Μέχρι πριν μερικούς μήνες ο τομέας real estate της Κίνας συμπεριλαμβανόταν σε αυτούς που οδηγούσαν την «ατμομηχανή» της ανάπτυξης, για μία οικονομία που έβλεπε συνεχώς τη μεσαία τάξη να καθίσταται πιο πλούσια και να ξοδεύει περισσότερο. Μία μεσαία τάξη που αποτελεί τον στόχο δεκάδων πολυεθνικών εταιρειών, καθώς παραμένει διψασμένη για δυτικά προϊόντα, ενώ κατακλύζει τους τουριστικούς προορισμούς ανά την υφήλιο.
Παράλληλα ο ίδιος τομέας αποτελούσε μία ένδειξη «δυτικής στροφής» για την κινεζική οικονομία. Αλλά όπως όλα δείχνουν δεν πρόκειται για ένα παραμύθι με καλό τέλος.
Τα πρώτα προβλήματα εμφανίστηκαν με την Evergrande, η οποία μπορεί ως δια μαγείας να βρήκε χρήματα για να πληρώσει κάποια κουπόνια ομολόγων της σε ξένους επενδυτές, αλλά σε καμία περίπτωση δεν θεωρείται ότι έχει ξεφύγει από τον κίνδυνο κατάρρευσης, που μπορεί να συμπαρασύρει μαζί του κινεζικές τράπεζες (κυρίως τοπικές) αλλά και μία σειρά εν εξελίξει projects.
Το δεύτερο περιστατικό αναδύθηκε την Παρασκευή με την Kaisa Group, με διακοπή διαπραγμάτευσης της μετοχής της στην αγορά του Χονγκ Κονγκ, μετά από φημολογία ότι η θυγατρική της Kaisa Capital δεν κατόρθωσε να αποπληρώσει ένα ειδικό επενδυτικό προϊόν που είχε δημιουργήσει. Σε αναστολή διαπραγμάτευσης τέθηκαν και οι μετοχές των Kaisa Capital, Kaisa Health και Kaisa Prosper.
Άλλωστε είχε προηγηθεί η υποβάθμιση της αξιολόγησης της Kaisa Group, την προηγούμενη εβδομάδα, από S&P Global Ratings και Fitch Ratings. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι, βάσει στοιχείων της Natixis, η Kaisa Group είναι ο δεύτερος μεγαλύτερος εκδότης ομολόγων σε δολάρια στην Κίνα, με την Evergrande να κατέχει την πρώτη θέση. Όπως, δε, σημειώνει η Fitch ο όμιλος έχει τεράστιες υποχρεώσεις αποπληρωμής χρέους έως το τέλος του 2022, με το ποσό των 400 εκατ. δολαρίων να πρέπει να καταβληθεί έως τον Δεκέμβριο του 2021 και περί των τριών δισ. δολαρίων εντός του 2022.
Η αγορά real estate της Κίνας
Πρόκειται για τον κλάδο με τη μεγαλύτερη συνεισφορά στο κινεζικό ΑΠΕ, καθώς αντιπροσωπεύει το 25% εάν συνυπολογιστούν και οι υπόλοιποι τομείς που εξαρτώνται από αυτόν.
Ένα τεράστιο οικοσύστημα προμηθευτών και παρόχων υπηρεσιών έχει ανθίσει γύρω από γιγαντιαίους κατασκευαστές ακινήτων και η ακίνητη περιουσία έχει διαδραματίσει κρίσιμο ρόλο στη δημιουργία θέσεων εργασίας και στην αύξηση των φορολογικών εσόδων των τοπικών κυβερνήσεων, καθώς οι πωλήσεις γης αντιπροσωπεύουν το ένα τρίτο των εσόδων τους, τα οποία ανήλθαν σε 27,3 τρισ. γουάν (4,3 τρισ. δολάρια) το 2020, σύμφωνα με τη Nomura.
Μία αγορά ακινήτων υψηλού ρίσκου
Παράλληλα τα ακίνητα αντιπροσωπεύουν το 40% των περιουσιακών στοιχείων που ανήκουν σε κινεζικά νοικοκυριά, σύμφωνα με την Macquarie, εγείροντας ανησυχίες ότι εάν η φούσκα σκάσει, οι καταναλωτές θα περιορίσουν τις δαπάνες τους, με δημιουργία ενός ντόμινο που θα πλήξει και άλλους οικονομικούς τομείς.
Η αξία των πωλήσεων γης σε εθνικό επίπεδο υποχώρησε 17,5% τον Αύγουστο σε σχέση με ένα χρόνο νωρίτερα, σύμφωνα με υπολογισμούς του Reuters , το οποίο στηρίχθηκε στα επίσημα στοιχεία του κινεζικού υπ. Οικονομικών, μία πτώση που ήταν η μεγαλύτερη από τον Φεβρουάριο του 2020.
Ταυτόχρονα στην Κίνα υπάρχουν περί των 65 εκατ. άδειων σπιτιών, ενώ προκειμένου να κατανοήσει κάποιος το μέγεθος αρκεί να αναφερθεί ότι αυτά μπορούν να στεγάσουν τα νοικοκυριά Βρετανίας και Γαλλίας. Η ύπαρξή τους είναι αποτέλεσμα της τεράστιας οικοδομικής έκρηξης αλλά και μίας διάθεσης για αδηφάγο κερδοφορία.
Ποντάροντας στη διαρκή ανάπτυξη, ένα πολύ μεγάλο ποσοστό του πληθυσμού των 1,4 δισ. κατοίκων της Κίνας, πιθανώς το 70%, έχουν δεσμεύσει τις αποταμιεύσεις τους σε ακίνητα. Βάσει στοιχείων της Κεντρικής Τράπεζας της Κίνας στο 93,6% των κατοίκων των αστικών περιοχών ζούσε σε ιδιόκτητη κατοικία. Πρόκειται για ένα από τα υψηλότερα επίπεδα διεθνώς. Η αγορά ακινήτων συνέχισε να επεκτείνεται επειδή όλοι όσοι δραστηριοποιούνται σε αυτή – κατασκευαστές, διαχειριστές ακινήτων, επενδυτές – θεωρούν ότι ο κλάδος είναι τόσο σημαντικός ώστε το Πεκίνο δεν θα τον άφηνε ποτέ να καταρρεύσει.
Όμως ο τομέας ακινήτων της Κίνας εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από την τραπεζική χρηματοδότηση, με αποτέλεσμα πολλές εταιρείες του να έχουν τεράστια ανοίγματα. Στο τέλος του β’ τριμήνου εκτιμάται από τη Nomura ότι το συνολικό χρέος των κινεζικών εταιρειών ανάπτυξης ακινήτων φθάνει στα 33,5 τρισ. γουάν, δηλαδή το 1/3 του ΑΕΠ, ποσό υπερδιπλάσιο σε σύγκριση με το 2015. Το ανεξόφλητο επίπεδο των χρεών ισοδυναμεί με το ιαπωνικό ΑΕΠ, δηλαδή με το σύνολο της αξίας της τρίτης μεγαλύτερης οικονομίας της υφηλίου.
Έκρηξη των τιμών ακινήτων σε αρκετές μεγάλες πόλεις της Κίνας
Από την πλευρά της η Refinitiv έχει αναφέρει ότι εντός του 2022 οι κινεζικές εταιρείες real estate οφείλουν να πληρώσουν ομόλογα αξίας 92,3 δισ. δολαρίων, ενώ οι αθετήσεις πληρωμών έχουν εκτοξευθεί το τελευταίο διάστημα, φθάνοντας στα 21,5 δισ. γουάν στα τέλη Αυγούστου. Το 2020, οι πωλήσεις κατοικιών αυξήθηκαν 3,2% στα 1.549 εκατομμύρια τετραγωνικά μέτρα σε σύγκριση με το προηγούμενο έτος, με την αξία τους να ενισχύεται 10,8% και να φθάνει στα 15,5 τρισ. γουάν, όπως αναφέρει η κινεζική στατιστική υπηρεσία.
Ωστόσο, η αγορά ακινήτων της Κίνας άρχισε να επιβραδύνεται το 2021, καταγράφοντας τη μεγαλύτερη πτωτική τάση από το 2015 στις νέες κατασκευές, ενώ οι πωλήσεις ακινήτων ανά επιφάνεια ορόφου μειώθηκαν κατά 15,8% τον Σεπτέμβριο, την τρίτη μηνιαία πτώση στη σειρά. Οι τιμές των κατοικιών στην Κίνα έχουν εκτιναχθεί στα ύψη την τελευταία δεκαετία. Διαφέρουν πολύ μεταξύ των περιοχών της Κίνας, αλλά, κατά μέσο όρο, οι τιμές έχουν αυξηθεί κατά 99% στα 9.980 γουάν ανά τετραγωνικό μέτρο το 2020 από 5.011 γουάν το 2011.
Στα τέλη Σεπτεμβρίου, τα απούλητα αποθέματα κατοικιών έφτασαν τα 224,2 εκατ. τετραγωνικά μέτρα, από 223,8 εκατ. τετραγωνικά μέτρα στο τέλος του 2020. Παράλληλα στα τέλη Ιουνίου τα ανεξόφλητα δάνεια των νοικοκυριών σε εγχώριο και ξένο νόμισμα, το μεγαλύτερο μέρος των οποίων είναι στεγαστικά, έφθανε στα 67,8 τρισ. γουάν (10,6 τρισ. δολάρια), με τα στοιχεία να έχουν δοθεί από την κινεζική κεντρική τράπεζα.
«Σύννεφα» για την κινεζική οικονομία
Πιθανή, όμως, κατάρρευση είτε της Evergrande είτε κάποιας άλλης μεγάλης κινεζικής εταιρείας real estate, υπό την προϋπόθεση πάντα ότι το Πεκίνο –φανερά ή κρυφά- δεν θα παρέμβει και θα τις διασώσει, καθώς διαθέτει και τεράστια συναλλαγματικά αποθέματα αποτελεί έως ένα βαθμό και «αποκάλυψη» του τρόπου με τον οποίο λειτουργεί η κινεζική οικονομία.
Όπως αναφέρουν πολιτικοί και οικονομικοί αναλυτές η Evergrande αποτελεί απλά μία από τις πολλές κρίσεις που κρύβονται στην Κίνα και στην ταχύτατα αναπτυγμένη οικονομία της, ενώ απειλεί να καταστρέψει τη δική της ατμομηχανή που δεν είναι άλλη από τη μεσαία τάξη. Ταυτόχρονα η χώρα αναμένεται να βρεθεί σύντομα αντιμέτωπη με έναν πληθυσμό που γερνάει, λόγω των πολλών χρόνων της πολιτικής του ενός παιδιού, ενώ η πανδημία δημιούργησε μερικά ακόμη τρωτά σημεία στην πανοπλία του Πεκίνου.
Ένα εξ αυτών και ίσως το πιο σοβαρό είναι στο project «Δρόμος του Μεταξιού» (Belt and Road Initiative – BRI), με την Κίνα να το χρησιμοποιεί προκειμένου να ενισχύσει τη θέση της σε εμπορικό, στρατιωτικό και διπλωματικό επίπεδο. Όμως όλα δεν πηγαίνουν βάσει των σχεδιασμών. Αρκετές αναδυόμενες αγορές, όπως το Τζιμπουτί και η Ζάμπια, «ξυπνούν» και ανακαλύπτουν ότι οι υποσχέσεις του Πεκίνου τελικά ήταν «πολύ καλές για να είναι αληθινές».
Στην περίπτωση του Τζιμπουτί, το οποίο βρίσκεται σε ένα στρατηγικό σημείο μεταξύ Ερυθράς Θάλασσας και του Κόλπου του Άντεν, η κυβέρνηση αποφάσισε να παραδώσει στην Κίνα την κορυφαία εταιρεία της, Doraleh Container Terminal, την οποία στο παρελθόν διαχειρίζονταν οι DP World και πλέον έχει περάσει στην κρατική κινεζική εταιρεία China Merchants Group.
Αποτέλεσμα; Εγκατάλειψη από τους ξένους επενδυτές, τεράστια χρέη κυρίως προς το Πεκίνο τα οποία δεν υπάρχει ούτε η διάθεση αλλά ούτε και η δυνατότητα να αποπληρωθούν και πλήρης «κινεζοποίηση» της εταιρείας, στην οποία το εργατικό δυναμικό της οποίας είναι μόνο Κινέζοι, αλλά σε μία χώρα όπου η ανεργία είναι το μεγαλύτερο πρόβλημα και τρέχει με ασύλληπτους ρυθμούς.
Ανάλογα προβλήματα έχουν σημειωθεί και σε άλλες χώρες, με αποτέλεσμα το Πεκίνο να αναζητά τρόπους να φτιάξει την «έξωθεν εικόνα του». Είναι κάτι που το παραδέχθηκε και ο πρόεδρος της χώρας, Σι, στις αρχές του 2021, καθώς τόνισε, μιλώντας στην Κεντρική Επιτροπή (Politburo) του κομμουνιστικού κόμματος ότι η Κίνα «χρειάζεται να δημιουργήσει μία πιο συμπαθητική εικόνα προς τα έξω». Αλλά από τις προθέσεις έως την εφαρμογή των υποσχέσεων υπάρχει ακόμη μεγάλη απόσταση. Σύμφωνα με κάποιους αναλυτές η κρίση της Evergrande αποτελεί «την αρχή του τέλους του κινεζικού μοντέλου ανάπτυξης όπως το γνωρίζαμε μέχρι σήμερα».