριστεί τις επιπτώσεις της πανδημίας του κορονοϊού και να εφαρμόσει έκτακτα μέτρα στήριξης για να αντιμετωπιστεί το οικονομικό σοκ και να περιοριστούν τα λουκέτα στις επιχειρήσεις. Όμως αυτά τα μέτρα θα οδηγήσουν σε σημαντικά υψηλότερο δείκτη δημοσιονομικού ελλείμματος και δημόσιου χρέους.
Το ξέσπασμα της πανδημίας έχει βαρύ αντίκτυπο στην ελληνική οικονομία, οδηγώντας σε απότομη συρρίκνωση του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος (ΑΕΠ) κατά 15,2% σε ετήσια βάση το δεύτερο τρίμηνο του 2020, μετά από μια ηπιότερη συρρίκνωση 0,5% το πρώτο τρίμηνο.
Η απότομη μείωση του πραγματικού ΑΕΠ οφείλεται στα αυστηρά μέτρα για την πρόληψη της εξάπλωσης του ιού και στην καθυστερημένη επανεκκίνηση της τουριστικής περιόδου. Ο τουριστικός τομέας, ο οποίος συμβάλλει σημαντικά στην οικονομία και την απασχόληση, θα πληγεί σοβαρά φέτος και η ανάκαμψή του θα εξαρτηθεί από την εξέλιξη της πορείας του ιού, σημειώνει η DBRS.
Όπως υπογραμμίζει ο οίκος αξιολόγησης, τα τελευταία χρόνια η Ελλάδα έχει διατηρήσει μια συνετή δημοσιονομική στάση, με αποτέλεσμα να έχουν υπάρξει πέντε χρόνια επίτευξης πρωτογενούς πλεονάσματος, υπερβαίνοντας τους δημοσιονομικούς της στόχους και οδηγώντας σε πρόσθετη ελάφρυνση του χρέους.
Σύμφωνα με την DBRS, παρά το πολύ υψηλό επίπεδο δημόσιου χρέους, η συμπερίληψη των ελληνικών ομολόγων στο Πρόγραμμα Αγορών Έκτακτης Ανάγκης λόγω Πανδημίας (PEPP) της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας διασφαλίζει την ικανότητα της Ελλάδας να έχει πρόσβαση στις αγορές με ιστορικά χαμηλό κόστος χρηματοδότησης.
Επιπλέον, η Ελλάδα αναμένεται να λάβει ένα σημαντικό ποσό επιχορηγήσεων από το Ταμείο Ανάκαμψης της ΕΕ, ίσο με το 8,9% του ΑΕΠ, το οποίο πιθανότατα θα υποστηρίξει την ανάκαμψη και μια πιο βιώσιμη πορεία οικονομικής ανάπτυξης μεσοπρόθεσμα.