Με κεντρική επισήμανση ότι από το προσχέδιο προϋπολογισμού του 2020 λείπουν οι κομβικές αλλαγές που θα προσέδιδαν ισχυρή αναπτυξιακή διάσταση στην οικονομική πολιτική, ο ΣΕΒ ασκεί σκληρή κριτική στο προσχέδιο που κατατέθηκε στη Βουλή, την περασμένη εβδομάδα, αν και αναγνωρίζει ότι η ελληνική οικονομία ενισχύεται με την εφαρμογή ενός νέου μείγματος οικονομικής πολιτικής, με αντιστροφή της υπερφορολόγησης και τη δημιουργία ενός πιο φιλοεπενδυτικού περιβάλλοντος.
Η κριτική των οικονομολόγων του ΣΕΒ, με επικεφαλής τον Μ. Μασουράκη, όπως διατυπώνεται στο εβδομαδιαίο οικονομικό δελτίο εστιάζει σε τέσσερα βασικά σημεία:
- Οι φοροελαφρύνσεις και η άρση γραφειοκρατικών εμποδίων για ιδιωτικές επενδύσεις, αν και αναγκαίες, δεν είναι και από μόνες τους ικανές συνθήκες για την απογείωση της ελληνικής οικονομίας. Στο Προσχέδιο του Προϋπολογισμού του 2020 λείπουν οι κομβικές αλλαγές που θα προσέδιδαν ισχυρή αναπτυξιακή διάσταση.
- Το φορολογικό σύστημα παραμένει δέσμιο παρεμβάσεων στήριξης των στρωμάτων με χαμηλότερα εισοδήματα (φόρος εισοδήματος και περιουσίας), χωρίς μετρήσιμες παρεμβάσεις για την αποτελεσματική επέκταση της φορολογικής βάσης και τη μείωση του μη μισθολογικού κόστους των βαριά φορολογούμενων στελεχών των ελληνικών επιχειρήσεων που φεύγουν στο εξωτερικό.
- Στο σκέλος των καταναλωτικών δαπανών του δημοσίου συνεχίζεται η αυξητική τάση, παρά τις σχεδιαζόμενες παρεμβάσεις για επισκόπηση δαπανών και προϋπολογισμό επιδόσεων και ελέγχου δαπανών, με στόχο ένα πιο αποτελεσματικό και λιγότερο δαπανηρό κράτος.
- Ο Προϋπολογισμός Δημοσίων Επενδύσεων παραμένει υποβαθμισμένος ως αναπτυξιακό εργαλείο.
Όπως αναφέρουν οι οικονομικοί αναλυτές του ΣΕΒ, στο προσχέδιο του Προϋπολογισμού του 2020 προβλέπεται το πρωτογενές πλεόνασμα, σε όρους ενισχυμένης εποπτείας, να διαμορφωθεί σε 3,6% του ΑΕΠ το 2020 από 3,7% το 2019. Έχουν αποφασισθεί φοροελαφρύνσεις (κυρίως η μείωση του εταιρικού συντελεστή από 28% σε 24% και η εισαγωγή συντελεστή 9% στα εισοδήματα μέχρι €10.000 στα φυσικά πρόσωπα), καθώς και μέτρα αύξησης κοινωνικών δαπανών συνολικού ύψους €1,2 δισ., που προτείνεται να υπερκαλυφθούν (αφήνοντας και κάποιο απόθεμα ασφαλείας) με μέτρα διεύρυνσης της φορολογικής βάσης, όπως προώθηση των ηλεκτρονικών συναλλαγών και αύξηση της εισπραξιμότητας των εσόδων από ακίνητη περιουσία, και εξορθολογισμό των δαπανών, περιλαμβανομένης της μετατόπισης επενδυτικών δαπανών στα συγχρηματοδοτούμενα από την ΕΕ έργα.
Ο ΣΕΒ ασκεί κριτική στην ασάφεια του προϋπολογισμού, σημειώνοντας ότι οι επιπτώσεις των μέτρων αυτών δεν ταυτοποιούνται κατά συγκεκριμένη πηγή, αυξάνοντας έτσι τον κίνδυνο αποκλίσεων στην εκτέλεση του προϋπολογισμού.
Για το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων, υπογραμμίζεται ότι δεν έχει προβλεφθεί κάποια αύξηση. «Τίθεται στόχος €6,75 δισ., όσο και ο στόχος που είχε τεθεί για το 2019, και που ήδη υποεκτελείται, με τις δαπάνες να ανέρχονται σε €6,15 δισ.», σημειώνεται χαρακτηριστικά.
Φορολογικά μέτρα σε λάθος κατεύθυνση
Για τα φορολογικά μέτρα ελάφρυνσης νοικοκυριών και επιχειρήσεων, ο ΣΕΒ σημειώνει ότι κινούνται προς τη λάθος κατεύθυνση, καθώς δεν μειώνονται τα βάρη για για μεσαία και υψηλότερα εισοδήματα.
Ειδικότερα, σημειώνεται ότι δεν έχουν ανακοινωθεί μέχρι σήμερα οι κλίμακες του φόρου εισοδήματος φυσικών προσώπων, αν και τα μεγέθη του προϋπολογισμού προβλέπουν μια μείωση κατά €46 εκατ. των σχετικών εσόδων. Στοιχεία που έχουν δει το φως της δημοσιότητας καταγράφουν σχετικά μεγαλύτερες ελαφρύνσεις στα χαμηλότερα εισοδήματα των μισθωτών και συνταξιούχων απ’ ό,τι στους άνω των €20.000 (στελέχη επιχειρήσεων), και πολύ μεγαλύτερες ελαφρύνσεις στους ελεύθερους επαγγελματίες απ’ ό,τι στους μισθωτούς.
Εάν όντως έτσι έχουν οι κλίμακες, τότε οι αλλαγές στη φορολογία των φυσικών προσώπων είναι προς τη λάθος κατεύθυνση, καθώς περιορίζουν την αναπτυξιακή διάσταση των παρεμβάσεων στη φορολογία, τονίζει ο ΣΕΒ και εξηγεί: Πρώτον, δεν δίνονται κίνητρα στα πιο παραγωγικά στελέχη από τη μείωση του μη μισθολογικού κόστους (πέραν της γενικής μείωσης των ασφαλιστικών εισφορών κατά 1 π.μ. από τον Ιούλιο του 2020), και δεύτερον, τίθενται αντικίνητρα στην αναδιάρθρωση του εργατικού δυναμικού υπέρ της μισθωτής εργασίας, που συνδέεται με υψηλότερους ρυθμούς ανάπτυξης παγκοσμίως.
Επίσης, εάν η μείωση του αφορολογήτου περιορίζεται, όπως καταγράφεται σε δημοσιεύματα του τύπου, σε ποσά κάτω των €1.000 ανά προστατευόμενο τέκνο, τότε τα μέτρα προστασίας της οικογένειας είναι κατώτερα των περιστάσεων.
Κίνδυνος αποκλίσεων και νέων μέτρων
Οι αναλυτές του ΣΕΒ προειδοποιούν για τον κίνδυνο να μην επιβεβαιωθούν βασικές προβλέψεις στις οποίες στηρίζεται ο προϋπολογισμός και να υποχρεωθεί η κυβέρνηση να λάβει πρόσθετα, διορθωτικά μέτρα.
Όπως σημειώνεται, ο προϋπολογισμός βασίζεται σε σχετικά στέρεες μακροοικονομικές υποθέσεις (2,8% αύξηση του ΑΕΠ και 1,8% αύξηση της ιδιωτικής κατανάλωσης, καθώς και κοντά σε 15% αύξηση των επενδύσεων). Παρ’ όλα αυτά, οι εκτιμήσεις των παρεμβάσεων βελτίωσης του δημοσιονομικού αποτελέσματος, αν και προς τη σωστή κατεύθυνση, είναι μάλλον επισφαλείς, και ενδεχομένως θα πρέπει να ενισχυθούν με συγκεκριμένα μέτρα, εφόσον δεν αποδώσουν οι παρεμβάσεις για την πάταξη της φοροδιαφυγής ή σημειωθούν αποκλίσεις εάν η οικονομική δραστηριότητα είναι κατώτερη της αναμενόμενης, λόγω της διεθνούς συγκυρίας.