Με το εμπορικό παιχνίδι της αναμονής βρίσκονται αντιμέτωποι οι ελαιοπαραγωγοί, οι συνεταιρισμοί και τα μεγάλα ελαιοτριβεία, που διαθέτουν μεγάλες ποσότητες ελαιολάδου. Όλοι σχεδόν οι πελάτες τους, οι ξένοι, οι εξαγωγείς, αλλά και τυποποιητικές εταιρείες που δραστηριοποιούνται στην εσωτερική αγορά, αρνούνται να «παρακολουθήσουν» τις υψηλές τιμές στις οποίες πωλούν οι προαναφερόμενοι κάτοχοι του προϊόντος.
Αυτό το ιδιότυπο μπρα ντε φερ μεταξύ των δύο πλευρών αποσκοπεί από την πλευρά των αγοραστών οι τιμές παραγωγού να πέσουν στα 8 ευρώ το κιλό κι από την άλλη πλευρά, των παραγωγών, οι τιμές να κινηθούν άνω των 9 ευρώ το κιλό. Έτσι προς το παρόν η αγορά επί της ουσίας έχει «παγώσει». Διακινούνται περιορισμένης κλίμακας ποσότητες κυρίως προς τις τυποποιητικής εταιρείες που καλύπτουν τις ανάγκες της εσωτερικής αγοράς. Το βασικό πρόβλημα συνίσταται στο γεγονός ότι η διεθνής αγοράς, με τις αναστατώσεις που έχουν προκληθεί και τον περιορισμό της αγοραστικής δύναμης των καταναλωτών, δεν μπορεί να απορροφήσει τις υψηλές τιμές παραγωγού.
Οι αλυσίδες των σούπερ μάρκετ στην Ευρώπη σ΄αυτό το περιβάλλον δεν είναι διατεθειμένες να στηρίξουν τόσο υψηλές τιμές στο ελαιόλαδο. Αναλυτικότερα, σύμφωνα με πληροφορίες του BD, οι Ιταλοί αγοραστές «έχουν κάνει πίσω» και δεν αγοράζουν την τελευταία περίοδο, αρνούμενοι να πληρώσουν πάνω από 9 ευρώ το κιλό. Μαζί με τους Ιταλούς εμπόρους - ατύπως φυσικά – έχουν συνταχθεί και οι ελληνικές εξαγωγικές εταιρείες. Και τούτο διότι δεν μπορούν να «περάσουν» στα διεθνή κανάλια διανομής τις υψηλές τιμές. Και φαίνεται πως στην προκειμένη περίπτωση –και δεδομένης της κατάστασης που επικρατεί στην ευρωπαϊκή παραγωγή του ελαιολάδου– έχουν την κατανόηση και τη στήριξη των ξένων εταίρων τους.
Συγκεκριμένα φαίνεται πως υφίσταται ο κίνδυνος της διατάραξης των σχέσεων με τους ξένους συνεργάτες τους και ως εκ τούτου η απώλεια της αγοράς. Έτσι, οι μόνες εταιρείες, οι οποίες αγοράζουν και κυρίως «περιφερειακά», δηλαδή όχι από τους μεγάλους προμηθευτές (συνεταιρισμούς κλπ) είναι οι τυποποιητές που απευθύνονται αποκλειστικά στην εσωτερική αγορά. Όπου βεβαίως η κατανάλωση έχει περιοριστεί δραματικά, με την αναβίωση του τενεκέ!
Πάντως στη διάρκεια του 2023 το ελαιόλαδο κατέλαβε την πρώτη θέση – εκτός των πετρελαιοειδών φυσικά – μεταξύ των εξαγώγιμων προϊόντων, σπάζοντας ρεκόρ πωλήσεων. Πέρυσι, η αξία των εξαγωγών της κατηγορίας «λίπη – έλαια», που αφορά κατά κύριο λόγο το ελαιόλαδο, ανήλθε στα 1,436 δισ. ευρώ, σημειώνοντας αύξηση κατά 37,1%!