«Η πρόσφατη κρίση έδειξε την κρίσιμη σημασία του χρηματοπιστωτικού αλφαβητισμού και της καλής χρηματοπιστωτικής πολιτικής, τόσο για την ευημερία των νοικοκυριών, όσο και για τη σταθερότητα του συστήματος συνολικά».
Αυτό τόνιζε, το 2011, σε μια κατάθεσή του στη Γερουσία των ΗΠΑ ο τότε πρόεδρος της Fed, Μπεν Μπερνάνκι. Αν αυτό ίσχυε για τη μεγαλύτερη καπιταλιστική οικονομία του πλανήτη, την αμερικανική, ισχύει ίσως πολύ περισσότερο στα καθ’ ημάς. Σε τούτη τη μικρή, περιφερειακή οικονομία της ευρωζώνης, ο αναλφαβητισμός μεγάλης μερίδας των πολιτών στα χρηματοπιστωτικά θέματα, η κακή οικονομική πολιτική των υπευθύνων και η δυναμική μεταξύ τους σχέση, συνετέλεσαν όχι μόνο στο ξέσπασμα της πρώτης και σοβαρότερης εθνικής οικονομικής κρίσης στη ζώνη του ευρώ, το 2009, αλλά και στη διαιώνισή της σε πρωτοφανή βαθμό, στα διεθνή χρονικά, αφού η Ελλάδα έγινε η μοναδική χώρα που χρειάσθηκε τρία διαδοχικά προγράμματα οικονομικής σταθεροποίησης με εξωτερικό δανεισμό («μνημόνια») για να σταθεί στα πόδια της, σχεδόν δέκα χρόνια μετά το ξέσπασμά της αρχικής κρίσης χρηματοδότησης.
Το βιβλίο του Γιάννη Παπαδογιάννη, «Τράπεζες σε κρίση» (Εκδόσεις Παπαδόπουλος, 2020), που μόλις κυκλοφόρησε, δεν προορίζεται να κάνει σοφότερους όσους ανήκουν στο σύγχρονο χρηματοπιστωτικό «ιερατείο» και γνωρίζουν/διαμορφώνουν τους κανόνες παιχνιδιού στα τραπεζικά συστήματα και τις οικονομίες. Άλλη είναι η αποστολή του: να χρησιμεύσει ως μια συνοπτική, κατανοητή στους περισσότερους, εισαγωγή στις βασικές χρηματοπιστωτικές έννοιες και λειτουργίες, να παρουσιάσει με συνοπτικό τρόπο την ιστορία του χρήματος και των τραπεζών από τα αρχαία χρόνια, ως τη βιομηχανική επανάσταση, τη σύγχρονη εποχή και μέχρι τις μεγάλες κρίσεις των ημερών μας, είτε πρόκειται για το σπάσιμο της «φούσκας» στα δάνεια ακινήτων των ΗΠΑ, ή για τη δική μας μεγάλη κρίση.
Όποιος θελήσει να μάθει ακόμη περισσότερα, μπορεί να βρει στο βιβλίο πολλές αναφορές και αφορμές για περαιτέρω έρευνα και μελέτη. Το σπουδαιότερο, όμως, είναι ότι ο αναγνώστης χωρίς επαρκή γνώση ή με αντίληψη στρεβλωμένη από ποικίλες «λαϊκές» θεωρίες (ή και θεωρίες συνωμοσίες) μπορεί μέσα σε λίγες ώρες ανάγνωσης να αντιληφθεί βασικές έννοιες της λειτουργίας του τραπεζικού συστήματος, της «καρδιάς» της οικονομίας, όπως προσφυώς το χαρακτηρίζει ο συγγραφέας, και να αρχίσει να απαντάει σε ερωτήματα που αρχίζουν από τη δική του καθημερινότητα («αξίζει να πάρω αυτό το δάνειο»;) και φθάνουν στα μεγάλα διλήμματα της σύγχρονης οικονομικής και χρηματοπιστωτικής πολιτικής («γιατί διασώζονται οι τράπεζες με το χρήμα των φορολογούμενων»;).
Ταπεινή άποψη του γράφοντος είναι ότι αυτή η λειτουργία του βιβλίου, το οποίο παρουσιάζει σύνθετες οικονομικές έννοιες με απλή δημοσιογραφική γλώσσα, στην οποία οι περισσότεροι εγγράμματοι πολίτες είναι εξοικειωμένοι, είναι και η σημαντικότερη. Αν όλοι οι 17ρηδες στα ελληνικά σχολεία μπορούσαν να έλθουν από το Λύκειο σε επαφή με πληροφόρηση αυτού του είδους για τις βασικές λειτουργίες του χρηματοπιστωτικού συστήματος και, τελικά, της σύγχρονης οικονομίας, πολλά θα μπορούσαν να αλλάξουν στη χώρα. Από τον τρόπο που λαμβάνει καθένας τις προσωπικές οικονομικές αποφάσεις του, ως τον τρόπο που αξιολογούμε την οικονομική πολιτική και αναδεικνύουμε κυβερνήσεις.
Διαψεύδοντας μύθους
Το βιβλίο μπορεί να μην απαντά σε όλα τα ερωτήματα και να μη δίνει όλες τις πληροφορίες που χρειάζεται κανείς για να διαμορφώσει πλήρη αντίληψη του μεγάλου θέματος της λειτουργίας των τραπεζών, ιδιαίτερα στις σύγχρονες οικονομίες, όπου η καλή λειτουργία του χρηματοπιστωτικού συστήματος είναι το κλειδί για την οικονομική σταθερότητα, την ανάπτυξη και την ευημερία. Προσφέρει, όμως, μια αφήγηση κατανοητή στους περισσότερους, χωρίς στρεβλώσεις από πολιτικές επιρροές, ιδεολογήματα και μυθοπλασίες, που θα βοηθήσει πολλούς αναγνώστες να δουν με άλλη οπτική και να ερμηνεύσουν καλύτερα τα πρόσφατα γεγονότα της ελληνικής οικονομικής ιστορίας.
Το σημαντικότερο, ίσως, που θα καταλάβει ο αναγνώστης του βιβλίου είναι ότι βρίσκονται εκτός πραγματικότητας θεωρίες που ταλάνισαν την ελληνική κοινωνία στα χρόνια της εφαρμογής των μνημονίων:
- Οι ελληνικές τράπεζες δεν είναι αναμάρτητες: στα χρόνια της μεγάλης πιστωτικής έκρηξης, λίγο πριν και αμέσως μετά την ένταξη στην Οικονομική και Νομισματική Ένωση, έγιναν υπερβολές στη χορήγηση δανείων στις επιχειρήσεις και, ακόμη περισσότερο, στα νοικοκυριά, που τροφοδότησαν τις ανισορροπίες της οικονομίας, οι οποίες με τη σειρά τους έφεραν την κρίση του 2009 – 2010. Ωστόσο, αν θέλει να βάλει τα πράγματα στη σωστή σειρά, όπως κάνει ο συγγραφέας, το ελληνικό κράτος κατέστρεψε τις τράπεζες, όχι οι τράπεζες το ελληνικό κράτος. Οι τράπεζες μπορεί να υπέστησαν μεγάλες ζημιές από τα χαρτοφυλάκια των δανείων τους, αλλά η τύχη τους θα ήταν πολύ διαφορετική αν δεν είχαν «φορτωθεί» τις μεγάλες ζημιές από τη χρεοκοπία του κράτους και το «κούρεμα» των ομολόγων του με το PSI.
- Τα προγράμματα διάσωσης των ελληνικών τραπεζών, με διαδοχικές ανακεφαλαιοποιήσεις με κρατικά και ιδιωτικά κεφάλαια, αλλά και με τεράστια ποσά εγγυήσεων από το κράτος για να λαμβάνουν ρευστότητα, δεν υλοποιήθηκαν για να σωθούν άπληστοι τραπεζίτες και μέτοχοι τραπεζών. Ίσως αυτό να ήταν μια παράπλευρη συνέπεια, σε κάποιο βαθμό (πάντως, όπως εξηγεί ο συγγραφέας, οι μέτοχοι των τραπεζών έχασαν σχεδόν τα πάντα στη διάρκεια της κρίσης), αλλά δεν ήταν ο στόχος πολιτικής. Ο στόχος ήταν να προστατευθούν οι καταθέσεις και, τελικά, η οικονομική σταθερότητα της χώρας. Όποια κριτική και αν κάνει καθένας στην πολιτική που ασκήθηκε στον χρηματοπιστωτικό τομέα στα χρόνια της κρίσης, γεγονός είναι ότι ο στόχος της προστασίας των καταθέσεων επιτεύχθηκε. Στη διάρκεια της κρίσης χάσαμε πολλά, αλλά όχι τις καταθέσεις μας, κάτι που δεν ήταν αυτονόητο, ούτε εύκολο. Καθένας μπορεί να κάνει τη δική του υπόθεση για το πόσο χειρότερα θα είχε εξελιχθεί αυτή η κρίση και πού θα βρισκόταν η Ελλάδα σήμερα, αν οι αρχές είχαν αποτύχει σε αυτή την αποστολή και είχε χαθεί ένα μέρος των καταθέσεων επιχειρήσεων και νοικοκυριών.
Τελειώνοντας την ανάγνωση αυτού του συνοπτικού, αλλά περιεκτικού εύστοχου βιβλίου, ένας αναγνώστης χωρίς μεγάλη προηγούμενη επαφή με τα θέματα του χρηματοπιστωτικού τομέα ίσως να μην είναι έτοιμος να καταλάβει όλες τις λειτουργίες της νομισματικής πολιτικής και του τραπεζικού συστήματος και των εξαιρετικά σύνθετων, πολλές φορές, προϊόντων του. Σίγουρα, όμως, θα έχει καταλάβει το βασικό τρόπο λειτουργίας του τραπεζικού συστήματος, πώς έχει συμβάλει ιστορικά στην κατάκτηση πρωτοφανών στην ανθρώπινη ιστορία επιπέδων ανάπτυξης και ευημερίας, ποιες είναι οι κυριότερες υπερβολές και «σκοτεινές» πλευρές του και τι συνέβη στην Ελλάδα με τη διαχείριση της τραπεζικής κρίσης, που ήταν προϊόν της δημοσιονομικής κατάρρευσης.
Και ίσως, με βάση αυτά τα ερεθίσματα, ο αναγνώστης του βιβλίου να σκεφθεί με περισσότερο ορθολογικό τρόπο τα θέματα της δικής του άμεσης πραγματικότητας: από το δανεισμό της επιχείρησής του, ή το υπόλοιπο της πιστωτικής του κάρτας, ως τη διάκριση ανάμεσα στους πολιτικούς που διαχειρίζονται υπεύθυνα και συνετά τα χρηματοπιστωτικά θέματα και σε αυτούς που φορτώνουν το κράτος με δάνεια για να πληρώνουν μισθούς, συντάξεις και επιδόματα, ή υπόσχονται μαγικές λύσεις σωτηρίας με δραχμή ή με IOU’s. Αυτή είναι και η μεγαλύτερη συνεισφορά από αυτό το μικρό, σε όγκο, βιβλίο.