Ισχυρό ενδιαφέρον έδειξε το Ισραήλ για την ηλεκτρική διασύνδεση της χώρας με την Κύπρο και την Ελλάδα σε συνάντηση που πραγματοποιήθηκε με την διοίκηση του ΑΔΜΗΕ χθες, ωστόσο παραμένει θολό το πολιτικό πεδίο στην Μεγαλόνησο σχετικά με το έργο.
Αναλυτές τονίζουν ότι παραμένει αβέβαιο το αν η κυπριακή κυβέρνηση θα υποστηρίξει το έργο, ένα έργο που θα αλλάξει τους κανόνες της κυπριακής αγοράς που έχει μονοπωλιακό χαρακτήρα, ενώ η ηλεκτρική απομόνωση και η εξάρτηση της χώρας από το πετρέλαιο κρατούν ψηλά τις τιμές ρεύματος.
Στις συναντήσεις που έλαβαν χώρα στη Λευκωσία χθες υπό τον πρόεδρο και διευθύνοντα σύμβουλο του ΑΔΜΗΕ, Μάνο Μανουσάκη, και τον αντιπρόεδρο της εταιρείας Ιωάννη Μάργαρη, επιβεβαιώθηκε το ενδιαφέρον του Ισραήλ για την διασύνδεση Great Sea Interconnector από την πλευρά του γενικού διευθυντή του υπουργείου Ενέργειας, Yossi Dayan και του προέδρου της Ρυθμιστικής Αρχής Ενέργειας του Ισραήλ Amir Shavit.
«Κατά τη διάρκεια της πολύωρης συνάντησης με τα στελέχη των εκπροσώπων των Ισραηλινών Αρχών συζητήθηκε διεξοδικά το χρονοδιάγραμμα υλοποίησης του έργου της διασύνδεσης Κύπρου - Ισραήλ, ενώ συμφωνήθηκε η σύσταση τεχνικών ομάδων προκειμένου να επισπευσθεί η εκπόνηση της μελέτης κόστους- οφέλους (CBA), ώστε αυτή να είναι έτοιμη το προσεχές φθινόπωρο», σημειώνουν πηγές του ΑΔΜΗΕ.
Ακολούθησε τριμερής συνάντηση στο υπουργείο Ενέργειας της Κύπρου με εκπροσώπους των Διαχειριστών και Ρυθμιστών των δύο χωρών όπου εξετάστηκε και το αίτημα της Κύπρου για νέα μελέτη βιωσιμότητας του έργου, προκειμένου να λάβει τελική επενδυτική απόφαση για τη μετοχική της συμμετοχή στο έργο.
Επισημαίνεται ότι δεν συμμετείχε ο υπουργός Ενέργειας της Κύπρου, Γιώργος Παπαναστασίου, ο οποίος πραγματοποιεί ταξίδι στην Ιαπωνία.
Σε δηλώσεις του στο Κυπριακό Πρακτορείο μετά τη συνάντηση, ο κ. Μανουσάκης ανακοίνωσε ότι μέχρι τις αρχές Ιουνίου θα είναι έτοιμη η επικαιροποιημένη μελέτη κόστους – οφέλους που ζήτησε ο υπουργός Οικονομικών Μάκης Κεραυνός για το τμήμα του έργου Κύπρου – Κρήτης και τόνισε πως «θεωρείται απολύτως δεδομένο» για τον ΑΔΜΗΕ ότι τα αποτελέσματα της μελέτης «θα επιβεβαιώσουν τη μεγάλη ωφελιμότητα του έργου για την Κύπρο και θα διευκολύνουν την κυπριακή Κυβέρνηση να λάβει την τελική επενδυτική της απόφαση».
Αναφέρθηκε επίσης σε ενδιαφέρον του κρατικού αμερικανικού ταμείου DFC να συμμετάσχει ως επενδυτής στο όλο έργο, υπογραμμίζοντας ότι το πλέον σημαντικό για τον ΑΔΜΗΕ, πέραν του πότε θα μπει στο έργο η Κυπριακή Δημοκρατία, είναι «η πολιτική στήριξη», κάτι που σημαίνει, όπως είπε, «η άμεση μεταφορά του έργου, από τον προηγούμενο φορέα υλοποίησης σε εμάς, από τη ΡΑΕΚ, προκειμένου να μπορέσουμε να συνεχίσουμε την αναζήτηση μετόχων για το έργο».
Ανέφερε ότι αυτό το κρίσιμο θέμα είναι γνωστό στην κυπριακή κυβέρνηση και ζήτησε όπως επιταχυνθεί αυτή η διαδικασία για να γίνει πιο εύκολο να μπουν περισσότεροι μέτοχοι και είναι κάτι που «θεωρείται ως προαπαιτούμενο για να έχουμε πρόσβαση σε δανειοδότηση».
Αβέβαιη πολιτική βούληση
«Η πολιτική βούληση της κυπριακής κυβέρνησης εξακολουθεί να είναι αβέβαιη καθώς έχει ζητήσει μια ενημερωμένη ανάλυση κόστους-οφέλους», τονίζει στο Business Daily ο Σωτήρης Κυπριανού, αναλυτής ενέργειας με έδρα την Λευκωσία.
«Παρόλα αυτά, πιστεύω ότι τα οφέλη του έργου είναι εμφανή κρίνοντας μόνο από τις διαφορές στις τιμές του ηλεκτρικού ρεύματος στην Ελλάδα και την Κύπρο. Οποιεσδήποτε καθυστερήσεις στο έργο είναι πιθανό να οφείλονται στην αβεβαιότητα γύρω από τη διαδικασία λήψης αποφάσεων της κυπριακής κυβέρνησης, ωστόσο, πιστεύω ότι επίκειται η συμμετοχή της Κύπρου σε ένα τόσο σημαντικό έργο», πρόσθεσε ο ίδιος.
Το συνολικό κόστους του έργου ανέρχεται σε 1,2 δισ. ευρώ και έχει διασφαλιστεί χρηματοδότηση ύψους 657 εκατ. ευρώ από την Ε.Ε. ως ευρωπαϊκό έργο κοινού ενδιαφέροντος (PCI).
Η διασύνδεση, μήκους 1.208 χιλιομέτρων θα διέρχεται από θαλάσσια βάθη έως 3.000 μέτρα και θα είναι η μεγαλύτερη υποθαλάσσια ηλεκτρική διασύνδεση του κόσμου. Θα έχει ικανότητα μεταφοράς 2.000 μεγαβάτ και θα σηματοδοτήσει την άρση της ηλεκτρικής απομόνωσης της Κύπρου.
Σύμφωνα με πρόσφατη έκθεση της Ευρωπαϊκής Στατιστικής Υπηρεσίας, η τιμή του ηλεκτρικού ρεύματος στην Κύπρο είναι 30% πιο υψηλή από τον μέσο όρο της Ευρώπης. Επισημαίνεται, επίσης, ότι τα τελευταία χρόνια η τιμή στην Κύπρο αυξάνεται με ρυθμό τρεις φορές υψηλότερο από τον μέσο όρο της Ευρώπης, που οφείλεται κυρίως στη μεγάλη εξάρτηση της χώρας από το πετρέλαιο και στο χαράτσι των ρύπων.
Χαρακτηριστικό είναι ότι το μερίδιο αγοράς της ΑΗΚ στην παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας ανέρχεται στο 88% και είναι το υψηλότερο ποσοστό συγκέντρωσης στην Ευρώπη.