Σε αισθητά πιο απαισιόδοξες εκτιμήσεις για τη φετινή ύφεση οδηγείται το ΙΟΒΕ, μετά την αναθεώρηση προς το χειρότερο των εκτιμήσεων των διεθνών οργανισμών για την πορεία της παγκόσμιας οικονομίας. Ο Παναγιώτης Θωμόπουλος, πρόεδρος του ΙΟΒΕ, και ο καθηγητής Νίκος Βέττας, γενικός διευθυντής του ιδρύματος, τόνισαν σήμερα, παρουσιάζοντας τη νέα έκθεση για την οικονομίας, τη μεγάλη σημασία της αλλαγής του παραγωγικού υποδείγματος της χώρας για να αρχίσει από το 2021 μια δυναμική ανάκαμψη.
Σημειώνοντας την αλλαγή προς το χειρότερο, μεταξύ άλλων, των προβλέψεων του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου για την παγκόσμια οικονομία (αύξηση του ποσοστού της αναμενόμενης συρρίκνωσης του παγκόσμιου ΑΕΠ από 3% σε 4,9%), το ΙΟΒΕ αναθεωρεί τα δύο σενάριά του για την ύφεση του 2020 στην Ελλάδα, με τον κ. Βέττα να υπογραμμίζει ότι, σε κάθε περίπτωση, η αβεβαιότητα είναι πολύ υψηλή και γι' αυτό γίνεται λόγος για σενάρια και όχι για προβλέψεις.
Ειδικότερα:
1. Στο βασικό σενάριο του ΙΟΒΕ, με την παραδοχή δηλαδή ότι δεν θα υπάρξει ένα μεγάλο, δεύτερο κύμα της πανδημίας, αλλά και ότι θα είναι ευεργετική η επίδραση των μέτρων στήριξης που έχει λάβει η κυβέρνηση, το ποσοστό της συρρίκνωσης του ΑΕΠ τοποθετείται στο 7,5%, ενώ η προηγούμενη εκτίμηση ήταν αρκετά ηπιότερη, στο -5%.
2. Στο δεύτερο, κακό σενάριο, με την παραδοχή ότι θα επανέλθει το φθινόπωρο το υγειονομικό πρόβλημα και θα επιδράσει αρνητικά στην οικονομική δραστηριότητα, το ΙΟΒΕ εκτιμά ότι η πτώση του ΑΕΠ θα ξεπεράσει το 10%, έναντι προηγούμενης πρόβλεψης για -9%.
Σχετικά με την επίδραση της κρίσης στην αγορά εργασίας, το ΙΟΒΕ υιοθετεί αρκετά αισιόδοξες προβλέψεις, εκτιμώντας ότι στο βασικό σενάριο η ανεργία θα κρατηθεί κάτω από το 20% και στο χειρότερο σενάριο θα αυξηθεί προς το 21%. Όπως εξήγησε ο κ. Βέττας, το υπουργείο Εργασίας θα προσπαθήσει, με τα μέτρα που ήδη έχει λάβει ή θα λάβει στο μέλλον, να συγκρατήσει την άνοδο της ανεργίας.
Όμως, δεν πρέπει να υπάρχει εφησυχασμός, όπως υπογράμμισε ο γενικός διευθυντής του ΙΟΒΕ, καθώς στη στατιστική καταγραφή της ανεργίας υπάρχει μεγάλος αριθμός εργαζομένων που δηλώνουν ότι δεν ψάχνουν για δουλειά και δεν περιλαμβάνονται στους οικονομικά ενεργούς, αλλά αυτό μπορεί να αλλάξει στην πάροδο του χρόνου.
Όσον αφορά την ανάκαμψη της οικονομίας από το 2021 και τη μελλοντική δημιουργία απασχόλησης, ο κ. Βέττας τόνισε ότι είναι αναγκαίες δύο προϋποθέσεις:
- Να συνεχισθεί η παροχή ρευστότητας στις επιχειρήσεις από το τραπεζικό σύστημα, κάτι που προϋποθέτει ότι δεν θα αυξηθούν απότομα τα «κόκκινα» δάνεια.
- Να κάνει μια στροφή η οικονομική πολιτική προς τη βελτίωση της εξωστρέφειας της παραγωγής, καθώς στην Ελλάδα το σύνολο των εξαγωγών (αγαθά και υπηρεσίες) αντιστοιχούν σε ποσοστό μόλις 36-37% του ΑΕΠ, ενώ σε άλλες συγκρίσιμες οικονομίες το ποσοστό φθάνει το 60-70% του ΑΕΠ. Χρειάζεται μια στροφή της παραγωγής στη μεταποίησης, τις υπηρεσίες τεχνολογίας και άλλους κλάδους με εξωστρέφεια, αλλιώς η ανάκαμψη από το 2021 θα είναι «βασανιστικά αργή», τόνισε χαρακτηριστικά ο κ. Βέττας.
Σχετικά με το μέλλον της απασχόλησης, υπογράμμισε ότι θα πρέπει να ξαναδούμε από πού θα προέλθουν οι νέες θέσεις εργασίας, καθώς οι περισσότεροι τομείς που δημιουργούσαν απασχόληση στην Ελλάδα (Δημόσιο, τουρισμός, οικοδομή, λιανεμπόριο, εστίαση) δέχονται μεγάλες πιέσεις και απαιτείται μια συστηματική στροφή σε νέες δραστηριότητες. «Για δύο - τρία χρόνια δεν θα είναι προφανές από πού θα έλθει η απασχόληση», τόνισε ο κ. Βέττας.