Για «ιστορική μέρα» έκανε λόγο ο υπουργός Εξωτερικών Νίκος Δένδιας στις κοινές δηλώσεις του με τον Ιταλό ομόλογό του Λουίτζι Ντι Μάιο μετά την υπογραφή της συμφωνίας οριοθέτησης θαλάσσιων ζωνών μεταξύ της Ελλάδας και της Ιταλίας.
Όπως είπε ο κ. Δένδιας, η συμφωνία αυτή επιβεβαιώνει το δίκαιο των νησιών σε θαλάσσιες ζώνες, ενώ παράλληλα κατοχυρώνει τα δικαιώματα των Ελλήνων αλιέων. Σε ένα σαφές μήνυμα προς την Άγκυρα, ο κ. Δένδιας τόνισε πως η οριοθέτηση ζωνών «επιτυγχάνεται με έγκυρες συμφωνίες και όχι με ανυπόστατες συμφωνίες, όπως αυτή μεταξύ Τουρκίας - Σάρατζ και σίγουρα όχι με μονομερείς καταθέσεις συντεταγμένων».
Ανέφερε ακόμη πως συζήτησε με τον Ιταλό ΥΠΕΞ για την κλιμάκωση της τουρκικής παραβατικότητας, όπως εκδηλώθηκε και με τη δημοσίευση στην εφημερίδα της Κυβερνήσεως της γειτονικής χώρας αιτήματος της τουρκικής εταιρείας πετρελαίου για γεωτρήσεις στην ελληνική υφαλοκρηπίδα. Οι ενέργειες αυτές αναδεικνύουν περίτρανα τον αποσταθεροποιητικό ρόλο της Τουρκίας, πρόσθεσε, υπογραμμίζοντας ότι η Ελλάδα απαντά μεθοδικά με βάση το διεθνές δίκαιο που ορίζει τις «κόκκινες γραμμές».
Τις ευχαριστίες του στον ελληνικό λαό και την κυβέρνηση για την αλληλεγγύη τους και τη στήριξη στην αντιμετώπιση της πανδημίας εξέφρασε ο Λουίτζι ντι Μάιο, σημειώνοντας πως τις δύο χώρες ενώνουν βαθύτατοι δεσμοί. Εξέφρασε δε την απόλυτη ικανοποίηση για την απόφαση να αρθούν όλοι οι περιορισμοί για την είσοδο των Ιταλών τουριστών έως τα τέλη του μήνα.
Όπως είπε η συνεργασία Αθήνας- Ρώμης είναι στενή και κοινής ωφελείας τόσο σε ζητήματα εξωτερικής πολιτικής (Συρία, Βαλκάνια κτλ) όσο και στην διαπραγμάτευση που βρίσκεται σε εξέλιξη στους κόλπους της Ε.Ε. για την αντιμετώπιση της οικονομικής κρίσης. «Είμαστε ευτυχείς για την απόφαση να αρθούν οι περιορισμοί για τους Ιταλούς στην Ελλάδα» είπε ο Ιταλός υπουργός, ενώ θύμισε ότι ανοίγει και ο ιταλικός τουρισμός στον κόσμο. Υπογράμμισε επίσης ότι θέση της Ρώμης είναι να υπάρχει ενιαία πολιτική και όχι κατακερματισμός στην τουριστική αγορά. «Ξεχωριστές, ad hoc συμφωνίες δεν θα είναι σύννομες» σημείωσε.
Για την κατανομή των ευρωπαϊκών πόρων σημείωσε πως πρέπει να υπάρξει στενή συνεργασία μεταξύ των κρατών- μελών ώστε αυτοί να κατευθυνθούν στις περιοχές που έχουν τη μεγαλύτερη ανάγκη, εκείνες δηλαδή που δέχθηκαν το ισχυρότερο πλήγμα από την πανδημία.
Αναφερόμενος στο μεταναστευτικό ο κ. Ντι Μάιο υπογράμμισε ότι η Ε.Ε. έχει ανάγκη από ένα σύστημα ίσης ευθύνης όλων των κρατών- μελών, προκειμένου όλοι να σηκώσουν στον ίδιο βαθμό το βάρος της διαχείρισης των ροών.
Δεν παρέλειψε να αναφερθεί και στη διαδικασία της διεύρυνσης της Ε.Ε. εκφράζοντας πλήρη στήριξη στις ενταξιακές διαπραγματεύσεις με Βόρεια Μακεδονία και Αλβανία.
Τι προβλέπει η συμφωνία
Η Συμφωνία αυτή, που έχει συναφθεί στη βάση της UNCLOS (οριοθέτηση θαλασσίων ζωνών βάσει διμερών συμφωνιών), επιβεβαιώνει το δικαίωμα των νησιών σε θαλάσσιες ζώνες, καθώς και τη μέση γραμμή της συμφωνίας του 1977 για την οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας μεταξύ Ελλάδας-Ιταλίας ως οριογραμμή της ΑΟΖ Ελλάδας- Ιταλίας. Με τη σημερινή Συμφωνία, η μέση αυτή γραμμή θα ισχύει και για τα υπερκείμενα της υφαλοκρηπίδας ύδατα.
Σήμερα υπογράφηκε επίσης η Κοινή Δήλωση Ελλάδας - Ιταλίας για τους Πόρους της Μεσογείου. Με τη δήλωση αυτή, τα δυο κράτη εκφράζουν την προσήλωσή τους στην ισόρροπη και βιώσιμη διαχείριση των πόρων αυτών και συμφωνούν να διεξαγάγουν διαβουλεύσεις για την εκτίμηση τυχόν επιπτώσεων διαφόρων παραγόντων στις υφιστάμενες πρακτικές των αλιέων των δύο κρατών. (Βιώσιμη διαχείριση).
Υπογράφηκε, τέλος, Κοινή Γνωστοποίηση προς την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, με την οποία τα δύο κράτη ζητούν τη μελλοντική τροποποίηση του κανονισμού περί κοινής αλιευτικής πολιτικής ώστε, όταν η Ελλάδα αποφασίσει να επεκτείνει την αιγιαλίτιδα ζώνη της έως τα 12 ν.μ., να διατηρηθεί η υπάρχουσα αλιευτική δραστηριότητα των Ιταλών αλιέων στην περιοχή μεταξύ 6-12 ν.μ., η οποία σήμερα αποτελεί διεθνή ύδατα. Επισημαίνεται ιδιαίτερα η αυτονόητη σημασία της αναφοράς στην Κοινή Γνωστοποίηση του δικαιώματος επέκτασης παντού της ελληνικής αιγιαλίτιδας ζώνης.
Τα υπάρχοντα δικαιώματα των Ιταλών αλιέων περιγράφονται με σαφήνεια, αλλά πλέον περιοριστικά, τόσο ως προς τον αριθμό των σκαφών, όσο και ως προς τα είδη που μπορούν να αλιεύουν, ενώ εξαιρούνται τα είδη που αλιεύουν οι Έλληνες αλιείς.