Με την υποστήριξη της Europol και της Eurojust, η κρατική αστυνομία της Λετονίας και η λιθουανική αστυνομία συνέλαβαν πάνω από 100 άτομα στη Ρίγα και το Βίλνιους με την υποψία ότι εμπλέκονται σε διεθνή απάτη με τηλεφωνικά κέντρα. Σύμφωνα με πρώτους υπολογισμούς, οι συλληφθέντες πιστεύεται ότι κατάφεραν να αποσπούν περισσότερα από 3 εκατ. ευρώ κάθε μήνα με αυτό τον τρόπο από τα θύματά τους.
Στις 24 και 25 Μαρτίου εκατοντάδες αξιωματικοί, συμπεριλαμβανομένων των ειδικών ομάδων επέμβασης, πραγματοποίησαν έφοδο σε συνολικά τρία τηλεφωνικά κέντρα που ανήκαν στην ομάδα οργανωμένου εγκλήματος με τα μέλη της να κατηγορούνται για εξαπάτηση θυμάτων σε όλο τον κόσμο.
Υπό τις διαταγές τους, είχε δημιουργηθεί ένας «στρατός» έως και 200 ψεύτικων «εμπόρων», που μιλούσαν αγγλικά, ρωσικά, πολωνικά και ινδικά , όπου καλούσε ανυποψίαστα θύματα και τους έπειθε να δώσουν μέρος των οικονομιών τους καθώς τους υπόσχονταν προσοδοφόρες επενδυτικές ευκαιρίες. Επενδύσεις σε bitcoin, εμπορεύματα και ξένα νομίσματα που ήταν όλα όμως ψεύτικες ελπίδες.
Μετά την έφοδο οι αρχές κατάφεραν να συλλάβουν 80 άτομα στην Λετονία και 28 στη Λιθουανία, ενώ κατασχέθηκαν, μετρητά, χρήματα σε λογαριασμούς και πολυτελή οχήματα καθώς και περισσότερα από 95.000 ευρώ σε κρυπτονομίσματα.
Το Ευρωπαϊκό Κέντρο Χρηματοοικονομικού και Οικονομικού Εγκλήματος της Europol υποστήριξε την έρευνα από την αρχή συγκεντρώνοντας εθνικούς ερευνητές από τη Λετονία και τη Λιθουανία ώστε να χαράξουν μια κοινή στρατηγική και να οργανώσουν την εντατική ανταλλαγή αποδεικτικών στοιχείων που απαιτούνται για την προετοιμασία της τελικής φάσης της έρευνας.
Επίσης, εμπειρογνώμονες της Europol τόσο από το Ευρωπαϊκό Κέντρο Οικονομικού και Οικονομικού Εγκλήματος όσο και από το Ευρωπαϊκό Κέντρο για το Έγκλημα στον κυβερνοχώρο βρέθηκαν στη Λετονία και τη Λιθουανία για να βοηθήσουν τις εθνικές αρχές.
Η Eurojust από την πλευρά της, υποστήριξε με τη σύσταση μιας κοινής ομάδας έρευνας για την υπόθεση και οργάνωσε ταχύτατα μια συνάντηση ώστε να συντονιστούν οι ομάδες.