Σε μια μεγάλη παρέμβαση για να πέσει η διεθνής τιμή του πετρελαίου προχωρά σήμερα ο Αμερικανός πρόεδρος Μπάιντεν, αποδεσμεύοντας 1 εκατ. βαρέλια ημερησίως από τα αμερικανικά στρατηγικά αποθέματα, για χρονική διάρκεια που δεν έχει διευκρινισθεί, αλλά δεν αποκλείεται να φθάσει και σε αρκετούς μήνες. Μετά τη δημοσιοποίηση αυτών των πληροφοριών από αμερικανικά μέσα, η τιμή του μπρεντ υποχώρησε έως και 4,6%, στα 105 δολ. το βαρέλι, ενώ πριν τις 7 π.μ. διαπραγματευόταν στα 106 δολ.
Όπως μεταδίδουν αμερικανικά μέσα, ο πρόεδρος Μπάιντεν ετοιμάζεται να διατάξει αυτή την παρέμβαση για να χαλιναγωγηθεί το κόστος των καυσίμων και να ελεγχθούν οι πιέσεις στις τιμές, τις οποίες έχουν προκαλέσει οι διεθνείς κυρώσεις που επιβλήθηκαν στη Ρωσία για την εισβολή στην Ουκρανία
Η ανακοίνωση αναμένεται σήμερα, καθώς είναι προγραμματισμένες δηλώσεις του Μπάιντεν σχετικά με τα σχέδια της κυβέρνησής του για αντιμετώπιση της αύξησης των ενεργειακών τιμών. Η διάρκεια της παρέμβασης στην αγορά δεν έχει οριστικοποιηθεί, αλλά μπορεί να διαρκέσει αρκετούς μήνες, σύμφωνα με πηγές που γνωρίζουν το θέμα.
Παρά τις επίμονα υψηλές τιμές του πετρελαίου, δεν υπάρχουν προς το παρόν ενδείξεις ότι θα αυξηθεί η παραγωγή, κάτι που δημιουργεί μια σοβαρή πρόκληση για τον Μπάιντεν. Ο πρόεδρος είδε τη δημοτικότητά του να βυθίζεται, καθώς ο πληθωρισμός έφθασε σε υψηλό 40 ετών το Φεβρουάριο και το κόστος των καυσίμων κίνησης αυξήθηκε μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία. Η τιμή του αργού πετρελαίου ξεπερνά σταθερά τα 100 δολάρια το βαρέλι, από περίπου 60 δολάρια πριν από ένα χρόνο.
Ωστόσο, οι παραγωγοί πετρελαίου έχουν επικεντρωθεί περισσότερο στην κάλυψη των αναγκών των επενδυτών, σύμφωνα με έρευνα που δημοσιεύθηκε την προηγούμενη εβδομάδα από την Ομοσπονδιακή Τράπεζα του Ντάλας. Το 59% των στελεχών που συμμετείχαν στην έρευνα δήλωσαν ότι οι πιέσεις των επενδυτών για διατήρηση της πειθαρχίας στις λειτουργικές και επενδυτικές δαπάνες είναι ο λόγος που δεν αυξάνουν την παραγωγή, ενώ λιγότερο από το 10% απέδωσαν την απροθυμία για αύξηση παραγωγής σε ρυθμιστικές παρεμβάσεις που έχουν γίνει από την Ουάσιγκτον.
Η σταθερή αποδέσμευση από τα αποθέματα μιας ποσότητας 1 εκατ. βαρελιών ημερησίως, η οποία αντιστοιχεί στην ημερήσια παραγωγή του Ομάν, θα πρόσθετε μια σημαντική ποσότητα στην αγορά και θα επέτρεπε να καλυφθεί, σχεδόν, το χάσμα που έχει δημιουργηθεί στην αμερικανική παραγωγή, μετά την απότομη μείωση που προκάλεσε, τον Μάρτιο του 2020, το ξέσπασμα της πανδημίας.
Η κυβέρνηση Μπάιντεν ανακοίνωσε τον Νοέμβριο την αποδέσμευση 50 εκατ. βαρελιών από το στρατηγικό απόθεμα σε συντονισμό με άλλες χώρες, ενώ μετά την έναρξη του ουκρανικού πολέμου, οι ΗΠΑ και 30 άλλες χώρες συμφώνησαν σε πρόσθετη απελευθέρωση 60 εκατομμυρίων βαρελιών από αποθέματα, με το ήμισυ του συνόλου να προέρχεται από τις ΗΠΑ. Σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία του υπουργείου Ενέργειας, τα αμερικανικά αποθέματα πετρελαίου έφθαναν τα 568 εκατ. βαρέλια στις 25 Μαρτίου.
Αξίζει να σημειωθεί ότι η αμερικανική κυβέρνηση έχει προσπαθήσει τις τελευταίες εβδομάδες, χωρίς επιτυχία, να πείσει τις χώρες του ΟΠΕΚ να αυξήσουν την παραγωγή τους. Επιπλέον, βρίσκονται σε εξέλιξη διαπραγματεύσεις για το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν που θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε άρση των κυρώσεων και πλήρη επάνοδο της παραγωγής του στις αγορές. Η Ρωσία, όμως, προκαλεί εμπλοκή στις συνομιλίες. Σκέψεις υπήρξαν και για περιορισμό των κυρώσεων, ώστε να αυξηθούν οι εξαγωγές από τη Βενεζουέλα, αλλά προς το παρόν δεν υπάρχει πρόοδος.
Έτσι, η τελευταία επιλογή για τον Μπάιντεν, που είναι αντιμέτωπος τον Νοέμβριο με ενδιάμεσες εκλογές για τα δύο νομοθετικά σώματα και έχει τον κίνδυνο να χάσουν οι Δημοκρατικοί την πλειοψηφία, ήταν η παρέμβαση με αποδέσμευση πετρελαίου από τα στρατηγικά αποθέματα.