Ένα από τα βασικά μειονεκτήματα που είχε η ενέργεια που παράγεται από ανανεώσιμες πηγές ήταν ότι θα έπρεπε να καταναλωθεί άμεσα, καθώς δεν υπήρχε δυνατότητα αποθήκευσης. Για την Ελλάδα που θα μπορούσε να είναι σε μεγάλο βαθμό ενεργειακά αυτάρκης με τα φωτοβολταϊκά και αιολικά πάρκα που διαθέτει και που θα προστεθούν τα επόμενα χρόνια, σε συνδυασμό και με τους υδροηλεκτρικούς σταθμούς, η μη δυνατότητα αποθήκευσης ήταν ένα μεγάλο αγκάθι.
Εδώ και λίγα χρόνια, η τεχνολογία έχει εξελιχθεί στον συγκεκριμένο τομέα και ήδη το καλοκαίρι που μας πέρασε πραγματοποιήθηκε στην χώρα μας ο πρώτος διαγωνισμός αποθήκευσης ενέργειας, ενώ μέχρι το τέλος του χρόνου αναμένεται να λάβουν χώρα δύο ακόμη.
Όπως φαίνεται και από το σχετικό σχεδιάγραμμα της LCP Delta StoreTrack, η Ελλάδα φιλοδοξεί να είναι έως το τέλος του 2023 η τέταρτη μεγαλύτερη δύναμη στην αποθήκευση ενέργειας πίσω από τη Γερμανία, την Βρετανία και την Ιταλία και μπροστά από μεγαλύτερες χώρες όπως είναι η Ισπανία και η Γαλλία.
Τις επόμενες ημέρες, και λογικά πριν από το τέλος του Σεπτεμβρίου, αναμένεται να λάβει χώρα η επόμενη διαγωνιστική διαδικασία για 300 MW δημοπρατούμενη ισχύ ενώ η τελευταία για το 2023 θα αφορά 400 MW, όσα δηλαδή και αυτά της πρώτης διαδικασίας που ολοκληρώθηκε στις 7 Αυγούστου χωρίς να υποβληθεί κάποια ένσταση.
Υπενθυμίζεται ότι στην ιστορική πρώτη διαγωνιστική διαδικασία αποθήκευσης ενέργειας που έγινε στην Ελλάδα φέτος το καλοκαίρι εγκρίθηκαν δώδεκα προτάσεις από έξι εταιρείες και μία ενεργειακή κοινότητα. Από τους μεγάλους κερδισμένους του πρώτου διαγωνισμού ήταν η Hellenic Energy και η Intrakat των οποίων έγιναν δεκτές και οι τρεις προτάσεις που είχαν καταθέσει, η ΔΕΗ Ανανεώσιμες με δύο και η Mytilineos με μία.
Ενδεικτικό του ενδιαφέροντος, που δεν αναμένεται να μειωθεί, είναι ότι στον πρώτο διαγωνισμό κατατέθηκαν 90 προτάσεις έργων στην Ρυθμιστική Αρχή Αποβλήτων, Ενέργειας και Υδάτων (ΡΑΑΕΥ). Σύμφωνα με ανάλυση που πραγματοποίησε για την χώρα μας ο Jon Ferris, ο επικεφαλής για τον τομέα αποθήκευσης ενέργειας της LCP Delta, η ενεργειακή ραχοκοκκαλιά της χώρας (Δυτική Μακεδονία, Θεσσαλία, Κεντρική Ελλάδα), συγκεντρώνει το μεγαλύτερο ποσοστό σε ότι αφορά τόσο την παραγωγή όσο και την αποθήκευση όπως φαίνεται και στους σχετικούς χάρτες.