Σε πλήρη εξέλιξη βρίσκεται η τριπλή συγχώνευση των εταιρειών: Ανδρομέδα, Νηρεύς και Σελόντα, με προσδοκία το 2021 να επιτευχθεί πλήρης ενοποίηση των δραστηριοτήτων και σε επίπεδο ισολογισμού.
Σε ό,τι αφορά συνολικά στις προοπτικές του εγχώριου κλάδου ιχθυοκαλλιέργειας, εφέτος αναμένεται βελτίωση στα επίπεδα τιμών, με την συγκυρία να είναι ευνοϊκή για τα ελληνικά ψάρια, ενώ η «ομοφωνία» που φέρεται να επικρατεί μεταξύ μεγάλων και μικρομεσσαίων παιχτών αφήνει περιθώρια για επίτευξη ισχυρότερων επιδόσεων στο μέλλον.
Αναλυτικότερα, σύμφωνα με όσα ανέφερε ο εμπορικός διευθυντής της Ανδρομέδα και πρόεδρος της Ελληνικής Οργάνωσης Παραγωγών Υδατοκαλλιέργειας (ΕΛΟΠΥ) κ. Απόστολος Τουραλιάς, στο πλαίσιο συνάντησης με δημοσιογράφους, «η τριπλή συγχώνευση προχωρά σύμφωνα με τους σχεδιασμούς. Δεν έχουμε εκπλήξεις. Είναι ένα δύσκολο project, ειδικά όταν υλοποιείται μετά από την δύσκολη περσινή χρονιά».
Προσδοκία, όπως σημείωσε ο ίδιος, είναι έως και το τέλος του 2020 να έχει επιτευχθεί η κοινή εμπορική πορεία, ενώ πολύ νωρίτερα από το αναμενόμενο εκτιμάται ότι θα έχει ολοκληρωθεί το κοινό σχήμα σε επίπεδο παραγωγής. Στο βαθμό που όλες οι διαδικασίες αναπτυχθούν εντός του προβλεπόμενου χρονοδιαγράμματος, δύναται ο πρώτος ενοποιημένος ισολογισμός να αφορά στην χρήση 2021.
Βασική παράμετρο για την εξέλιξη των διαδικασιών αποτελεί η ολοκλήρωση της διαγραφής των μετοχών των δύο εισηγμένων εταιρειών, Νηρέα και Σελόντα (delisting), από το Χρηματιστήριο που αναμένεται έως το τέλος Απριλίου. Η παραμονή των δύο εταιρειών στο Ταμπλό δυσχεραίνει την ανάπτυξη ενδοεταιρικών συναλλαγών και κατ΄επέκταση των δράσεων που αφορούν στην κοινή εμπορική και παραγωγική πολιτική.
Σε ο,τι αφορά στην εξέλιξη των τιμών, που την περσινή χρονιά κατέγραψε ιστορικά χαμηλά, αναμένεται να εμφανίσει βελτίωση.
Όπως ανέφερε ο κ. Τουραλιάς «το 2019 ήταν η χειρότερη χρονιά της δεκαετίας σε ο,τι αφορά στα επίπεδα μέσων τιμών στα δύο βασικά είδη της εγχώριας ιχθυοκαλλιέργειας: τσιπούρα και λαβράκι, που κυμάνθηκαν λίγο πάνω από τα 4 ευρώ/ κιλό». Όμως όπως ο ίδιος τόνισε: «προϋπόθεση για να είναι κερδοφόρος ο κλάδος, είναι η τιμή να κινείται σε επίπεδα από 5 ευρώ και άνω».
Τα πρώτα δείγματα της φετινής χρονιάς στο δίμηνο Ιανουάριος - Φεβρουάριος εμφανίζουν μικρή βελτίωση τιμών σε σχέση με το αντίστοιχο περσινό διάστημα.
Παράλληλα, η συγκυρία της έντονης κακοκαιρίας που έπληξε την Ισπανία στα τέλη του Ιανουαρίου και δη η καταιγίδα Gloria, είχε ως αποτέλεσμα να χαθεί το 50% περίπου της συνολικής παραγωγής. Η εξέλιξη αυτή σε συνάρτηση με το γεγονός ότι η Ισπανία είναι ελλειμματική αγορά σε ό,τι αφορά στα είδη μεσογειακής υδατοκαλλιέργειας αναμένεται να επηρεάσει τις φετινές τιμές.
Ακόμα μια σημαντική παράμετρος που μπορεί να διαφοροποιήσει την εικόνα της αγοράς τη φετινή χρονιά, είναι η εκτίμηση ότι η τουρκική παραγωγή θα εμφανίσει σημάδια επιβράδυνσης. «Το δεύτερο εξάμηνο του έτους αναμένεται μειωμένη παραγωγή από την Τουρκία» σημειώνει ο κ.Τουραλιάς προσθέτοντας ότι «η εξέλιξη αυτή είναι θετική για τα ελληνικά ψάρια. Αρκεί να σημειωθεί ότι το 2019 η παραγωγή της γείτονος άγγιξε τους 190.000 τόνους, όταν οι προβλέψεις ήθελαν να κινούνται στα επίπεδα των 150.000».
Σε ο,τι αφορά στην ελληνική παραγωγής υπολογίζεται ότι διαμορφώνεται σε 125 χιλ.τόνους, εκ των οποίων περί τους 25 χιλ αφορούν στην εγχώρια κατανάλωση.
Εξαγωγές σε 32 χώρες
Σημειώνεται ότι σήμερα το ελληνικό ψάρι εξάγεται σε 32 χώρες, ενώ οι εταιρείες εξετάζουν συνεχώς την δυνατότητα εισόδου και σε νέες αγορές όπως πχ η Κίνα, εγχείρημα το οποίο είναι δύσκολο με δεδομένο το αυξημένο κόστος μεταφοράς και το συγκριτικό πλεονέκτημα σε αυτό το πεδίο των Τούρκων παραγωγών ( σ.σ. ιδιαίτερα συχνές απευθείας πτήσεις από την Turkish Airlines στην κινεζική αγορά).
Στην κατεύθυνση της προώθησης του ελληνικού ψαριού, πάντως, η ΕΛΟΠΥ βρίσκεται σε φάση υλοποίησης του τριετούς προγράμματος Fish from Greece το οποίο επικεντρώνεται στην κατάκτηση ισχυρής παρουσίας στην ιταλική αγορά αλλά και στην τόνωση της εγχώριας κατανάλωσης. « Στην Ελλάδα η κατανάλωση υπολογίζεται σε 22-25 χιλ τόνους. Επιδίωξη είναι σε βάθος τριετίας η εγχώρια κατανάλωση να έχει ανέλθει σε 40 χιλ. τόνους» σημείωσε ο πρόεδρος της ΕΛΟΠΥ.
Προοπτικές αύξησης παραγωγής
Αναφορικά με τις προοπτικές του κλάδου, ο ίδιος εκτίμησε ότι «η ελληνική ιχθυοκαλλιέργεια έχει τις προδιαγραφές και τα εχέγγυα να αυξήσει την παραγωγή της στους 150 χιλ. τόνους σε βάθος πενταετίας».
Σε γενικές γραμμές ο κ. Τουραλιάς εξέφρασε την πεποίθηση ότι ο εγχώριος κλάδος βρίσκεται σε μια καλύτερη φάση καθώς το περιβάλλον σταδιακά καθίσταται πιο υγιές. «Στον κλάδο της ιχθυοκαλλιέργειας γίνονται θεαματικά πράγματα. Ξένα funds εξέφρασαν ενδιαφέρον να εισέλθουν στην αγορά (σ.σ. στο πλαίσιο της διαγωνιστικής διαδικασίας για την πώληση των Σελόντα και Νηρέα) διότι υπάρχει εμπιστοσύνη. Επίσης, θα πρέπει να σημειωθεί ότι η απόκτηση των δύο εταιρειών έγινε χωρίς να υπάρξει κανένα κούρεμα στις υποχρεώσεις τους και αυτό έχει μια σημασία. Η εικόνα για την αγορά είναι βελτιωμένη. Πλέον στις εταιρείες το management γίνεται από τα στελέχη που επιδιώκονται συγκεκριμένα αποτελέσματα, χωρίς να παρεμβάλλονται τα μικροσυμφέροντα των ιδιοκτητών. Επίσης οι εταιρείες δεν χάνουν τον προσανατολισμό τους. Παραμένουν παραγωγικές και εκεί επικεντρώνονται».
Ωστόσο πρωταρχικής σημασίας για τον κλάδο είναι η ολοκλήρωση του χωροταξικού σχεδιασμού και η δημιουργία των Περιοχών Οργανωμένης Ανάπτυξης Υδατοκαλλιεργειώ (ΠΟΑΥ), καθώς και η δημιουργία και υλοποίηση μιας εθνικής στρατηγικής υδατοκαλλιέργειων. Και οι δύο ενέργειες, σύμφωνα με τον ίδιο, θα συμβάλουν στην εξυγίανση του κλάδου αλλά και στην έλευση νέων επενδυτών.
Σημαντική εξέλιξη θεωρείται από τον κ. Τουραλιά, το γεγονός ότι στον κλάδο έχει επέλθει ομοφωνία. Μάλιστα ο ίδιος γνωστοποίησε ότι μέσα στο εξάμηνο δρομολογείται η «διάλυση» του Συνδέσμου Ελληνικών Θαλασσοκαλλιεργειών (ΣΕΘ), και της Πανελλήνιας Ένωσης Μικρομεσαίων Ιχθυοκαλλιεργειών (ΠΑΝΕΜΜΙ) ώστε να δημιουργηθεί ένας νέος ενιαίος φορέας, με τον οποίο θα συνεργάζεται και η ΕΛΟΠΥ.