Συρρίκνωση της ρωσικής οικονομίας άνω του 10% για το 2022 αναμένει ο οίκος αξιολόγησης Scoop, λόγω της ενίσχυσης των πληθωριστικών πιέσεων, της σύσφιξης των χρηματοοικονομικών συνθηκών, της εκροής κεφαλαίων και φυσικά των δυτικών κυρώσεων.
Όπως αναφέρεται στην έκθεση η ταχέως συρρικνούμενη οικονομία της χώρας αποτελεί μία δραματική ανατροπή από τις οικονομικές προοπτικές πριν από τον πόλεμο, όταν οι ανοδικές τιμές της ενέργειας και η ανάκαμψη από την κρίση του Covid-19 υπογράμμισαν τις προσδοκίες για ισχυρή ανάπτυξη. Σημειώνεται ότι η Scope τον Δεκέμβριο είχε εκτιμήσει ότι ο ρυθμός ανάπτυξης της Ρωσίας θα έφθανε φέτος το 2,7%, αλλά οι αβεβαιότητες που δημιουργεί ο πόλεμος αλλά και η πραγματική επίπτωση των κυρώσεων καθιστούν, πλέον, ανέφικτη αυτήν την πρόβλεψη.
Σύμφωνα με τον οίκο αξιολόγησης η ταχύτητα, το βάθος και το εύρος των διεθνών κυρώσεων που επιβλήθηκαν στη ρωσική οικονομία έχουν υποβαθμίσει σοβαρά την οικονομική παραγωγή ενώ αυξάνουν τη δυνατότητα βραχυπρόθεσμης επιλεκτικής χρεοκοπίας, όπως αντικατοπτρίζεται στην υποβάθμισή μας της πιστοληπτικής ικανότητας της Ρωσίας σε C την περασμένη εβδομάδα.
Η Τράπεζα της Ρωσίας αύξησε το βασικό της επιτόκιο στο 20% στις 28 Φεβρουαρίου 2022 από 9,5% για να βοηθήσει στην υπεράσπιση του ρουβλίου, το οποίο έχει χάσει περισσότερο από το ήμισυ της αξίας του έναντι του δολαρίου ΗΠΑ από την αρχή του τρέχοντος έτους. Παράλληλα αναμένει σημαντική επιτάχυνση του πληθωρισμού βραχυπρόθεσμα και σοβαρό αντίκτυπο στην εμπιστοσύνη των επιχειρήσεων και των καταναλωτών, στη δημιουργία θέσεων εργασίας καθώς και στις επενδύσεις. Ο πληθωρισμός ήταν αυξημένος 9,2% σε ετήσια βάση τον Φεβρουάριο, ακόμη και πριν από την απότομη πτώση της τιμής του ρουβλίου. Εκτιμάται ότι ο πληθωρισμός θα είναι κατά μέσο όρο γύρω στο 15% το 2022.
Η εκτίμηση του οίκου Scope για την πορεία της ρωσικής οικονομίας
Μακροπρόθεσμα, οι επιπτώσεις του πολέμου και των κυρώσεων υπονομεύουν το ήδη ήπιο μεσοπρόθεσμο αναπτυξιακό momentum της χώρας, με τη μέση εκτίμηση πριν από την έναρξη του πολέμου να τοποθετείται μεταξύ 1,2% και 2%. Η καθαρή εκροή ιδιωτικών κεφαλαίων από τη Ρωσία επιταχύνθηκε, φθάνοντας στα 72 δισ. δολάρια το 2021 από 50,3 δισ. δολάρια το 2020 και 22,5 δισ. δολάρια το 2019.
Το πάγωμα των επενδυτικών ροών εμποδίζει τον μετασχηματισμό του οικονομικού μοντέλου της Ρωσίας ώστε να υπάρξει τη μείωση της συμμετοχής του κράτους στην οικονομία, η οποία έχει αποθαρρύνει τον ανταγωνισμό και τις ιδιωτικές επενδύσεις. Το ρωσικό κράτος εκτιμάται ότι αντιπροσωπεύει περίπου το 40% της προστιθέμενης αξίας του επίσημου τομέα και το ήμισυ της απασχόλησης στον επίσημο τομέα.
Ανεξάρτητα από τον σχεδιασμό οποιωνδήποτε περαιτέρω κυρώσεων που ενδέχεται να στοχεύουν στον ενεργειακό τομέα της Ρωσίας, οι εντατικοποιημένες πρωτοβουλίες της Ευρώπης για μείωση της εξάρτησής της από το ρωσικό πετρέλαιο και φυσικό αέριο είναι πιθανό να επιδεινώσουν τις μεσοπρόθεσμες προκλήσεις για τη ρωσική οικονομία, δεδομένης της έλλειψης φιλοδοξίας της κυβέρνησης στο παρελθόν να αντιμετωπίσει η διαρθρωτική εξάρτηση της οικονομίας από τις εξαγωγές ενέργειας.
Η Ρωσία θα μπορούσε να εξουδετερώσει τα ευρωπαϊκά μέτρα εν μέρει μέσω μεγαλύτερης ενεργειακής συνεργασίας με άλλες χώρες, όπως η Κίνα και η Ινδία. Η ΕΕ είναι ο μεγαλύτερος εμπορικός εταίρος της Ρωσίας, με εισαγωγές ρωσικού πετρελαίου, φυσικού αερίου και άνθρακα αξίας περίπου 100 δισ. ευρώ το 2021, που ισοδυναμεί με σχεδόν τα δύο τρίτα όλων των εισαγωγών από τη Ρωσία.
Επί του παρόντος, οι υψηλές τιμές ενέργειας στηρίζουν το σημαντικό πλεόνασμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών της Ρωσίας, που εκτιμάται σε 39,2 δισ. δολάρια τον Ιανουάριο και τον Φεβρουάριο του τρέχοντος έτους, και αποτελούν κρίσιμη πηγή εσόδων από συνάλλαγμα, ειδικά αφού οι κυρώσεις έχουν παγώσει περίπου το ήμισυ των διεθνών αποθεμάτων της Ρωσίας.