Περαιτέρω σημαντική συρρίκνωση της παραγωγής του ελληνικού μεταποιητικού τομέα, καθώς η οικονομία άρχισε να ανοίγει και πάλι μετά τη χαλάρωση των περιοριστικών μέτρων που είχαν ληφθεί λόγω της πανδημίας του κορονοϊού έδειξαν τα τελευταία στοιχεία της έρευνας PMI®.
Η μείωση της παραγωγής ήταν κυρίως αποτέλεσμα της εξασθενημένης ζήτησης, καθώς οι πελάτες εξακολούθησαν να ακυρώνουν και να αναβάλλουν τις νέες παραγγελίες. Η ζήτηση από τους πελάτες του εξωτερικού μειώθηκε επίσης, λόγω των μέτρων περιορισμού που εξακολουθούν να ισχύουν σε βασικές αγορές εξαγωγών.
Ως εκ τούτου, ο αριθμός των εργαζομένων μειώθηκε σημαντικά, καθώς το πλεονάζον εργατικό δυναμικό αυξήθηκε και διατηρήθηκε το κλίμα απαισιοδοξίας.
Σε ό,τι αφορά τις τιμές, η επιβάρυνση κόστους μειώθηκε περαιτέρω λόγω της χαμηλότερης ζήτησης για προμήθειες. Εν τω μεταξύ, οι εταιρείες μείωσαν τις τιμές χρέωσης με έντονο ρυθμό.
Ο εποχικά προσαρμοσμένος Δείκτης Υπευθύνων Προμηθειών της IHS Markit για τον τομέα μεταποίησης στην Ελλάδα (Purchasing Managers’ Index® – PMI®) –ένας σύνθετος δείκτης που έχει σχεδιαστεί για να μετρά την απόδοση της μεταποιητικής οικονομίας– έκλεισε στις 41,1 μονάδες στα μέσα του δεύτερου τριμήνου.
Παρότι υψηλότερη από τις 29,5 μονάδες του Απριλίου, η πρόσφατη τιμή υπέδειξε τη δεύτερη εντονότερη επιδείνωση των λειτουργικών συνθηκών του ελληνικού μεταποιητικού τομέα που έχει καταγραφεί από τον Αύγουστο του 2015.
Η ασθενέστερη, σε γενικές γραμμές, υποχώρηση συνδέθηκε εν μέρει με τη βραδύτερη μείωση της παραγωγής. Παρόλ’ αυτά, ο ρυθμός συρρίκνωσης ήταν μεταξύ των εντονότερων που έχουν καταγραφεί από το απόγειο της κρίσης δημόσιου χρέους το 2015.
Η μείωση συνδέθηκε γενικότερα με τις δυσκολίες επιστροφής στην εργασία και τη συνεχιζόμενη υποχώρηση της ζήτησης των πελατών.
Η ασθενής ζήτηση οδήγησε σε σφοδρή μείωση του όγκου νέων παραγγελιών τον Μάιο. Παρότι ο ρυθμός υποχώρησης εξασθένησε σε σύγκριση με τη μείωση-ρεκόρ του Απριλίου, ήταν ωστόσο μεταξύ των δριμύτερων που έχουν καταγραφεί από τα μέσα του 2015, καθώς οι εταιρείες προσπαθούσαν σκληρά να επαναφέρουν τα επίπεδα πωλήσεων.
Παράλληλα με τις δύσκολες συνθήκες ζήτησης από το εσωτερικό, οι εταιρείες κατέγραψαν περαιτέρω μείωση των νέων παραγγελιών εξαγωγών, λόγω των συνεχιζόμενων περιοριστικών μέτρων σε βασικές αγορές εξαγωγών.
Ως αποτέλεσμα των μειωμένων νέων παραγγελιών, οι Έλληνες παραγωγοί αγαθών κατέγραψαν σημαντική μείωση της απασχόλησης τον Μάιο. Μολονότι ορισμένες εταιρείες ανέφεραν ότι, λόγω της μείωσης των απαιτήσεων παραγωγής, χρησιμοποίησαν τα κυβερνητικά προγράμματα για τη διατήρηση των εργαζομένων τους, πολλές ανέφεραν ότι η ύπαρξη πλεονάζοντος εργατικού δυναμικού οδήγησε σε χαμηλότερα επίπεδα δημιουργίας θέσεων εργασίας.
Συγχρόνως, ο όγκος αδιεκπεραίωτων εργασιών μειώθηκε με δριμύ ρυθμό. Επίσης, το συνεχιζόμενο κλίμα απαισιοδοξίας των κατασκευαστών οδήγησε στη μείωση της απασχόλησης. Οι προσδοκίες σχετικά με τη μακράς διάρκειας ανάκαμψη και τις δυσκολίες πρόσβασης σε πιστώσεις κατά τη διάρκεια της πανδημίας επηρέασαν αρνητικά τα επίπεδα εμπιστοσύνης.
Εν τω μεταξύ, το κόστος εισροών μειώθηκε για δεύτερο συνεχή μήνα τον Μάιο, καθώς η ζήτηση για εισροές περιορίστηκε μετά τη χαμηλότερη εισροή νέων παραγγελιών. Η μείωση ήταν η δριμύτερη που έχει καταγραφεί από τον Φεβρουάριο του 2016 και ήταν, σε γενικές γραμμές, έντονη.
Οι εταιρείες μείωσαν επίσης τις τιμές εκροών με τον δεύτερο ταχύτερο ρυθμό που έχει καταγραφεί σε διάστημα επτά ετών, λόγω των προσπαθειών τους να ενισχύσουν τις πωλήσεις. Τα υλικοτεχνικά προβλήματα που προέκυψαν λόγω της έξαρσης του ιού και οι καθυστερήσεις στα σύνορα είχαν ως αποτέλεσμα την περαιτέρω επιδείνωση της απόδοσης των προμηθευτών.
Εν τω μεταξύ, οι εταιρείες μείωσαν σημαντικά την αγοραστική τους δραστηριότητα, καθώς ορισμένες ανέφεραν ότι περιόρισαν τις αγορές τους στο ελάχιστο δυνατό.
Η Siân Jones, οικονομολόγος στην IHS Markit, η οποία καταρτίζει την έρευνα του ελληνικού Δείκτη Υπευθύνων Προμηθειών PMI, είπε: «Οι επιπτώσεις της εξάπλωσης της επιδημίας COVID-19 και τα συνακόλουθα μέτρα απαγόρευσης της κυκλοφορίας συνέχισαν να επηρεάζουν αρνητικά την απόδοση του ελληνικού μεταποιητικού τομέα τον Μάιο, με περαιτέρω σημαντικές μειώσεις στην παραγωγή και στις νέες παραγγελίες.
Παρότι η οικονομία άρχισε και πάλι να ανοίγει με αργούς ρυθμούς, οι δυσκολίες επιστροφής στην εργασία και η υποτονική ζήτηση έπληξαν το σύνολο των πωλήσεων. Η ζήτηση από το εξωτερικό μειώθηκε σε μεγάλο βαθμό, λόγω των συνεχιζόμενων μέτρων περιορισμού της κυκλοφορίας σε βασικές αγορές εξαγωγών.
Οι φόβοι για μακράς διάρκειας ανάκαμψη και οι δυσκολίες πρόσβασης σε πιστώσεις ήταν οι κύριοι λόγοι της απαισιοδοξίας των κατασκευαστών, καθώς οι προσδοκίες για μειωμένα επίπεδα παραγωγής μέσα στο επόμενο έτος συνέβαλαν εν μέρει και αυτές στη μείωση του αριθμού των εργαζομένων.
Η ύπαρξη πλεονάζοντος εργατικού δυναμικού και η περιορισμένη ροή εισερχόμενων νέων παραγγελιών οδήγησαν σε μία από τις ταχύτερες μειώσεις της απασχόλησης που έχει καταγραφεί από την κρίση δημόσιου χρέους το 2015.
Οι τρέχουσες προβλέψεις μας για τη βιομηχανική παραγωγή υποδεικνύουν σημαντική συρρίκνωση κατά τη διάρκεια του δεύτερου τριμήνου, καθώς αναμένεται ετήσια μείωση της παραγωγής κατά 7,8% μέσα στο 2020. Παρότι η παραγωγή αναμένεται να αυξηθεί προς το τέλος του έτους, η ισχυρή επίδραση του τουρισμού στην ελληνική οικονομία θα διοχετευθεί αναπόφευκτα σε όλους τους τομείς, δεδομένου ότι η εγχώρια ζήτηση παραμένει εξασθενημένη».