Στις προσπάθειες της Ελλάδας να αναδειχθεί νικήτρια και στον τομέα του τουρισμού, όπως συνέβη με την αντιμετώπιση της πανδημίας, αναφέρεται εκτενές δημοσίευμα του Bloomberg, με αφορμή και τη χθεσινή επίσκεψη του πρωθυπουργού, Κυριάκου Μητσοτάκη, στη Σαντορίνη, όπου ουσιαστικά εδωσε το «σύνθημα» για την επανεκκίνηση της πιο «βαριάς» βιομηχανίας για την ελληνική οικονομία.
Στόχος της Ελλάδας, όπως αναφέρει το αμερικανικό πρακτορείο, είναι να «πουλήσει» την ιδέα ότι είναι ένας ασφαλής προορισμός, καθώς τα κατάφερε πολύ καλύτερα στο θέμα της αντιμετώπισης της πανδημίας, από ανταγωνιστές όπως Ισπανία και Ιταλία.
«Από την 1η Ιουλίου αίρονται οι περιορισμοί στις πτήσεις, με εξαίρεση τους επισκέπτες από ορισμένες χώρες», αναφέρει το πρακτορείο για να προσθέσει, όμως, ότι «καμία άλλη χώρα στην Ευρώπη, με εξαίρεση την Κύπρο, δεν εξαρτάται τόσο από τον τουρισμό όσο η Ελλάδα. Το μεγάλο ερωτηματικό είναι, φυσικά, εάν το «κύμα» των επισκεπτών μπορεί να οδηγήσει σε μία νέα εξάπλωση του κορονοϊού, αν και η χώρα διατηρεί σε ισχύ συγκεκριμένα μέτρα προστασίας και κοινωνικής αποστασιοποίησης».
«Δεν μπορούμε να αναγκάσουμε τους ανθρώπους να ζουν σε γυάλα. Δουλειά μας είναι να περιορίσουμε τον κίνδυνο. Δεν υπάρχει άλλη λύση», τονίζει σε δηλώσεις του ο κ. Γκίκας Μαγκιορκίνης, επίκουρος καθηγητής Κλινικής Ιολογίας της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών, Γκίκας Μαγιορκίνης, ο οποίος είναι επίσης μέλος της Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων του υπουργείου Υγείας.
Το στοίχημα του τουρισμού
Η ελληνική οικονομία, συνεχίζει το Bloomberg, η οποία αναδύθηκε με θετικές προοπτικές μετά από 10 χρόνια κρίσης, βρίσκεται αντιμέτωπη με ένα ακόμη εμπόδιο, καθώς αποτυχία του τουρισμού θα μπορούσε να την αναγκάσει να γυρίσει «στα σκληρά χρόνια της κρίσης».
Παραδοσιακά Βρετανία και Γερμανία είναι οι δύο βασικές τουριστικές αγορές της Ελλάδας. Ενώ το Βερολίνο τα έχει καταφέρει, η Βρετανία είναι από τις χώρες που έχουν δεχθεί το πιο σκληρό υγειονομικό πλήγμα, τόσο σε επίπεδο κρουσμάτων όσο και θανάτων. «Είναι πολύ νωρίς να εξάγουμε συμπεράσματα για το πώς θα κυλήσει η σεζόν, αλλά σαφώς δεν θα είναι όπως στο παρελθόν», παραδέχεται ο κ. Αλέξανδρος Βασιλικός, επικεφαλής του Ξενοδοχειακού Επιµελητηρίου Ελλάδος και προσθέτει «στόχος μας είναι να μην μείνουμε άδειοι για 18 μήνες πριν την έναρξη της τουριστικής σεζόν του 2021. Ετοιμάζουμε τα ξενοδοχεία μας και είμαστε αισιόδοξοι αλλά και υπεύθυνοι».
Όμως τα στοιχεία δεν είναι και τόσο αισιόδοξα, τουλάχιστον εάν συγκριθούν με τα αντίστοιχα δεδομένα του 2019, καθώς πέρυσι τέτοια εποχή υπήρχαν αιτήματα από 100 ταξιδιωτικούς φορείς, ενώ σήμερα φθάνουν μετά βίας τα 12, όπως εξηγεί ο κ. Λύσανδρος Τσιλίδης, πρόεδρος της Ομοσπονδίας Ελληνικών Συνδέσμων Τουριστικών και Ταξιδιωτικών Γραφείων (FedHATTA). «Υπάρχει σταδιακή αύξηση του ενδιαφέροντος αλλά σαφώς με πολύ χαμηλούς ρυθμούς. Ο φόβος του ιού παραμένει και αυτός είναι ο μεγαλύτερος εχθρός. Η ζήτηση θα αυξηθεί μετά το άνοιγμα των ελληνικών αεροδρομίων την 1η Ιουλίου», εκτιμά ο κ. Τσιλίδης.
Η ελληνική επιτυχία
Παράλληλα το Bloomberg αναφέρεται στην επιτυχημένη πορεία της Ελλάδας στο θέμα της αντιμετώπισης της πανδημίας, τονίζοντας ότι μέρος αυτής της επιτυχίας αποδίδεται στον πρωθυπουργό, καθώς «κατανόησε έγκαιρα τους κινδύνους και αντέδρασε σωστά, σε αντίθεση με τη γειτονική Ιταλία», σύμφωνα με τον Φρανσουά Χέϊσμπουργκ, πρώην αξιωματούχο της γαλλικής κυβέρνησης.
«Όταν κάποιος σκέφτονταν την Ελλάδα του έρχονταν στο μυαλό ένα υπερχρεωμένο κράτος. Έπρεπε να κάνουν κάτι για να αλλάξουν αυτήν την εικόνα και τα κατάφεραν. Μάλιστα η δήλωση του κ. Μητσοτάκη «έχουμε βιώσει χειρότερες κρίσεις από αυτήν» ήταν τα κατάλληλα λόγια, την κατάλληλη στιγμή», τονίζει ο Χέϊσμπουργκ.