Η ιταλική Γερουσία ενέκρινε χθες Πέμπτη οριστικά (107 ψήφοι υπέρ, 69 κατά) τον κρατικό προϋπολογισμό του 2023, τον πρώτο της κυβέρνησης συμμαχίας άκρας δεξιάς-δεξιάς υπό την πρωθυπουργό Τζόρτζα Μελόνι, ο οποίος ενστερνίζεται σε αδρές γραμμές τη φιλοσοφία του προκατόχου της, του πρώην προέδρου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας Μάριο Ντράγκι, προβλέποντας ιδίως μέτρα για την άμβλυνση των συνεπειών της απογείωσης των τιμών της ενέργειας και του υψηλού πληθωρισμού.
Δεν υπήρχε αμφιβολία πως το κείμενο —εγκρίθηκε την περασμένη Παρασκευή από την ιταλική Βουλή (221-152)— θα περνούσε, καθώς η κυβέρνηση το συνέδεσε με ψήφο εμπιστοσύνης. Αντίθετα με τη Βουλή, η Γερουσία μπορούσε να ψηφίσει τον προϋπολογισμό μόνο στο σύνολο, ενώ δεν υπήρξε πρακτικά συζήτηση για την ουσία των μέτρων που περιέχει.
«Αποστολή εξετελέσθη», δήλωσε ο υπουργός Οικονομικών Τζανκάρλο Τζορτζέτι μετά την ψηφοφορία, τονίζοντας ότι ο νόμος κέρδισε την εμπιστοσύνη των αγορών, των ευρωπαϊκών θεσμών και τελικά του ιταλικού κοινοβουλίου. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ενέκρινε στα μέσα Δεκεμβρίου το περίγραμμα του σχεδίου προϋπολογισμού της νέας κυβέρνησης στη Ρώμη, αν και χαρακτήρισε κάποια από τα μέτρα που προβλέπει ασύμβατα με πρότερες συστάσεις που είχε κάνει στην Ιταλία.
Το κείμενο περιέχει διατάξεις για τη στήριξη των επιχειρήσεων και των νοικοκυριών ώστε να αντιμετωπίσουν το υψηλό κόστος της ενέργειας, ιδίως φοροαπαλλαγές και επιδοτήσεις, συνολικού ύψους 21 δισ. ευρώ. Προβλέπει αύξηση του ελλείμματος στο 4,5% του ΑΕΠ, από το 3,4% για το οποίο γινόταν λόγος τον Σεπτέμβριο. Μια από τις διατάξεις του που επικρίθηκαν από κόμματα της αντιπολίτευσης ήταν η κατάργηση του μέτρου πρόνοιας Reddito di Cittadinanza («εισόδημα των πολιτών»).
Η αντιπολίτευση κατηγόρησε την κυβέρνηση πως άφησε ελάχιστο χρόνο για να μελετηθεί το σχέδιο προϋπολογισμού, κάτι που απέρριψε η συμπολίτευση επιχειρηματολογώντας ότι καθώς οι εκλογές έγιναν τον Σεπτέμβριο ήταν δεδομένο πως το χρονοδιάγραμμα για την έγκριση του νομοσχεδίου θα συρρικνωνόταν. Το κείμενο παρουσιάστηκε τον Νοέμβριο.
Μεταξύ άλλων, μειώνει την ελάχιστη ηλικία συνταξιοδότησης στα 62 έτη —τα συντάξιμα χρόνια πρέπει να είναι 41—, δίνει φορολογικά κίνητρα για προσλήψεις με συμβάσεις αορίστου χρόνου, δίνει φορολογικές αμνηστίες και ακυρώσεις ή μειώσεις προστίμων για εκπρόθεσμες βεβαιωμένες οφειλές προς το δημόσιο.
Οι μισθωτοί θα ωφεληθούν από τη μείωση του φόρου μισθωτών υπηρεσιών κατά 2% για τα εισοδήματα ως και 35.000 ευρώ τον χρόνο, όπως επί κυβέρνησης Ντράγκι, και κατά 3% για τα εισοδήματα κάτω από 25.000 ευρώ, ενώ η κατώτερη σύνταξη θα αυξηθεί στα 600 ευρώ για τους/τις δικαιούχους άνω των 75 ετών. Η κυβέρνηση της κυρίας Μελόνι συμπεριέλαβε στο κείμενο αύξηση του πλαφόν για πληρωμές σε μετρητά από τις 2.000 στις 5.000 ευρώ, παρότι στη διάταξη αυτή είχε εναντιωθεί η Κομισιόν, θεωρώντας πως αυξάνει τα περιθώρια φοροδιαφυγής.