Υποχωρεί η καινοτομία στην Ελλάδα, που δεν εκμεταλλεύεται το υψηλού επιπέδου ανθρώπινο δυναμικό που διαθέτει, εξαιτίας του δύσκολου περιβάλλοντος που έχει δημιουργηθεί από θεσμούς και… «παλαιές αντιλήψεις».
Την ίδια στιγμή που η ΕΕ στοχεύει στην ανάπτυξη της καινοτομίας, θέλοντας να αποτελέσει παγκόσμια ηγέτιδα, η Ελλάδα βλέπει την ψαλίδα που τη χωρίζει με τα υπόλοιπα ευρωπαϊκά κράτη να μεγαλώνει, «πυροβολώντας» ουσιαστικά τα πόδια της.
Λιγότερες επιχειρήσεις επενδύουν στην καινοτομία, στοχεύοντας κυρίως στη βελτιστοποίηση των λειτουργιών, αν και τα ποσά που επενδύθηκαν αυξήθηκαν το 2022 σε 3,6 δισ. ευρώ. Ταυτόχρονα η χώρα μας βλέπει να την προσπερνούν, καθώς το κράτος αδυνατεί να δημιουργήσει το κατάλληλο επιχειρηματικό περιβάλλον, ενώ η έρευνα και η καινοτομία που αναπτύσσεται στα πανεπιστήμια δεν συνδέεται με την αγορά.
Είναι χαρακτηριστικό πως στον δείκτη Innovation Index 2024 του Παγκόσμιου Οργανισμού Διανοητικής Ιδιοκτησίας (WIPO), η Ελλάδα βρίσκεται στην 45η θέση ανάμεσα σε 133 χώρες ευρισκόμενη πίσω από χώρες όπως η Τουρκία, η Σλοβενία, η Κύπρος και η Βουλγαρία, ενώ βρίσκεται 28η ανάμεσα σε 39 ευρωπαϊκά κράτη της κατάταξης.
Η χώρα μας φαίνεται να απέχει «έτη φωτός» από τις ευρωπαϊκές χώρες. Στην πρώτη δεκάδα που αποτελείται από Ελβετία, Σουηδία, ΗΠΑ, Σιγκαπούρη, Μεγάλη Βρετανία, Νότια Κορέα, Φινλανδία, Ολλανδία, Γερμανία και Δανία, οι επτά χώρες προέρχονται από την Ευρώπη.
Το ανθρώπινο ταλέντο αποτελεί και το πιο δυνατό εφόδιο της Ελλάδας στην κούρσα της καινοτομίας και είναι αυτό που διατηρεί σε αξιοπρεπή θέση τη χώρα καθώς βρισκόμαστε στην 29η θέση της παγκόσμιας κατάταξης, ενώ στις επενδύσεις σε Έρευνα και Ανάπτυξη η χώρα μας βρίσκεται στην 26η θέση.
Ικανοποιητικές είναι οι επιδόσεις της χώρας και όσον αφορά τις υποδομές (πρόσβαση σε συνδεσιμότητα και υπηρεσίες ICT καθώς και στις ψηφιακές υπηρεσίες του δημοσίου προς τις επιχειρήσεις). Βρίσκεται στην 42η θέση. Στην 40η θέση βρίσκεται στην παραγωγή γνώσης και τεχνολογίας και στην 41η θέση στη δημιουργικότητα.
Ωστόσο το δύσκολο περιβάλλον φέρνει εμπόδια στην ανάπτυξη της καινοτομίας. Ειδικότερα, στην κατηγορία των «Θεσμών» η Ελλάδα βρίσκεται στην 57η θέση με τη χώρα μας να βρίσκεται στην 90η θέση στο επιχειρηματικό περιβάλλον. Πολύ χαμηλά βρίσκεται η χώρα και στον δείκτη «Εξειδίκευση των επιχειρήσεων», καταλαμβάνοντας την 65η θέση εξαιτίας της χαμηλής απορρόφησης της γνώσης, αλλά και της αδυναμίας σύνδεσης της καινοτομίας με την οικονομία, καθώς η Ελλάδα βρίσκεται στην 106η θέση στη συνεργασία των πανεπιστημίων με την αγορά και στην 118η θέση στην ανάπτυξη cluster.
Ακόμα χαμηλότερα βρίσκεται η Ελλάδα στον δείκτη «Εξειδίκευση της αγοράς» που βρίσκεται στην 66η θέση εξαιτίας της μη σταθερής χρηματοδότησης των startups και των μικρομεσαίων καινοτόμων εταιρειών, ενώ βρισκόμαστε στην 70η θέση στις επενδύσεις.
Μείωση των καινοτόμων επιχειρήσεων
Σύμφωνα με στοιχεία της έρευνας του Εθνικού Κέντρου Τεκμηρίωσης & Ηλεκτρονικού Περιεχομένου, την περίοδο 2020-2022, οι καινοτομικά ενεργές επιχειρήσεις στην Ελλάδα αποτελούν το 65,5% του συνόλου των επιχειρήσεων, έχοντας υποχωρήσει από το 72,6% της περιόδου 2018-2020, με τους ερευνητές να επισημαίνουν ότι η μείωση του ποσοστού είναι πανευρωπαϊκό φαινόμενο, σηματοδοτώντας μία γενική τάση.
Οι επιχειρήσεις που εισήγαγαν νέα ή βελτιωμένα προϊόντα ή επιχειρησιακές διαδικασίες αποτελούν το 64,1%. Ειδικότερα, το 46,6% εισήγαγαν νέα ή βελτιωμένα αγαθά ή/και υπηρεσίες στην αγορά τους (καινοτομία προϊόντος), ενώ το 61,6% εισήγαγαν στην επιχείρησή τους νέες ή βελτιωμένες επιχειρησιακές διαδικασίες (καινοτομία επιχειρησιακής διαδικασίας).
Οι δαπάνες για ανάπτυξη της καινοτομίας το 2022 είχε αυξηθεί κατά 22,1% έναντι του 2020, σε 3,6 δισ. ευρώ με το 52% αυτών των δαπανών να αφορά Έρευνα & Ανάπτυξη και το 48% κατευθύνθηκε σε άλλες καινοτομικές δραστηριότητες. Από τους κλάδους που καταγράφουν υψηλά επίπεδα καινοτομίας είναι ο τομέας Πληροφορίας και Επικοινωνιών (ΤΠΕ) με 74,8% στην «Κατασκευή ηλεκτρονικών υπολογιστών, ηλεκτρονικών και οπτικών προϊόντων, κατασκευή ηλεκτρολογικού εξοπλισμού, κατασκευή μηχανημάτων και ειδών εξοπλισμού π.δ.κ.α.» και 71,9% στον τομέα «Ενημέρωση και Επικοινωνία».
Υψηλά ποσοστά καινοτομίας σημειώνει επίσης και ο κλάδος της Μεταποίησης στην «παραγωγή οπτάνθρακα και προϊόντων διύλισης πετρελαίου, παραγωγή χημικών ουσιών και προϊόντων» με 89,7% και στην «παραγωγή βασικών φαρμακευτικών προϊόντων και φαρμακευτικών σκευασμάτων» με 74,5%.
Το 16,3% των επιχειρήσεων στην Ελλάδα ανέπτυξαν εσωτερικά, αγαθά ή υπηρεσίες, που ήταν νέα για τις αντίστοιχες αγορές, αποδεικνύοντας ότι διαθέτουν σημαντικές εσωτερικές ικανότητες καινοτομίας, τις οποίες χρησιμοποιούν για να ανταγωνιστούν στην αγορά με νέα προϊόντα ή ακόμα και δημιουργώντας νέες αγορές.
Το 24,3% των επιχειρήσεων ανέπτυξαν εσωτερικά, νέα για τις ίδιες αγαθά ή υπηρεσίες, τα οποία, όμως, προϋπήρχαν στις αντίστοιχες αγορές, θέλοντας να διατηρήσουν τη θέση τους σε σχέση με τον ανταγωνισμό και να διευρύνουν την γκάμα προϊόντων που προσφέρουν. Την ίδια στιγμή, το 15,6% ανέπτυξαν εσωτερικά, μόνο καινοτομίες επιχειρησιακών διαδικασιών, χωρίς κάποια καινοτομία αγαθών ή υπηρεσιών, στοχεύοντας να γίνουν πιο αποτελεσματικές και πιο ανταγωνιστικές.
Το 7,7% των επιχειρήσεων εισήγαγαν καινοτομίες, είτε σε προϊόντα είτε σε διαδικασίες, τις οποίες, όμως, δεν ανέπτυξαν οι ίδιες. Το 1,4% είχαν μόνο καινοτομικές δραστηριότητες, χωρίς όμως αυτές να έχουν οδηγήσει σε υλοποιημένες καινοτομίες εντός της τριετίας 2020-2022, με την έρευνα να σημειώνει ότι οι επιχειρήσεις αυτές είναι εξοικειωμένες με την ιδέα της καινοτομίας.
Αντιθέτως, το 11,8% των εταιρειών δεν εισήγαγαν κάποια καινοτομία, ούτε είχαν κάποια δραστηριότητα καινοτομίας, ωστόσο είχαν εξετάσει το ενδεχόμενο να καινοτομήσουν, ενώ ακόμα υψηλότερα στο 22,7% είναι το επιχειρήσεων που δεν ασχολήθηκαν με καινοτομικές δραστηριότητες, καθότι δεν έκριναν την καινοτομία απαραίτητη.