Το σχέδιο της Τράπεζας Πειραιώς για την επιστροφή σε διανομές μερισμάτων εξήγησε στους αναλυτές ο διευθύνων σύμβουλος, Χρήστος Μεγάλου, σημειώνοντας ότι από το 2024 θα αρχίσουν οι διανομές και θα κλιμακωθεί τα επόμενα χρόνια το ποσοστό διανομής κερδών.
Η τράπεζα σχεδιάζει διανομή του 10% των κερδών της χρήσης 2023, υπό την προϋπόθεση ότι αυτό θα εγκριθεί από την εποπτική αρχή, ενώ τα επόμενα χρόνια το ποσοστό θα κλιμακωθεί σε 15% και 25%.
Όσον αφορά τις επαναγορές μετοχών, απαντώντας σε σχετική ερώτηση ο κ. Μεγάλου ξεκαθάρισε ότι αυτές δεν θα απευθύνονται σε συγκεκριμένους μετόχους (π.χ. στο Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας), αλλά σε όλους τους μετόχους.
Όπως εξήγησε η τράπεζα στην ανακοίνωση αποτελεσμάτων πρώτου τριμήνου, η κεφαλαιακή της επάρκεια έχει ανέλθει σε τέτοιο επίπεδο, ώστε να επιτρέπει την επάνοδο σε διανομή μερισμάτων.
Ειδικότερα, ο δείκτης κεφαλαιακής επάρκειας Common Equity Tier 1 (CET1) του Ομίλου στο τέλος Μαρτίου 2023 διαμορφώθηκε στο 12,2%, σε σύγκριση με τον fully loaded δείκτη 11,5% στο τέλος του 2022, λόγω οργανικής δημιουργίας κεφαλαίου.
Ο συνολικός δείκτης κεφαλαίων διαμορφώθηκε στο 17,0%, υψηλότερα από τις συνολικές κεφαλαιακές απαιτήσεις, αλλά και από τις εποπτικές κατευθύνσεις, ενώ περιλαμβάνει πρόβλεψη για 10% διανομή μερίσματος και επιταχυνόμενη απόσβεση της αναβαλλομένης φορολογικής απαίτησης (DTC).
Σχολιάζοντας τα οικονομικά αποτελέσματα α' τριμήνου που ήταν καλύτερα από τους αρχικούς στόχους, ο κ. Μεγάλου σημείωσε ότι αυτό οφείλεται στην επιτυχή διαχείριση του ισολογισμού.
Η επιτυχημένη διαχείριση του ισολογισμού φέρνει ισχυρά αποτελέσματα, τόνισε ο Χρήστος Μεγάλου, ενημερώνοντας τους αναλυτές για τα αποτελέσματα του πρώτου τριμήνου. Τα έσοδα αυξήθηκαν κατά 24% και τα κέρδη ανά μετοχή ανήλθαν στα 0,15 ευρώ, με την απόδοση κεφαλαίου να ανεβαίνει στο 13%, ενώ ο δείκτης μη εξυπηρετούμενων δανείων έπεσε στο 6,6% και βασικός δείκτης κεφαλαιακής επάρκειας, CET1 διαμορφώθηκε στο 12,2%.
Τα στελέχη της τράπεζας ανέφεραν ότι το πέρασμα των αυξήσεων των ευρωπαϊκών επιτοκίων στα επιτόκια καταθέσεων θα είναι σταδιακό και υπολογίζεται ότι στο τέλος του έτους θα έχει περάσει το 40 - 50% των αυξήσεων, ενώ το ποσοστό συμμετοχής των προθεσμιακών καταθέσεων στις συνολικές καταθέσεις θα είναι περίπου 40%.
Από την άλλη πλευρά, η αύξηση των επιτοκίων δεν φαίνεται προς το παρόν να οδηγεί σε αύξηση των καθυστερήσεων. Όπως αναφέρθηκε, το πρώτο τρίμηνο του έτους πέρασε χωρίς αξιοσημείωτες μεταβολές στα μη εξυπηρετούμενα δάνεια. Εκτιμάται ότι το «πάγωμα» στα επιτόκια των στεγαστικών θα συμβάλλει στην αποφυγή νέων καθυστερήσεων.