Αναβρασμός επικρατεί στον εγχώριο ναυπηγικό κλάδο, καθώς, την ώρα που Ελευσίνα και Σκαραμαγκάς ψάχνουν αχτίδα φωτός και το Νεώριο έχει μόλις μπει σε ρότα εξυγίανσης μετά την επένδυση της ONEX, έρχεται η πρόθεση του ΟΛΠ να δημιουργήσει ναυπηγείο στον Πειραιά και η δικαίωσή του από το ΣτΕ.
Όπως ήταν αναμενόμενο αυτή η κίνηση ξεσήκωσε θύελλα αντιδράσεων. Όπως επισημαίνουν οι φορείς της ναυπηγοεπισκευής, η ίδρυση νέου ναυπηγείου στο Πέραμα θα σημάνει τον αφανισμό των μικρομεσαίων επιχειρήσεων του κλάδου με κίνδυνο να οδηγηθούν 20.000 εργαζόμενοι στην ανεργία.
Από την άλλη, ο υπουργός Ναυτιλίας, Γιάννης Πλακιωτάκης, διαβεβαίωσε στην τελευταία συνέντευξη τύπου, ότι ναυπηγείο της Cosco στο Πέραμα δεν πρόκειται να λειτουργήσει.
Η υπόθεση για τη δημιουργία ναυπηγείου από την Cosco στον Πειραιά δείχνει να μην είναι τόσο απλή, παρά τη θετική απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας. Όπως επισημαίνουν παράγοντες της αγοράς, το πρώτο πρόσκομμα είναι ότι απαιτείται βάσει του νόμου απόφαση της Περιφέρειας η οποία δεν μπορεί να επιτρέψει τη συγκεκριμένη δραστηριότηα, καθώς κατατάσσεται στην υψηλή όχληση και σύμφωνα με την νομοθεσία «δεν επιτρέπεται η ίδρυση νέας δραστηριότητας υψηλής όχλησης εντός των ορίων της περιφέρειας Αττικής».
Επιπλέον, η δημιουργία νέου ναυπηγείου και μάλιστα από την Cosco δεν αποτελεί πρόβλημα μόνο για την εγχώρια ναυπηγική βιομηχανία αλλά και για όλη την Ευρώπη, καθώς ο κύριος ανταγωνιστής των ευρωπαϊκών ναυπηγείων είναι τα αντίστοιχα ασιατικά.
Οι αντιδράσεις των ενώσεων των ναυπηγοεπισκευαστών φαίνεται πως έφεραν κάποιο αποτέλεσμα, καθώς, όπως υποστηρίζουν, αντιπροσωπεία τους συναντήθηκε με τον πρόεδρο του Οργανισμού Λιμένος Πειραιώς, Xu Zenggang, ο οποίος τους ανέφερε ότι η διοίκηση δεν σκοπεύει να προχωρήσει στην ίδρυση ναυπηγείου στη Ναυπηγοεπισκευαστική Ζώνη Περάματος και θα τηρήσει πιστά τη σύμβαση παραχώρησης.
Είναι σημαντικό όμως να δούμε ποια είναι η πραγματική συμβολή των ναυπηγείων στην ελληνική οικονομία και τι ώθηση μπορεί να δώσει η αναβίωση της ελληνικής ναυπηγικής και επισκευαστικής βιομηχανίας, κάτι που έχει καταγραφεί σε σχετικές μελέτες όπου, αναφέρεται ότι οι κλάδοι της ναυπήγησης και επισκευής πλοίων και σκαφών ευθύνονταν αθροιστικά πριν τη μεγάλη κρίση (το έτος 2008) για το 2,4% της συνολικής ακαθάριστης προστιθέμενης αξίας της μεταποίησης. Όσον αφορά το μερίδιο των συγκεκριμένων κλάδων στην απασχόληση, αυτό αντιστοιχούσε αθροιστικά στο 2,4% το 2008.
Η ανάπτυξη της ναυπηγοεπισκευαστικής βιομηχανίας μπορεί στο μέλλον να συμβάλει σημαντικά στην εξισορρόπηση του εμπορικού ισοζυγίου, μέσω της κάλυψης μεγαλύτερου τμήματος των αναγκών της ελληνικής ναυτιλίας αλλά και μέσω της αύξησης των εξαγωγών.
Σημαντικές διαστάσεις του ρόλου της ναυπηγικής βιομηχανίας για τη χώρα σχετίζονται με την ανάπτυξη και διάχυση της τεχνολογίας, αλλά και με την ασφάλεια των θαλάσσιων μεταφορών και την άμυνα σε εθνικό επίπεδο. Εξάλλου, τα μεγάλα ναυπηγεία της χώρας έχουν τη δυνατότητα να διευρύνουν σημαντικά την παραγωγική τους δραστηριότητα, η οποία σήμερα περιορίζεται σε σημαντικό βαθμό σε έργα για το Πολεμικό Ναυτικό.
Ειδικότερα, λαμβάνοντας υπ’ όψιν την τεχνογνωσία του ανθρωπίνου δυναμικού του κλάδου, αλλά και τις δραστηριότητες στις οποίες εξειδικεύονται επιτυχώς τα ναυπηγεία των ανεπτυγμένων ευρωπαϊκών χωρών, τα ναυπηγεία της Ελλάδας θα μπορούσαν να προσανατολιστούν προς εργασίες υψηλής προστιθέμενης αξίας, όπως, ενδεικτικά, οι κατασκευές ειδικών κατηγοριών πλοίων και σκαφών (π.χ. Ro-Ro, μέγα-γιοτ), οι σύνθετες εργασίες επισκευής πλοίων της εμπορικής ναυτιλίας (με σημαντικό δυνητικό πελάτη την ελληνόκτητη ναυτιλία), ο ξενοδοχειακός εξοπλισμός επιβατηγών και κρουαζιερόπλοιων και οι κατασκευές και επισκευές πολεμικών πλοίων και υποβρυχίων.