Μπροστά σε ένα παράδοξο της οικονομικής πολιτικής βρίσκεται η ελληνική κυβέρνηση, καθώς από τη μια το Δημόσιο «διψάει» για φθηνή ρευστότητα εν μέσω της κρίσης του κορονοϊού, από την άλλη όμως το οικονομικό επιτελείο δεν σπεύδει να δηλώσει ότι θα αντλήσει 10ετές δάνειο δισεκατομμυρίων με σχεδόν μηδενικό επιτόκιο από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας (ESM).
Οι χθεσινές αποφάσεις του Eurogroup μπορούν να θεωρηθούν και ως μια πρώτη νίκη των χωρών του Νότου, μεταξύ των οποίων η Ελλάδα, καθώς προβλέπουν ότι ο ESM θα χορηγήσει πιστωτικές γραμμές για ποσά μέχρι 2% του ΑΕΠ κάθε χώρας (συνολικά έως 240 δισ. ευρώ) για την κάλυψη άμεσων ή έμμεσων υγειονομικών δαπανών με τη διάρκεια των δανείων στα 10 χρόνια και το επιτόκιο δανεισμού πολύ κοντά στο μηδέν (υπολογίζεται σε 0,1%).
Αυτό το «πακέτο» χρηματοδότησης προσφέρεται, όπως ζητούσαν οι χώρες του Νότου, χωρίς να απαιτείται η εφαρμογή προγραμμάτων οικονομικής σταθεροποίησης με εξωτερική επιτήρηση (μνημόνια), αλλά μόνο με την υποβολή στην Κομισιόν των δαπανών που θα χρηματοδοτηθούν και με μια επιτήρηση που απλώς θα επιβεβαιώνει αν αξιοποιήθηκαν οι πόροι σύμφωνα με το σχέδιο που θα υποβάλει κάθε κυβέρνηση.
Για την Ελλάδα, ιδιαίτερα, που έχει το υψηλότερο κόστος δανεισμού στην ευρωζώνη, με την απόδοση των 10ετών ομολόγων στη δευτερογενή αγορά να είναι κοντά στο 2,2%, δηλαδή 22 φορές υψηλότερη από το κόστος δανεισμού από τον ESM, η απόφαση του Eurogroup σημαίνει ότι η χώρα θα μπορούσε να αντλήσει σχεδόν 4 δισ. ευρώ (2% του ΑΕΠ του 2019) και να πάρει μια μεγάλη χρηματοδοτική «ανάσα».
Πολύ προσεκτικός ο Σταϊκούρας
Όμως, ο υπουργός Οικονομικών, Χρήστος Σταϊκούρας, αποφεύγει προς το παρόν να δηλώσει ότι η χώρα θα αξιοποιήσει το νέο χρηματοδοτικό εργαλείο, αν και αναγνωρίζει ότι η απόφαση του Eurogroup είναι «πολύ καλή».
Όπως τόνισε, «το Eurogroup κατέληξε σε μία πολύ καλή συμφωνία για τους όρους και τα χαρακτηριστικά αξιοποίησης, από όσες χώρες αιτηθούν, φθηνών πιστοληπτικών γραμμών του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας, για την αντιμετώπιση της πανδημίας του κορονοϊού. Αυτός ο μηχανισμός στήριξης, σύμφωνα και με τις ελληνικές θέσεις, θα είναι άμεσα διαθέσιμος – με τους ίδιους όρους – σε όλα τα ευρωπαϊκά κράτη-μέλη, προκειμένου να χρηματοδοτηθούν άμεσες και έμμεσες δαπάνες σχετιζόμενες με την υγειονομική κρίση, δεν θα έχει μακροοικονομικές προϋποθέσεις, θα ενσωματώνει απλοποιημένο πλαίσιο παρακολούθησης και θα διαθέτει ευνοϊκούς όρους τιμολόγησης, ενώ θα υπάρχει δυνατότητα υποβολής αιτήματος έως τις 31 Δεκεμβρίου 2022. Εφικτός στόχος είναι αυτό το “δίχτυ ασφαλείας” για όποια κράτη-μέλη το αξιοποιήσουν, να ενεργοποιηθεί από την 1η Ιουνίου».
Δύο είναι οι λόγοι που κάνουν την κυβέρνηση ιδιαίτερα προσεκτική σε σχέση με τη χρήση του νέου χρηματοδοτικού εργαλείου:
- Παρότι δεν υπάρχει πλέον ο φόβος για μια επιβολή νέου μνημονίου, η προσφυγή στον ESM δεν έχει πάψει να συνδέεται με μια… ρετσινιά για τα κράτη που ζητούν βοήθεια, καθώς εκ των πραγμάτων αξιολογούνται από τις αγορές ως πλέον ευάλωτα. Έτσι, η Ελλάδα, που έχει και το μεγαλύτερο δανεισμό στην ευρωζώνη από τον ESM, λόγω των προηγούμενων προγραμμάτων, θα προτιμούσε να κινηθούν πρώτα άλλες χώρες για να ζητήσουν τη νέα πιστωτική γραμμή του ESM, όπως η Ιταλία, πριν υποβληθεί και από την ελληνική πλευρά το σχετικό αίτημα.
- Κάτι ανάλογο ισχύει και σε σχέση με τις κρίσιμες λεπτομέρειες του νέου χρηματοδοτικού προγράμματος. Το Eurogroup έδωσε ένα γενικό ορισμό των αποδεκτών προς χρηματοδότηση δαπανών (άμεσες και έμμεσες υγειονομικές δαπάνες που σχετίζονται με την πανδημία), αλλά το ποιες ακριβώς δαπάνες γίνονται δεκτές για χρηματοδότηση θα καθορισθεί στην πράξη από την Κομισιόν, όταν υποβληθούν οι πρώτες αιτήσεις από κράτη μέλη. Για την Ελλάδα θα ήταν προτιμότερο να προηγηθεί κάποια άλλη χώρα, όπως η Ιταλία που έχει και μεγαλύτερο διπλωματικό βάρος στις Βρυξέλλες, ώστε να είναι ξεκάθαρο ποιες δαπάνες χρηματοδοτούνται, πριν υποβληθεί το ελληνικό αίτημα για πιστωτική γραμμή.
Ακολουθώντας την αμφίθυμη Ιταλία
Με αυτά τα δεδομένα, γίνεται σαφές ότι η κυβέρνηση θα προσπαθήσει να κερδίσει χρόνο, ώστε να υποβάλει εκ του ασφαλούς την αίτηση για την πιστωτική γραμμή, αφού πρώτα θα έχει ξεκαθαρίσει το τοπίο με πρωτοβουλίες της Ιταλίας. Ωστόσο, δεν είναι καν βέβαιο ότι η Ρώμη θα προστρέξει τελικά στον ESM, παρότι με τις ιταλικές πιέσεις διαμορφώθηκαν ευνοϊκοί όροι για το πρόγραμμα Pandemic Crisis Support.
Ο Ιταλός πρωθυπουργός, Τζουζέπε Κόντε, σε δηλώσεις του μετά τη συμφωνία στο Eurogroup στο πρακτορείο ειδήσεων Euractiv, τόνισε ότι παραμένει επιφυλακτικός έναντι του ESM διότι, όπως είπε, πρόκειται για ένα μηχανισμό που έχει σχεδιαστεί για να αντιμετωπίζει διαφορετικές κρίσεις από τη σημερινή και αυτό εξακολουθεί να αντανακλάται στο πλαίσιο κανόνων που τον διέπουν.
Όπως τονίζει ο Κόντε, η επιστολή από τον αντιπρόεδρο Ντομπρόφσκις και τον επίτροπο Τζεντιλόνι ξεκαθαρίζει ότι δεν θα εφαρμοσθεί το πλαίσιο κανόνων επιτήρησης του ESM στο πρόγραμμα για την πανδημία και αυτό είναι θετικό, αλλά η απόφαση της Ιταλίας για προσφυγή στον ESM δεν έχει οριστικοποιηθεί, αφού τελικά θα πρέπει να αποφασίσει το Κοινοβούλιο. Σημειωτέον ότι η κύρια συνιστώσα της κυβέρνησης συνασπισμού, το λαϊκιστικό κόμμα των Πέντε Αστέρων, έχει εκφρασθεί αρνητικά για τη χρήση του ESM σε αυτή την κρίση, ενώ η κυβέρνηση Κόντε παραμένει υπό τη πίεση των σκληρών τοποθετήσεων της ακροδεξιάς Λέγκας του Σαλβίνι.
Η αμφιθυμία της Ρώμης έχει μεγάλη επιρροή και στις αποφάσεις που θα λάβει τελικά η ελληνική κυβέρνηση, που είναι σαφές ότι προτιμά να αποφύγει να γίνει η χώρα που θα βγει μπροστά για να ζητήσει πρώτη την πιστωτική γραμμή του ESM.