Νέα δεδομένα στα ενοίκια των εμπορικών καταστημάτων έχει φέρει η υγειονομική κρίση, καθώς από τα μέσα Μαρτίου μέχρι σήμερα τα περισσότερα ακίνητα έμειναν κλειστά, με σοβαρές οικονομικές συνέπειες, τις οποίες σε καμία περίπτωση δεν κατόρθωσε να «γιατρέψει» η μείωση του 40% που εφαρμόστηκε και θα συνεχίσει να εφαρμόζεται και τον μήνα Μάιο, ακόμα και για τα καταστήματα που θα επαναλειτουργήσουν εντός του μήνα.
Όπως σημειώνουν στελέχη του κλάδου, το μεγαλύτερο πρόβλημα αντιμετωπίζουν τα καταστήματα που βρίσκονται στις δημοφιλέστερες εμπορικές πιάτσες, αρχής γενομένης από την οδό Ερμού, την οδό Κολοκοτρώνη στην Κηφισιά, την οδό Ιω. Μεταξά στην Γλυφάδα, την Τσιμισκή στη Θεσσαλονίκη, αλλά και στην Σωτήρος Διός στον Πειραιά.
Στις περιοχές αυτές, τα ενοίκια αυξήθηκαν με ετήσιο ρυθμό της τάξεως του 10% κατά μέσο όρο τα τελευταία δύο – τρία χρόνια, ενώ σε αρκετές περιπτώσεις, κυρίως στο Κολωνάκι και στην Ερμού, είχε επανέλθει και το ξεχασμένο λόγω κρίσης, φαινόμενο του «αέρα». Δηλαδή, ο ενδιαφερόμενος μισθωτής/εμπορική αλυσίδα, ήταν πρόθυμος να καταβάλει κάποια ενοίκια επιπλέον, προκειμένου να εξασφαλίσει καλύτερη τοποθεσία για το κατάστημά του και να δελεάσει τον υφιστάμενο μισθωτή, ώστε να εξέλθει του ακινήτου, εισπράττοντας κάποια αποζημίωση.
«Αέρας» πληρώνεται και όταν μία επιχείρηση πρόκειται να αποχωρήσει από το κατάστημα που μίσθωνε και πουλάει στον επόμενο μισθωτή τη «φήμη» που δημιούργησε κατά το διάστημα της εκεί παρουσίας της. Σε ορισμένες περιπτώσεις, μάλιστα, αέρα εισπράττει και ο ιδιοκτήτης του καταστήματος. Πρόκειται λοιπόν για ένα εφάπαξ ποσό, το οποίο καταβάλλεται κατά την είσοδο νέου μισθωτή στο κατάστημα.
Πλέον, δεν τίθεται καν λόγος για καταβολή αέρα, ιδίως για τις συγκεκριμένες περιοχές. Όπως τονίζεται από στελέχη που παρακολουθούν τις σχετικές εξελίξεις, αυτήν την περίοδο είναι εκατοντάδες οι εμπορικές επιχειρήσεις ένδυσης και υπόδησης, οι οποίες είχαν ανανεώσει το απόθεμά τους με νέες συλλογές, εν όψει της περιόδου της άνοιξης και των εορτών του Πάσχα. Το εμπόρευμα αυτό θα παραμείνει απούλητο στις αποθήκες, καθώς έχουμε πλέον εισέλθει στην εαρινή περίοδο.
Σημειωτέον δε ότι, δεδομένου ότι οι συνέπειες της πανδημίας είναι παγκόσμιες, το ίδιο ισχύει και για τις διεθνείς αλυσίδες, δηλαδή δεν καταγράφεται κάποιος διαχωρισμός ανάμεσα στα ελληνικά ή τα διεθνή brands. Χαρακτηριστικό το παράδειγμα της σουηδικής H&M, η οποία αντιμετωπίζει σοβαρά οικονομικά προβλήματα και ήδη έχει ξεκινήσει να κλείνει καταστήματα σε άλλες χώρες, όπως για παράδειγμα στην Ιταλία.
Το «χτύπημα» θα είναι ακόμα μεγαλύτερο κι εντονότερο στα καταστήματα, τα οποία τα τελευταία χρόνια είχαν συνηθίσει να πραγματοποιούν ένα σημαντικό ποσοστό του τζίρου τους από ξένους επισκέπτες. Καταστήματα στην Ερμού, στο Κολωνάκι, στην Γλυφάδα, στον Πειραιά και στη Θεσσαλονίκη, είχαν επωφεληθεί και από την άνοδο των βραχυχρόνιων μισθώσεων, καθώς πέριξ των περιοχών αυτών, είχαν αναπτυχθεί και λειτουργούσαν χιλιάδες τουριστικά καταλύματα, με αποτέλεσμα η επισκεψιμότητα των καταστημάτων αυτών να έχει πολλαπλασιαστεί. Πλέον και τουλάχιστον μέχρι το 2021, ο τζίρος από τους ξένους επισκέπτες θα πρέπει να θεωρείται εν πολλοίς χαμένος.
Στο πλαίσιο αυτό, στην επόμενη μέρα που θα «ξημερώσει» για το λιανεμπόριο, είναι ακόμα άγνωστο ποιες αλυσίδες θα είναι διατεθειμένες, τουλάχιστον στην παρούσα φάση, να επενδύσουν αρκετές εκατ. χιλιάδες ευρώ, για την εξασφάλιση ενός προνομιακού σημείου πώλησης, τη στιγμή που η πανδημία ανέδειξε το πόσο επιτυχημένα μπορεί να λειτουργήσει κι ένα ηλεκτρονικό κατάστημα, αρκεί φυσικά να είναι σωστά δομημένο και να παρέχει την απαιτούμενη υποστήριξη στους πελάτες.
Από την άλλη πλευρά βέβαια, υπάρχει και ο αντίλογος, ο οποίος αναφέρει ότι τα πιο εμπορικά σημεία στην Αττική και τη Θεσσαλονίκη, θα συνεχίσουν να απολαμβάνουν υψηλής δημοφιλίας μεταξύ των καταστηματαρχών, καθώς έχουν και τον χαρακτήρα «έκθεσης», ή επίδειξης της γκάμας των προϊόντων τους. Δηλαδή, θα εξακολουθήσουν να έχουν καίριο ρόλο στην προβολή της εκάστοτε αλυσίδας. Το ίδιο θα ισχύσει και για τα καταστήματα εντός των μεγάλων εμπορικών κέντρων.
Ως εκ τούτου, για ακόμα μια φορά, το μεγαλύτερο «χτύπημα» αναμένεται να δεχθούν τα εμπορικά καταστήματα, τα οποία βρίσκονται σε λιγότερο εμπορικές οδούς και τα οποία μόλις τον τελευταίο χρόνο, είχαν ξεκινήσει να ανακάμπτουν από την δεκαετία της οικονομικής κρίσης, βρίσκοντας νέους μισθωτές και σημειώνοντας βελτίωση στις τιμές των ενοικίων.
Αναμφίβολα όμως, όπως αναφέρουν οι επαγγελματίες της αγοράς ακινήτων, επί του παρόντος οι περισσότερες απόψεις που διατυπώνονται είναι απλές απόπειρες να αξιολογηθούν οι συνέπειες της πανδημίας στην αγορά κι επιδέχονται αλλαγών, καθώς αυτό που ουδείς είναι σε θέση να προσδιορίσει με ακρίβεια στην παρούσα φάση, είναι το πώς ακριβώς θα συμπεριφερθεί το καταναλωτικό κοινό.
Αν για παράδειγμα, η ιδιωτική κατανάλωση δεν δεχθεί σοβαρό πλήγμα, είναι πιθανό να συγκρατηθούν τυχόν πτωτικές πιέσεις και στις τιμές των ενοικίων των εμπορικών καταστημάτων. Ωστόσο, αυτό στο οποίο συνηγορούν οι περισσότεροι, είναι ότι έστω μέχρι το τέλος του 2020, οι έμποροι θα πιέσουν με κάθε μέσο, ώστε να διατηρηθεί το μέτρο της έκπτωσης του 40% στα ενοίκια, προκειμένου να μειώσουν κατά το δυνατόν, τα λειτουργικά τους έξοδα.