Οι διακηρύξεις του χθεσινού Eurogroup για μεγάλες ενέσεις δημοσιονομικής στήριξης και παροχής ρευστότητας στην οικονομία της Ευρώπης, που κινείται ολοταχώς προς την ύφεση, μπορεί εκ πρώτης όψεως να φαίνονται εντυπωσιακές, αλλά μια προσεκτικότερη ματιά φανερώνει ότι άλλη μια φορά οι υπουργοί Οικονομικών πέρασαν κάτω από τον πήχη των προσδοκιών όσων περίμεναν μια πραγματικά αποφασιστική απάντηση σε μια πρωτοφανή πρόκληση.
Στην πραγματικότητα, οι υπουργοί δεν κόμισαν κάτι νέο στο τραπέζι με τα εργαλεία διαχείρισης της κρίσης, παρότι έχουν πλέον ενσωματώσει στις προβλέψεις τους την εκτίμηση για πέρασμα της οικονομίας στην ύφεση, για πρώτη φορά από τη μεγάλη κρίση του 2008 - 2009.
Τα δημοσιονομικά μέτρα που παρουσιάσθηκαν και αθροίζονται σε ένα δημοσιονομικό κόστος περίπου 1% του ΑΕΠ της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπως και τα μέτρα για την ενίσχυση της ρευστότητας, που δίνουν ένα άθροισμα 10% του ΑΕΠ, μπορεί να δίνουν μεγάλα συνολικά ποσά, 180 δισ. και 1,8 τρισ. ευρώ, αντίστοιχα, όμως στη συντριπτική τους πλειονότητα ήταν μέτρα ήδη γνωστά από τις ανακοινώσεις των εθνικών κυβερνήσεων ή της Κομισιόν.
Αυτό που περίμεναν όσοι θεωρούν ότι το Eurogroup οφείλει να αποδείξει πως έχει την, κατά τον πρόεδρό του, Μάριο Σεντένο, «ισχυρή απάντηση» στις προκλήσεις της σημερινής κρίσης ήταν να ληφθούν πολιτικές αποφάσεις και να αξιοποιηθούν οικονομικά εργαλεία με πραγματικά μεγάλη εμβέλεια. Μόνο έτσι το Eurogroup θα έδειχνε ότι έχει πάρει τα μαθήματά του από τη διαχείριση της προηγούμενης κρίσης στην ευρωζώνη και πλέον κινείται μπροστά από τις εξελίξεις και όχι σαν ουραγός.
Δύο ήταν οι κινήσεις που θα μπορούσε να κάνει το Eurogroup για να πείσει ότι αίρεται στο ύψος των περιστάσεων:
- Να ενεργοποιήσει σε συλλογικό επίπεδο (για όλες τις χώρες μέλη) τη ρήτρα που απενεργοποιεί τους δημοσιονομικούς κανόνες του Συμφώνου Σταθερότητας, ώστε ειδικά φέτος να απελευθερωθεί η δημοσιονομική πολιτική των κρατών για την αντιμετώπιση των εξαιρετικών περιστάσεων που δημιουργεί η πανδημία.
- Να αξιοποιήσει τον... γίγαντα των 400 δισ. ευρώ, τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας. Το ευρωπαϊκό ταμείο που έχει ιδρυθεί για τη διάσωση (με αυστηρούς όρους) οικονομιών της ευρωζώνης που αντιμετωπίζουν οικονομικές κρίσεις, θα μπορούσε να περιλάβει στην αποστολή του τη χρηματοδότηση των κρατών που χρειάζονται φθηνά δάνεια για να αντιμετωπίσουν μια κρίση όπως η σημερινή. Ο ΕΜΣ είναι και ο μοναδικός θεσμός του ευρωπαϊκού οικοδομήματος εκτός του κοινοτικού προϋπολογισμού, που έχει τεράστια «δύναμη πυρός» και μπορεί να πείσει τις αγορές ότι η ευρωζώνη είναι σε θέση να «κάνει ό,τι χρειασθεί» (για να θυμηθούμε τον Ντράγκι) για να προστατεύσει τα μέλη της και τη συνοχή της σε ακραίες συνθήκες.
Δυστυχώς, φαίνεται ότι γι' αυτά τα δύο σημαντικά θέματα της χθεσινής ατζέντας του Eurogroup δεν ελήφθησαν τολμηρές αποφάσεις, καθώς τις μπλόκαραν και στις δύο περιπτώσεις οι «σκληροί» της δημοσιονομικής πειθαρχίας (Γερμανία και λοιπές δυνάμεις).
Η απενεργοποίηση των δημοσιονομικών κανόνων δεν έγινε γενικός κανόνας, αλλά θα παρέχεται κατά περίπτωση ευελιξία σε κάθε χώρα, ενώ για την αξιοποίηση του ΕΜΣ το μόνο που έγινε ήταν να ζητηθεί από τον Κλάους Ρέγκλινγκ, επικεφαλής του Μηχανισμού, να καταθέσει σχετικές προτάσεις για να συζητηθούν στο προσεχές μέλλον. Αισιοδοξία για κάποια σοβαρή πρωτοβουλία γρήγορα δεν υπάρχει, αφού ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών, Όλαφ Σολτς, χαρακτήρισε «πρόωρη» αυτή τη συζήτηση και, σε κάθε περίπτωση, οι αποφάσεις θα πρέπει να περάσουν από τις Συμπληγάδες του γερμανικού Κοινοβουλίου.
Έτσι, το Eurogroup βρέθηκε άλλη μια φορά να παίζει το ρόλο του ουραγού στη διαχείριση μιας κρίσης, ακολουθώντας τον κακό κανόνα του «πολύ λίγα, πολύ αργά».
Κι όμως, μια μεγάλη κρίση στην ευρωζώνη μπορεί να βρίσκεται πιο κοντά από όσο νομίζουμε: η Ιταλία δεν είναι μόνο η χώρα που στο παρελθόν έφερε την ευρωζώνη στα ακραία όρια αντοχής της (πριν από το «whatever it takes» του Ντράγκι), αλλά είναι σήμερα και ο «μεγάλος ασθενής», καθώς πληρώνει το βαρύτερο τίμημα από την εξάπλωση του ιού, οδηγείται σε βαθιά ύφεση και δεν αποκλείεται να απειληθεί με αποκλεισμό από την αγορά ομολόγων.
Άραγε, σε αυτή την περίπτωση, τι φαντάζονται οι υπουργοί του Eurogroup ότι μπορεί να γίνει; Θα μπει η τρίτη μεγαλύτερη οικονομία της ευρωζώνης σε πρόγραμμα με επιτήρηση του ΕΜΣ και της Κομισιόν για να διασωθεί με τη χρήση, για πρώτη φορά, του προγράμματος απευθείας αγοράς ομολόγων από την ΕΚΤ, που είχε σχεδιάσει ο Ντράγκι, αλλά δεν έχει εφαρμοσθεί ακόμη; Θα επιχειρηθεί τέτοιο πείραμα, την ώρα που η ευρωζώνη θα οδηγείται στην ύφεση και οι αγορές θα βρίσκονται σε αναταραχή;
Ας ελπίσουμε ότι δεν θα χρειασθεί να δούμε να ξετυλίγονται αυτά τα σενάρια, που με τα σημερινά δεδομένα δεν φαίνονται τόσο μακρινά, καθώς το κόστος δανεισμού της Ιταλίας αυξάνεται διαρκώς και πλησιάζει στα όρια ανοχής της χώρας -ενώ ήταν χαμηλότερη από 1%, η απόδοση του 10ετούς ιταλικού ομολόγου ξέφυγε χθες πάνω από το 2,2%. Είναι γνωστό, όμως, ότι οι κρίσεις δεν αποτρέπονται με ευχές και προσευχές, αλλά χρειάζονται γρήγορες και πειστικές αποφάσεις. Και τέτοιες αποφάσεις, δυστυχώς, δεν είδαμε να βγαίνουν από το χθεσινό Eurogroup.
Η επικίνδυνη άνοδος της απόδοσης του 10ετούς ιταλικού ομολόγου