Ο οίκος αξιολόγησης S&P Global ανακοίνωσε ότι αναθεωρεί επί τα χείρω την πρόβλεψή του για την ανάπτυξη της οικονομίας της Κίνας το 2023, καθώς τα δεδομένα του Μαΐου έδειξαν κατ’ αυτόν πως η ανάκαμψή της μετά την πανδημία του νέου κορονοϊού τρικλίζει.
«Μειώσαμε την πρόβλεψή μας για την ανάπτυξη του ΑΕΠ στο 5,2%, από 5,5%», ανέφερε ο οίκος σε σημείωμά του χθες Κυριακή, σημειώνοντας πως «η ανάκαμψη της Κίνας αναμένεται να συνεχιστεί αλλά με άνισο ρυθμό, με τις επενδύσεις και τη βιομηχανία να βραδυπορούν».
Ο S&P είναι ο πρώτος από τους λεγόμενους μεγάλους οίκους αξιολόγησης που αναθεωρεί την πρόβλεψή του για την πορεία της δεύτερης μεγαλύτερης οικονομίας του κόσμου φέτος, αν και αρκετές μεγάλες τράπεζες, συμπεριλαμβανομένης της Goldman Sachs, μετέβαλαν ήδη προς το χειρότερο τις προβλέψεις τους. Η Goldman Sachs προβλέπει πλέον ανάπτυξη με ρυθμό 5,4% (από 6%) λόγω της χαμηλής εμπιστοσύνης και τις ανησυχίες όσον αφορά τον τομέα των ακινήτων.
Η οικονομία της Κίνας φάνηκε να «σκοντάφτει» τον Μάιο, με τις επενδύσεις σε ακίνητα να επιβραδύνονται περαιτέρω, τη βιομηχανική παραγωγή και τις πωλήσεις λιανικής να είναι κατώτερες των προβλέψεων και την ανεργία των νέων να σημειώνει ρεκόρ, ενδείξεις πως το Πεκίνο πρέπει να κάνει περισσότερα για να τονώσει την οικονομία, που υπέστη πλήγμα από την υγειονομική κρίση.
Η κυβέρνηση του προέδρου Σι Τζινπίνγκ θα αποκαλύψει νέο πακέτο τόνωσης της οικονομικής δραστηριότητας μέσα στη χρονιά, κατά πηγές του πρακτορείου ειδήσεων Ρόιτερς ενήμερες για τα σχέδιά της.
Τον περασμένο μήνα, ο ένας νέος Κινέζος στους πέντε βρισκόταν στην ανεργία, που έφθασε το 20,8% τον Μάιο στον ασιατικό γίγαντα, ποσοστό άνευ προηγουμένου. Ο συγκεκριμένος δείκτης, που αφορά το ηλικιακό φάσμα 16-24 ετών των κατοίκων αστικών ζωνών, δεν σταματά να αυξάνεται τους τελευταίους μήνες: έφθασε στο 20,4% τον Απρίλιο. Πάντως τον Μάιο το ποσοστό ανεργίας στον συνολικό πληθυσμό παρέμεινε αμετάβλητο από τον Απρίλιο (5,2%). Ωστόσο, καθώς αφορά μόνο αστικές περιοχές, ο δείκτης της ανεργίας στην Κίνα δεν αντανακλά παρά μέρος της συνολικής κατάστασης.
Οι πωλήσεις λιανικής, κύριος δείκτης της κατανάλωσης των νοικοκυριών, υποχώρησαν, σύμφωνα με τα επίσημα δεδομένα της εθνικής στατιστικής υπηρεσίας της Κίνας. Αυτός ο δείκτης, που παρακολουθείται στενά από τις αγορές, αυξήθηκε κατά 12,7% σε ετήσια βάση μεν, αλλά με ρυθμό πολύ κατώτερο από ό,τι τον Απρίλιο (+18,4%).
Αναλυτές που συμμετείχαν σε έρευνα του πρακτορείου ειδήσεων Bloomberg ανέμεναν κάπως πιο μετριασμένη πτώση του (13,7%), παρά την επιστροφή των πελατών στα εμπορικά κέντρα και στα εστιατόρια τους τελευταίους μήνες, μετά την άρση των περιορισμών που είχαν επιβληθεί εξαιτίας της πανδημίας του νέου κορονοϊού.
Η αναιμία της εσωτερικής ζήτησης, παρά το ότι ο πληθωρισμός παραμένει πρακτικά στο μηδέν, χαρακτηρίζεται τροχοπέδη για την ανάκαμψη. Η βιομηχανική παραγωγή επίσης επιβραδύνθηκε τον Μάιο (+3,5% σε ετήσια βάση) από τον αμέσως προηγούμενο μήνα (+5,6%), παρότι τα εργοστάσια ανακτούν προοδευτικά το πλήρες παραγωγικό δυναμικό τους. Αναλυτές ανέμεναν αυτή τη μείωση.
Οι επενδύσεις σε πάγια κεφάλαια επιβραδύνθηκαν κι αυτές, παρότι ανακοινώθηκε αύξηση 4% σε ετήσια βάση τους πρώτους πέντε μήνες της χρονιάς. Πρόκειται για δείκτη δαπανών που αφορά ακίνητα, υποδομές, εξοπλισμό και μηχανές, τομείς στους οποίους βασίζεται η κυβέρνηση για να τονωθεί η δραστηριότητα.
Η κινεζική κυβέρνηση έχει θέσει στόχο φέτος η ανάπτυξη να κυμανθεί περί το 5% του ΑΕΠ· ο ρυθμός αυτός θα συγκαταλέγεται στους χαμηλότερους των τελευταίων δεκαετών για τον ασιατικό γίγαντα. Για να υποστηρίξει την ανάκαμψη της οικονομίας, η κινεζική κεντρική τράπεζα μείωσε σήμερα επιτόκιο αναφοράς για τα μεσοπρόθεσμα δάνεια, μέτρο που ανέμεναν οι αγορές.