Ένα μικρό θαύμα συντελείται αθόρυβα τα τελευταία χρόνια στον κατ' εξοχήν εξωστρεφή κλάδο της ελληνικής οικονομίας, τη μεταποίηση. Με ένα ράλι αύξησης της παραγωγικότητας, η μεταποίηση έχει υπερβεί προ πολλού την παραγωγικότητα που εμφάνιζε πριν τη μεγάλη κρίση. Για τους εργαζομένους, αυτό σημαίνει ότι οι ώρες εργασίας τους έχουν μειωθεί θεαματικά (σχεδόν κατά 25% σε σχέση με το 2009), αλλά λαμβάνουν καλύτερες αμοιβές από τον μέσο όρο στην οικονομία.
Όπως τονίζεται σε ειδική ανάλυση του Γραφείου Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή (ΓΠΚΒ), «η μεταποίηση είναι ο μόνος κλάδος οικονομικής δραστηριότητας της ελληνικής οικονομίας που η παραγωγικότητα της εργασίας έχει επιστρέψει και μάλιστα έχει υπερβεί το επίπεδό της πριν την τριπλή κρίση (οικονομική, χρέους και τραπεζική) που έπληξε τη χώρα μας το 2010».
Ειδικότερα, η παραγωγικό το β' τρίμηνο του 2024 ήταν στη μεταποίηση 43% υψηλότερη σε σχέση με το α' τρίμηνο του 2009, δηλαδή λίγο πριν ξεσπάσει κρίση. Αντίθετα, στο σύνολο της οικονομίας δεν έχει ακόμη επανέλθει στο προ της κρίσης επίπεδο. «Η επίδοση του κλάδου της μεταποίησης οφείλεται τόσο στην αύξηση της ακαθάριστης προστιθέμενης αξίας του προϊόντος όσο και στη μείωση των ωρών εργασίας στο συγκεκριμένο κλάδο», τονίζει το ΓΠΚΒ.
Στη διάρκεια της μεγάλης οικονομικής κρίσης, ήταν δραματική η «βύθιση» της ακαθάριστης προστιθέμενης αξίας (ΑΠΑ) σε όλους του κλάδους, με μοναδική εξαίρεση τη γεωργία. Τη δεκαετία 2009 - 2019, χάθηκε σχεδόν το ένα τέταρτο (24%) της ΑΠΑ. Από αυτό το σημείο άρχισε μια ανάκαμψη, που έφερε την ΑΠΑ κατά 4,9% υψηλότερα, μεταξύ β' τριμήνου 2019 και β' τριμήνου 2024, αλλά παραμένει πολύ μακριά από τα προ κρίσης επίπεδα.
Στη μεταποίηση, όμως, η ανάκαμψη ήταν πολύ πιο δυναμική. Είναι χαρακτηριστικό, όπως τονίζει το ΓΠΚΒ, ότι το β' τρίμηνο του 2024 η ΑΠΑ της μεταποίησης ξεπερνούσε κατά 8,9% το προ κρίσης επίπεδο (α' τρίμηνο του 2009). Με άλλα λόγια, η μεταποίηση όχι μόνο έχει αφήσει πίσω την κρίση, αλλά έχει κερδίσει με το παραπάνω το χαμένο έδαφος σε όρους ακαθάριστης προστιθέμενης αξίας.
Η γεωργία βρίσκεται επίσης πάνω από το επίπεδο του 2009, αλλά, σε αντίθεση με τη μεταποίηση, την περίοδο 2019 - 2024 υπέστη απώλειες ΑΠΑ που ξεπέρασαν το 10%. Διψήφια ποσοστά απωλειών την περίοδο 2019 - 2024 εξακολουθούν να καταγράφουν επτά κλάδοι, με τις κατασκευές να έχουν υποστεί τις σοβαρότερες (57,1%). Σε επίπεδο εθνικής οικονομίας, η απόσταση από το 2009 παραμένει τεράστια (19%), κάτι που επιβεβαιώνει ότι στην πραγματικότητα απέχουμε πολύ ακόμη από την πραγματική υπέρβαση της κρίσης.
Ποιοτικές θέσεις εργασίας
Στη μεταποίηση γίνεται πραγματικότητα αυτό που αποτελεί τον πιο δύσκολο στόχο για τους περισσότερους κλάδους της οικονομίας: να προσφέρουν ποιοτικές θέσεις εργασίας, με λιγότερη δουλειά και καλύτερες αμοιβές. Όπως σημειώνει το ΓΠΚΒ, «ο μεταποιητικός τομέας σημείωσε τη δεύτερη μεγαλύτερη μείωση ωρών εργασίας (μετά από αυτόν των κατασκευών), ίση με 24,2%, δεκαπλάσια από την αντίστοιχη μείωση στο σύνολο της οικονομίας (2,1%).
Γενικά, οι πολλές ώρες εργασίας συνδέονται με χαμηλότερα ωριαία ποσοστά παραγωγικότητας. Οι Έλληνες απασχολούμενοι εργάζονται τις περισσότερες ώρες στην ΕΕ, με τη χώρα να έχει αρκετά χαμηλή ωριαία παραγωγικότητα της εργασίας (9η χαμηλότερη στην ΕΕ και αρκετά χαμηλότερη από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο). Η μείωση των ωρών απασχόλησης στον κλάδο της μεταποίησης σε συνδυασμό με την αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας επιβεβαιώνει την παραπάνω εικόνα».
Η μεγαλύτερη παραγωγικότητα της εργασίας έχει άμεση συνάρτηση με τους μισθούς, καθώς όσο αυξάνεται, τόσο βελτιώνονται και οι αμοιβές.«Ο μέσος μισθός στον κλάδο της μεταποίησης είναι συστηματικά υψηλότερος από τον μέσο μισθό στο σύνολο της οικονομίας. Το γεγονός αυτό παγιώθηκε και μάλιστα ενισχύθηκε από την κρίση του 2010 και μετά», τονίζει το ΓΠΚΒ.
Όπως φαίνεται στο γράφημα, από τα μέσα της δεκαετίας του '90 μέχρι και το 2000 η μεταποίηση πρόσφερε σταθερά υψηλότερους μισθούς από το σύνολο της οικονομίας, ενώ μέχρι το 2009, έτος έναρξης της κρίσης, οι αμοιβές στη μεταποίηση συμπορεύονταν με μικρές διαφοροποίησης από τον μέσο όρο στην οικονομία. Στη διάρκεια της κρίσης, ωστόσο, η μεταποίηση κατέκτησε και διατήρησε σημαντική διαφορά στις αμοιβές από τον μέσο όρο της οικονομίας και σήμερα ο μέσος μισθός στη μεταποίηση ξεπερνά τα 1.600 ευρώ, έναντι περίπου 1.400 ευρώ στο σύνολο της οικονομίας.
Πώς εξηγείται το θαύμα;
Οι εξαιρετικές επιδόσεις του μεταποιητικού τομέα δεν είναι τυχαίες. Πρόκειται για τον πλέον εξωστρεφή κλάδο της οικονομίας, που είναι εκτεθειμένος σε πολύ σκληρό ανταγωνισμό στη διεθνή αγορά, κάτι που σημαίνει ότι οι επιχειρήσεις του κλάδου είναι υποχρεωμένες να κρατούν ψηλά τον πήχη της παραγωγικότητας και της ανταγωνιστικότητας, αλλιώς απειλείται η ίδια η υπόστασή τους.
«Βασική αιτία (σ.σ.: των καλών επιδόσεων της μεταποίησης) είναι ο εξαγωγικός χαρακτήρας του κλάδου, καθώς σε αυτόν ανήκει το 29,3% των εξαγωγικών επιχειρήσεων της χώρας καλύπτοντας το 68,1% των συνολικών εξαγωγών της Ελλάδας», σημειώνει το ΓΠΚΒ. «Οι εξαγωγικές μεταποιητικές επιχειρήσεις έχουν αυξημένη παραγωγικότητα εργασίας λόγω του υψηλότερου ανταγωνισμού που αντιμετωπίζουν στις διεθνείς αγορές προϊόντων. Ο διεθνής ανταγωνισμός δημιουργεί αυξημένα κίνητρα καινοτομίας, και συγκράτησης του κόστους, ενισχύοντας έτσι την παραγωγικότητα», προσθέτει.
Οι επενδύσεις είναι ένας άλλος παράγοντας που έχει ωθήσει ψηλότερα την παραγωγικότητα στη μεταποίηση. «Σύμφωνα με την Τράπεζα της Ελλάδος», σημειώνει το ΓΚΠΒ, «οι επενδύσεις στον κλάδο της μεταποίησης αυξήθηκαν σημαντικά την περίοδο 2021-2022, λόγω των εισροών από το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, οδηγώντας σε αύξηση της προστιθέμενης αξίας του κλάδου κατά 5,5% το 2021 και περαιτέρω 7% το 2022».
Έρευνα της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων (ΕΤΕπ) έδειξε, εξάλλου, ότι το 19% των ελληνικών επιχειρήσεων της μεταποίησης σκοπεύουν να αυξήσουν τις επενδύσεις τους, ποσοστό υψηλότερο από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο (15,0%). Οι ελληνικές επιχειρήσεις επενδύουν σε μηχανήματα και μηχανολογικό εξοπλισμό (60,7%) και σε γη, κτήρια και υποδομές (20,4%), ενώ έχουν και τα πρωτεία στις επενδύσεις έρευνας και ανάπτυξης, καθώς αντιστοιχούν στο 10,8% της ακαθάριστης προστιθέμενης αξίας, έναντι μόλις 3,1% στο σύνολο της οικονομίας (στοιχεία 2021).
Το μοντέλο της μεταποίησης, που συνδυάζει την εξωστρέφεια με την υψηλή παραγωγικότητα δείχνει σε όλους τους κλάδους της οικονομίας τον δρόμο για αυτό που συχνά ονομάζεται «αλλαγή παραγωγικού μοντέλου». Όπως τονίζει το ΓΠΚΒ, «η περαιτέρω ανάλυση του κλάδου της μεταποίησης, και ιδιαιτέρως του επιτυχημένου παραγωγικού μοντέλου που αναδεικνύει τα οφέλη της καινοτομίας και της εξωστρέφειας, μπορεί να προσφέρει χρήσιμα συμπεράσματα και μαθήματα τόσο για τον πρωτογενή τομέα, όσο και για αυτόν των υπηρεσιών, ώστε η χώρα να ενισχύσει και άλλους τομείς που παράγουν υψηλή προστιθέμενη αξία για το σύνολο της ελληνικής οικονομίας».