«Eξωδικαστικές εκτελέσεις με συνοπτικές διαδικασίες» που είχαν θύματα «περισσότερους από 40» πολίτες και διαπράχθηκαν κατ’ αυτές από τον στρατό στις αρχές Αυγούστου στην Τουγκουρί, στη βόρεια Μπουρκίνα Φάσο, κατήγγειλαν δύο οργανώσεις υπεράσπισης ανθρωπίνων δικαιωμάτων με χωριστά δελτία Τύπου που δημοσιοποίησαν χθες Κυριακή. Η κυβέρνηση «διέψευσε» τους «ισχυρισμούς», διαβεβαιώνοντας ταυτόχρονα ότι ο στρατός διενεργεί έρευνα για να «επαληθεύσει» εάν οι «κατηγορίες αυτές» είναι «αληθείς και ακριβείς». Η Συλλογικότητα κατά της Ατιμωρησίας και του Στιγματισμού Κοινοτήτων (Collectif contre l'impunité et la stigmatisation des communautés, CISC) ενημερώθηκε από «αυτόπτες μάρτυρες και συγγενείς» των θυμάτων στην κοινότητα Τουγκουρί, «πιο συγκεκριμένα στο χωριό Ταφογκό» (κεντρικά-βόρεια), «για αρκετές απαγωγές που ακολουθήθηκαν από εξωδικαστικές εκτελέσεις με συνοπτικές διαδικασίες», ανέφερε η οργάνωση υπεράσπισης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην ανακοίνωση Τύπου που έδωσε στη δημοσιότητα.
«Συνολικά, βρέθηκαν πάνω από 40 πτώματα κατά μήκος του δρόμου Ταφογκό-Μπουρούμ», σύμφωνα με τη CISC, η οποία διευκρίνισε πως τα θύματα είχαν όλα «δεμένα χέρια και σφαλισμένα μάτια». Η CISC προσθέτει πως συγκλίνουσες μαρτυρίες περιγράφουν «τους φερόμενους ως δράστες των απαγωγών που ακολουθήθηκαν από τις συστηματικές εκτελέσεις ως στοιχεία των δυνάμεων ασφάλειας και άμυνας που ήταν ντυμένα στα μαύρα και φόραγαν κουκούλες», είχαν καλυμμένα τα πρόσωπα. Εκτιμώντας, από την πλευρά της, πως «πάνω από πενήντα άοπλοι άμαχοι» στο Τουγκουρί «απήχθησαν και εκτελέστηκαν στον δρόμο προς το Μπουρούμ από τις δυνάμεις ασφάλειας και άμυνας», το Παρατηρητήριο Ανθρώπινης Αξιοπρέπειας (Observatoire de la dignité humaine, ODH) «καταδίκασε αυτές τις βάρβαρες ενέργειες, που είναι ανάξιες της εποχής μας». Σύμφωνα με το ODH, το οποίο επικαλέστηκε πηγές στην περιοχή, «σχεδόν όλα τα θύματα ήταν (σ.σ.: μέλη της φυλής) Πελ, συμπεριλαμβανομένων γυναικών και παιδιών», ενώ «ορισμένα θύματα απήχθησαν σε αγορά της Τουγκουρί και άλλα στα σπίτια τους».
Οι αρχές πρέπει να λογοδοτήσουν για την επανεμφάνιση «αυτών των άδικων, βάρβαρων πρακτικών, που δεν είναι αντάξιες ενός δημοκρατικού στρατού κι έχουν συμβάλει να βυθιστεί η Μπουρκίνα Φάσο σε αυτή την κατάσταση», στην κρίση ασφαλείας που βιώνει, πρόσθεσε σε αγανακτισμένο τόνο η ΜΚΟ. Η Συλλογικότητα κάλεσε «συγκεκριμένα στοιχεία» του στρατού «να σταματήσουν την πρακτική των απαγωγών αμάχων (...) και των εξωδικαστικών εκτελέσεων με συνοπτικές διαδικασίες με προκάλυψη τον αγώνα εναντίον της τρομοκρατίας». Κάλεσε τον αρχηγό του κράτους (σ.σ.: τον αντισυνταγματάρχη Πολ-Ανρί Σανταογκό Νταμπιμπά, που ανέτρεψε τον εκλεγμένο πρόεδρο Ροκ Μαρκ Κριστιάν Καμπορέ και κατέλαβε την εξουσία τον Ιανουάριο) να ορίσει «νέο πλαίσιο δράσης των στρατιωτικών αυτών», που υποβαθμίζουν «τον αγώνα κατά της τρομοκρατίας στην εξόντωση κατοίκων χωριών όπου ζει μια συγκεκριμένη κοινότητα». «Η κυβέρνηση διαψεύδει και καταδικάζει, με τον πλέον έντονο τρόπο, αυτούς τους ισχυρισμούς που έχουν σκοπό να αμαυρωθεί ο στρατός, που παραμένει δημοκρατικός και αποφασιστικά δοσμένος στον αγώνα εναντίον της τρομοκρατίας, στην υπεράσπιση της ηρεμίας και της ασφάλειας του πληθυσμού», αντέτεινε μιλώντας στο Γαλλικό Πρακτορείο ο εκπρόσωπός της Λιονέλ Μπιλγκό.
«Ο στρατός άρχισε ήδη να διενεργεί έρευνα για να επαληθεύσει εάν είναι αληθείς και ακριβείς οι κατηγορίες αυτές. Αν έχουν βάση (...) θα αποδοθούν όλες οι ευθύνες που αναλογούν», διαβεβαίωσε ο κ. Μπιλγκό, που είναι επίσης υπουργός Παιδείας. Σε δελτίο Τύπου που είχε δώσει στη δημοσιότητα στα τέλη Ιουνίου, ο στρατός «ανακαλούσε στην τάξη ορισμένα στοιχεία του, συμπεριλαμβανομένων εθελοντών για την υπεράσπιση της πατρίδας (σ.σ.: παραστρατιωτικοί, βοηθητικοί των ένοπλων δυνάμεων)» αξιώνοντας «να τηρούν τις αρχές του». Οι ένοπλες δυνάμεις της Μπουρκίνα Φάσο, που κατηγορούνται συχνά για εξωδικαστικές εκτελέσεις, διαψεύδουν πάγια, ενίοτε επιρρίπτοντας την ευθύνη σε ένοπλες οργανώσεις που χρησιμοποιούν στρατιωτικό υλικό. Άλλες ΜΚΟ, ανάμεσά τους το Παρατηρητήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (Human Rights Watch, HRW), είχαν ήδη κατηγορήσει το 2020 τις δυνάμεις ασφαλείας της Μπουρκίνα Φάσο για «εξωδικαστικές εκτελέσεις» κατά τη διάρκεια αντιτρομοκρατικών επιχειρήσεων, μετά τον εντοπισμό «ομαδικών τάφων που περιείχαν τουλάχιστον 180 πτώματα» στην Τζιμπό, πρωτεύουσα της επαρχίας Σουμ, μιας από αυτές που πλήττονται περισσότερο από τη δράση των τζιχαντιστών. Η βία στην Μπουρκίνα Φάσο έχει στοιχίσει τη ζωή σε χιλιάδες ανθρώπους από το 2015 κι έχει αναγκάσει σχεδόν δύο εκατομμύρια άλλους να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους.