Το πείραμα της σταδιακής εξόδου των εκατοντάδων χιλιάδων επιχειρήσεων από το καθεστώς των περιοριστικών μέτρων συνιστά ένα μεγάλο στοίχημα όχι μόνο για το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης, αλλά και για την ΔΕΗ.
Στην διάρκεια του lockdown μπορεί η εισπραξιμότητα των απαιτήσεων της επιχείρησης να μειώθηκε κατά 25%-30%, ωστόσο το τέλος των οριζόντιων μέτρων στήριξης για εργαζομένους, επιχειρήσεις και ελεύθερους επαγγελματίες, σημαίνει ότι θα αποκαλυφθεί και η έκταση της ζημιάς στην οικονομίας. Το γεγονός ότι το άνοιγμα θα σημάνει και το τέλος του καθεστώτος αναστολής των συμβάσεων εργασίας, μαζί με το τέλος του επιδόματος των 800 ευρώ, ανοίγει στους εργοδότες τον δρόμο για απολύσεις.
Η απάντηση στο ερώτημα πόσες θα απολύσεις θα γίνουν στην αγορά, καθώς επίσης πόσες από τις χιλιάδες επιχειρήσεις που θα έχουν τη δυνατότητα να ανοίξουν θα τα καταφέρουν να μείνουν ανοικτές και με τι τζίρους, συνδέεται άμεσα με την εισπραξιμότητα των οφειλών προς τη ΔΕΗ.
Τις πρώτες εβδομάδες των περιορισμών, η πτώση των εισπράξεων κινήθηκε σε επίπεδα κοντά στο 30%, χωρίς ωστόσο η επιχείρηση να γνωρίζει κατά πόσο αυτό οφειλόταν στο lockdown ή στην αστοχία των ΕΛΤΑ που καθυστέρησαν να παραδώσουν 600.000 λογαριασμούς.
Τώρα, ένα μήνα μετά την έναρξη της κρίσης, η ΔΕΗ αρχίζει και σχηματίζει σαφέστερη εικόνα, χωρίς και πάλι να έχει όλες τις απαντήσεις. Έως σήμερα τα επιδόματα, η αναστολή των συμβάσεων εργασίας, οι εκπτώσεις και τα κίνητρα για ηλεκτρονική πληρωμή εκτιμάται ότι είχαν συγκρατήσει τους ρυθμούς μείωσης της εισπραξιμότητας, όπως και το «δεν πληρώνω».
Τραβώντας ωστόσο την κουρτίνα του lockdown και αφαιρώντας από την οικονομία τα μέτρα της οριζόντιας στήριξης, ουδείς γνωρίζει ποια ακριβώς εικόνα θα αποκαλυφθεί: Τι ανταπόκριση θα δείξει το κοινό, πόσο δυναμικά θα επανέλθει η κατανάλωση, πόσες μικρομεσαίες επιχειρήσεις έχουν υποστεί ζημιά και δεν θα ανοίξουν, πόσο όλα αυτά μαζί θα συντηρήσουν ένα κλίμα χαλάρωσης, με το σκεπτικό ότι μέσα στην κρίση η ΔΕΗ δεν θα κόψει το ρεύμα.
Στο καλό σενάριο, όπου όλα τα παραπάνω αποδειχθούν δυσμενείς προβλέψεις που απλώς δεν επαληθεύτηκαν, η επιχείρηση θα συνεχίσει την αντιστροφή της αρνητικής πορείας, όπως αυτή καταγράφηκε κατά το τέταρτο τρίμηνο του 2019.
Στο κακό σενάριο, το θετικό αυτό μομέντουμ των τελευταίων τριών περυσινών μηνών και του πρώτου φετινού διμήνου θα μπορούσε να χαθεί. Σημειωτέον ότι το μεγαλύτερο μέρος του επαναλαμβανόμενου EBITDA των 333,6 εκατ. ευρώ για το σύνολο της περυσινής χρονιάς δημιουργήθηκε στο τέταρτο τρίμηνο (236,8 εκατ.), σηματοδοτώντας την αλλαγή πορείας της επιχείρησης. Επιπλέον φέτος οι χαμηλές τιμές φυσικού αερίου, δικαιωμάτων CO2 και οριακής τιμής συστήματος αναμένεται να επιδράσουν θετικά στα αποτελέσματα.
Σενάρια ενίσχυσης της ρευστότητας
Τυχόν δυσάρεστες εκπλήξεις στο μέτωπο της εισπραξιμότητας θα ακυρώσουν την μέχρι πρότινος παραπάνω θετική πορεία, γι' αυτό και τα σενάρια για επιπλέον κινήσεις ενίσχυσης της ρευστότητας της ΔΕΗ δεν έφυγαν ποτέ από το τραπέζι.
Πέραν της επίσπευσης του προγράμματος τιτλοποίησης ληξιπρόθεσμων οφειλών ύψους 1,5 δισ. ευρώ που δρομολογεί η διοίκηση, στη φαρέτρα της επιχείρησης υπάρχουν και άλλα όπλα. Τέτοια είναι τα δάνεια που συζητά με την EBRD, ύψους 80 - 200 εκατ. ευρώ και με την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων (ΕΤΕπ), ύψους 150 εκατ ευρώ ή ακόμη και η επαναφορά της συζήτησης για ένα μηχανισμό εγγυοδοσίας στην αγορά ρεύματος.
«Όπλο» που θα ενεργοποιηθεί, αναλόγως και των εξελίξεων μετά το άνοιγμα της οικονομίας στις 4 Μαϊου. Κρίσιμο πείραμα τόσο για τις χιλιάδες μικρές και μεγάλες επιχειρήσεις, όσο και για την επόμενη ημέρα της ΔΕΗ.