Σε αύξηση του ορίου απαλλαγής από τον ΦΠΑ των μικρών επιχειρήσεων και των ελευθέρων επαγγελματιών θα προχωρήσει εντός του 2024 η κυβέρνηση, μετά τη γενναία αύξηση του μέγιστου ύψους του τζίρου στην οποία προχώρησε η Κομισιόν.
Με τη νέα Οδηγία της ΕΕ, η οποία πρέπει να ενσωματωθεί στις εθνικές νομοθεσίες των Κρατών - Μελών μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 2024 και να ισχύσει από την 1η/1/2025, προβλέπεται η απαλλαγή από τον ΦΠΑ των μικρών επιτηδευματιών με ετήσιο τζίρο έως και 85.000 ευρώ.
Πρόκειται για το μέγιστο ποσό και εναπόκειται τα κράτη μέλη, να ορίσουν χαμηλότερα το απαλλασσόμενο όριο από τον ΦΠΑ. Στην Ελλάδα το όριο του τζίρου για την απαλλαγή των «μικρών» από τον ΦΠΑ είναι το ποσό των 10.000 ευρώ, το οποίο δεν εξαιρεί παρά ελάχιστο αριθμό επιχειρήσεων και, σύμφωνα με πληροφορίες, θα αυξηθεί προς την περιοχή των 25.000 ευρώ.
Με την εξαίρεση από τον ΦΠΑ μικρών επιχειρήσεων και ελευθέρων επαγγελματιών με μικρό ετήσιο τζίρο, οι φορολογικές αρχές μπορούν να επιδοθούν, σε πιο εξονυχιστικούς ελέγχους σε επιχειρήσεις με μεγαλύτερη οικονομική δραστηριότητα και με περισσότερο φορολογικό ενδιαφέρον.
Σημειώνεται πως βασική αρχή του πλαισίου απαλλαγής είναι πως οι επιχειρήσεις οι οποίες απαλλάσσονται, εάν ο τζίρος τους υπερβεί το όριο, αυτομάτως μεταπηδούν στο κανονικό καθεστώς ΦΠΑ.
Η οδηγία
Ειδικότερα, η Οδηγία (ΕΕ) 2020/285, επιτρέπει στα κράτη-μέλη να καθορίζουν το όριο του ετήσιου κύκλου εργασιών που απαιτείται για την απαλλαγή από τον ΦΠΑ σε επίπεδο που δεν υπερβαίνει το ποσό των 85.000 ευρώ (ή το αντίστοιχο ποσό σε εθνικό νόμισμα).
Η δυνατότητα για τα κράτη μέλη που αποφασίζουν να εφαρμόσουν την εξαίρεση των ΜΜΕ να ορίσουν το όριο τους στο επίπεδο που αντικατοπτρίζει καλύτερα το ιδιαίτερο οικονομικό και νομικό τους πλαίσιο. Η απαλλαγή θα είναι διαθέσιμη σε όλες τις επιλέξιμες επιχειρήσεις της ΕΕ, είτε είναι εγκατεστημένες είτε όχι στο κράτος μέλος όπου πραγματοποιούν παραδόσεις που υπόκεινται σε ΦΠΑ.
Στο σκεπτικό της Οδηγίας αναφέρεται ότι το υφιστάμενο καθεστώς για τις μικρές επιχειρήσεις είναι ήδη ξεπερασμένο, καθώς λειτουργεί με βάση τις αποκλίσεις.
Στις διατάξεις της, η παλαιά οδηγία ΦΠΑ παρέχει τη δυνατότητα απόκλισης από το βασικό όριο απαλλαγής για τις ΜΜΕ των 5.000 ευρώ, θέτοντας ρητά κατώτατα όρια για 19 κράτη μέλη.
Ωστόσο ήδη 14 κράτη μέλη βασίζονται επί του παρόντος σε παρεκκλίσεις από το ισχύον όριο και έχουν ήδη υποβληθεί αρκετά νέα αιτήματα για παρέκκλιση και συγκεκριμένα Κάτω Χώρες και Βέλγιο όριο 25.000 ευρώ, Λουξεμβούργο 35.000 ευρώ, Πολωνία, Λετονία και Εσθονία όριο 40.000 ευρώ, Ουγγαρία όριο 48.000 ευρώ, Λιθουανία όριο 55.000 ευρώ, Κροατία όριο 45.000 ευρώ, Μάλτα όριο 30.000 ευρώ, Σλοβενία όριο 50.000 ευρώ, Τσεχία όριο 85.000 ευρώ, Ρουμανία όριο 85.000 ευρώ και Ιταλία όριο 85.000 ευρώ.
Σύμφωνα με την Οδηγία, τα κράτη μέλη θα πρέπει να μπορούν να καθορίσουν το εθνικό τους όριο απαλλαγής στο ύψος που ανταποκρίνεται καλύτερα στις οικονομικές και πολιτικές τους συνθήκες, με την επιφύλαξη του ανώτατου ορίου που προβλέπεται στην παρούσα οδηγία.
Από την άποψη αυτή, θα πρέπει να διευκρινιστεί ότι, όταν τα κράτη μέλη εφαρμόζουν διαφοροποιημένα όρια για διαφορετικούς επιχειρηματικούς κλάδους, αυτό θα πρέπει να γίνεται βάσει αντικειμενικών κριτηρίων.
Τα κράτη μέλη θα πρέπει να διασφαλίζουν ότι, όταν ένας υποκείμενος στον φόρο πληροί τις προϋποθέσεις που απαιτούνται για να επωφεληθεί από περισσότερα του ενός κλαδικά όρια, μπορεί να χρησιμοποιήσει μόνο ένα από αυτά τα όρια. Θα πρέπει επίσης να διασφαλίζουν ότι τα όριά τους δεν διαφοροποιούνται μεταξύ εγκατεστημένων και μη εγκατεστημένων υποκειμένων στον φόρο.
Τι ισχύει σήμερα στην Ελλάδα
Σήμερα το όριο της απαλλαγής των μικρών επιχειρήσεων και των ελευθέρων επαγγελματιών από τον ΦΠΑ είναι ο τζίρος να μην υπερβαίνει το ποσό των 10.000 ευρώ.
Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 39 του Κώδικα ΦΠΑ (ν.2859/2000), στο ειδικό καθεστώς μικρών επιχειρήσεων, το οποίο είναι προαιρετικό καθεστώς, εντάσσονται οι πραγματικά μικρές επιχειρήσεις οι οποίες δυσκολεύονται να εκπληρώσουν τις υποχρεώσεις του κανονικού καθεστώτος ΦΠΑ.
Με τις διατάξεις του άρθρου 39 του Κώδικα ΦΠΑ (ν.2859/2000), προβλέπεται απαλλαγή από την υποχρέωση υποβολής δήλωσης ΦΠΑ και καταβολής του φόρου αυτού, ανεξάρτητα από την κατηγορία λογιστικών αρχείων (βιβλίων) που τηρούν, όχι μόνο για τους υποκειμένους οι οποίοι κατά το προηγούμενο φορολογικό έτος πραγματοποίησαν παραδόσεις αγαθών και παροχές υπηρεσιών, κατά την έννοια του άρθρου 2 του Κώδικα ΦΠΑ, μέχρι δέκα χιλιάδες (10.000) ευρώ, χωρίς στο ποσό αυτό να περιλαμβάνεται φόρος προστιθέμενης αξίας, αλλά και για τους νέους υποκειμένους οι οποίοι με την υποβολή της δήλωσης έναρξης των εργασιών τους επιθυμούν την ένταξη στο καθεστώς αυτό.
Επισημαίνεται ότι οι υποκείμενοι που εντάσσονται στο ειδικό καθεστώς των μικρών επιχειρήσεων δεν ασκούν δικαίωμα έκπτωσης του ΦΠΑ των εισροών τους, δεν υποβάλλουν δηλώσεις ΦΠΑ και στα λογιστικά αρχεία (στοιχεία) που εκδίδουν υποχρεούνται να αναγράφουν σε αυτά την ένδειξη «χωρίς φόρο προστιθέμενης αξίας - απαλλαγή μικρών επιχειρήσεων άρθρο 39 ν.2859/2000».
Επίσης, επισημαίνονται τα εξής σημαντικά:
- Ως προς τον προσδιορισμό των ορίου των 10.000 ευρώ που αποτελεί το κριτήριο για την υπαγωγή στο ειδικό καθεστώς των μικρών επιχειρήσεων, με σαφήνεια ορίζεται ότι για το προσδιορισμό της αξίας των 10.000 ευρώ δεν λαμβάνονται υπόψη οι μεταβιβάσεις ενσώματων ή άυλων αγαθών επένδυσης, καθώς και οι απαλλασσόμενες πράξεις χωρίς δικαίωμα έκπτωσης
- Προβλέπεται η δυνατότητα υπαγωγής των υποκειμένων στο ειδικό καθεστώς των μικρών επιχειρήσεων από την έναρξη των εργασιών τους
- Η υπέρβαση του ορίου των 10.000 ευρώ εντός του φορολογικού έτους καθιστά υποχρεωτική τη μετάταξη των υποκειμένων στο κανονικό καθεστώς ΦΠΑ εντός του φορολογικού έτους.