Σε σημαντικά χαμηλότερα επίπεδα από τα 10 δισ. ευρώ εκτιμούν ότι θα διαμορφωθούν τα νέα μη εξυπηρετούμενα δάνεια το 2020 οι επιτελείς των συστημικών τραπεζών, αλλά και η Τράπεζα της Ελλάδος, με βάση τα σημερινά δεδομένα.
Στελέχη τραπεζών, σχολιάζοντας στο Business Daily τις εκτιμήσεις που έχουν δει το φως της δημοσιότητας, υπογραμμίζουν ότι είναι πρόωρες και δεν στηρίζονται σε δεδομένα προσθέτοντας ότι όλες οι προβλέψεις για την εγχώρια οικονομία κάνουν λόγο για ισχυρή ανάκαμψη το 2021. Σε ό,τι αφορά τις προκλήσεις της φετινής χρονιάς, τονίζουν ότι η ΕΚΤ έχει παράσχει πολλά εργαλεία και ευελιξίες προκειμένου οι τράπεζες να υποστηρίξουν τις βιώσιμες επιχειρήσεις και να περιοριστούν στο ελάχιστο οι επιπτώσεις στους ισολογισμούς τους.
Οι περισσότεροι αναλυτές και οίκοι έχουν αποφύγει να προχωρήσουν στη διατύπωση αναλυτικών προβλέψεων για την επίδραση της κρίσης στα NPEs των τραπεζών, μεταδίδοντας πληροφορίες και όχι εκτιμήσεις. Τα νούμερα για τα νέα NPEs που θα σχηματιστούν το 2020, τα οποία έχουν δημοσιοποιηθεί ως τώρα κυμαίνονται από 6 έως 15 δισ. ευρώ, με τους περισσότερους να κάνουν λόγο για 10 δισ. ευρώ.
Σύμφωνα με πληροφορίες, η εσωτερική άσκηση που έτρεξε η Τράπεζα της Ελλάδος για την εκτίμηση των επιπτώσεων της νέας ύφεσης που πυροδοτεί η πανδημία στην ποιότητα των χαρτοφυλακίων δανείων των τραπεζών προσδιόρισε το ύψος των νέων μη εξυπηρετούμενων δανείων που θα σχηματιστούν την εφετινή χρονιά στα 6 – 7 δισ. ευρώ, πολύ χαμηλότερα από το επίπεδο των 10 δισ. ευρώ, που συζητά η αγορά.
Στο επίπεδο αυτό, των 6 – 7 δισ. ευρώ, εκτιμούν και οι τράπεζες την αύξηση των NPEs, προβλέποντας ότι το 2021 η εγχώρια οικονομία θα επιστρέψει σε δυναμική ανάκαμψη, ενώ η μεγάλη ρευστότητα που υπάρχει επιτρέπει την στήριξη όλων των βιώσιμων επιχειρήσεων ώστε να ξεπεράσουν την προσωρινή διαταραχή στην ζήτηση.
Γιατί τα «κόκκινα» δάνεια δεν θα κάνουν άλμα
Σύμφωνα με τις τράπεζες, για το 2020 αναμενόταν και πριν την έλευση της πανδημίας να σχηματιστούν νέα «κόκκινα» δάνεια ύψους 4-5 δισ. ευρώ, οπότε η πραγματική επιβάρυνση εξαιτίας της επιδημίας θα είναι περίπου 2 δισ. ευρώ νέα προβληματικά δάνεια. Πρόκειται για επιχειρήσεις που βρίσκονταν σε οριακή κατάσταση και η επιδείνωση των οικονομικών συνθηκών πιθανά θα τις οδηγήσει σε αδιέξοδο.
Όπως εκτιμούν οι τράπεζες, παρά τη μεγάλη μείωση του ΑΕΠ που αναμένεται την εφετινή χρονιά, η επίδραση στα NPEs θα είναι μικρότερη, ενώ το μεγαλύτερο πλήγμα αναμένεται να δεχθεί ο τουρισμός όπου ήδη ορισμένοι μεγάλοι όμιλοι βρίσκονται σε καθεστώς καθυστέρησης. Επιπλέον ένα μεγάλο μέρος της τουριστικής δραστηριότητας αφορά την εστίαση και τα μικρά καταστήματα λιανικής, τομείς όπου οι έκθεση των τραπεζών είναι περιορισμένη. Τέλος ένα σημαντικό κομμάτι του τουρισμού, ειδικά στα νησιά, βρίσκεται εκτός της επίσημης οικονομίας και δεν αντλεί χρηματοδότηση από το τραπεζικό σύστημα.
Τέλος, σημειώνεται ότι η ευελιξία των εποπτικών αρχών δίνει τη δυνατότητα στις ελληνικές τράπεζες να προχωρήσουν σε εφαρμογή των εργαλείων στήριξης των επιχειρήσεων χωρίς να απαιτείται για όσο διαρκούν τα προγράμματα αυτά η εγγραφή νέων μη εξυπηρετούμενων δανείων ή προβλέψεων.
Ηπιότερη η ύφεση – Ανθεκτικός ο τουριστικός τομέας
Στελέχη τραπεζών υπογραμμίζουν στο Business Daily ότι, παρά την άνευ προηγουμένου διαταραχή της παγκόσμιας οικονομίας που προκαλεί η επιδημία, σε ό,τι αφορά τη χώρα μας τα δημοσιονομικά μέτρα στήριξης της οικονομίας που έχουν ήδη εφαρμοστεί και οι νέες πολιτικές που θα εφαρμοστούν σε συγκεκριμένους κλάδους της οικονομίας τους επόμενους μήνες (τουρισμό, μεταφορές κ.α.) καθώς και οι παρεμβάσεις ρευστότητας του Δημοσίου, και η επιδότηση βραχυχρόνιας εργασίας μέσω του Προγράμματος SURE, αναμένεται να αμβλύνουν τις συνέπειες της ύφεσης και να διαφυλάξουν την αγορά από εκτεταμένες απώλειες θέσεων εργασίας.
Επιπλέον, το νέο πτωχευτικό δίκαιο που αναμένεται να ψηφιστεί το επόμενο διάστημα, το οποίο θα καθορίζει τη διαδικασία αναδιάρθρωσης και πτώχευσης για το σύνολο του ιδιωτικού χρέους. αναμένεται να εξορθολογίσει τις διαδικασίες και να τις κάνει ταχύτερες, χτίζοντας μία νέα κουλτούρα εξυπηρέτησης των υποχρεώσεων των δανειοληπτών.
Το προβάδισμα στο άνοιγμα της τουριστικής περιόδου που φαίνεται να έχει αποκτήσει η Ελλάδα λόγω της αποτελεσματικής διαχείρισης της διασποράς της πανδημίας και των λιγότερων κρουσμάτων, μπορεί να την αναδείξει σε προτιμητέο τουριστικό προορισμό για το 2020 και το 2021, δημιουργώντας ελπίδες ότι η ζημιά στον κλάδο θα είναι μικρότερη από τις αρχικές εκτιμήσεις. Επίσης, τονίζουν στελέχη τραπεζών, ο ελληνικός τουριστικός κλάδος έχει καταγράψει θεαματικές επιδόσεις τα τελευταία έτη, με αποτέλεσμα τα θεμελιώδη των εταιρειών του κλάδου να έχουν βελτιωθεί σε σχέση με το 2015 για να απορροφήσουν τους κραδασμούς από την κρίση του κορονοϊού.