Η Ευρώπη βρίσκεται αντιμέτωπη με ένα δεύτερο κύμα της πανδημίας, με τα νέα κρούσματα να αυξάνουν και τα συστήματα υγείας παρά την όποια προετοιμασία έχει γίνει να βρίσκονται, σε αρκετές χώρες, στα όριά τους.
Αν στο πρώτο κύμα η επιβολή καραντίνας σε πολλές χώρες της Γηραιάς Ηπείρου αποτέλεσε την πρώτη επιλογή, έχει καταστεί σαφές ότι το τρέχον διάστημα οι Ευρωπαίοι ηγέτες θέλουν να αποφύγουν ένα τέτοιο ενδεχόμενο.
Κλασσική των παραπάνω προθέσεων ήταν, άλλωστε, και η περιγραφή του Έλληνα πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη στο διάγγελμά του την Πέμπτη για το τι μπορεί να επιφέρει ένας δεύτερος γύρος lockdown. «Τα καθολικά μέτρα μπορεί να φαίνονται απλά. Και, όντως, ήταν εξαιρετικά αποτελεσματικά στην πρώτη φάση της πανδημίας. Μεσοπρόθεσμα, όμως, φέρνουν τραγικές επιπτώσεις στην οικονομία και μεγάλες αδικίες στην κοινωνία. Ξέρουμε ότι παγώνοντας όλες τις δραστηριότητες η μετάδοση του ιού περιορίζεται. Ήταν το δίδαγμα της Άνοιξης, μας κόστισε όμως πάρα πολύ. «Lockdown» σημαίνει κλειστές επιχειρήσεις και ανεργία. Λιγότερα δημόσια έσοδα και μεγάλη ύφεση. (...) Κυρίως, όμως, «lockdown» σημαίνει κοινωνική μεροληψία. Γιατί η ακίνητη οικονομία κινητοποιεί ανισότητες. Όπως και τα κλειστά σχολεία φέρνουν μόνο κλειστά μυαλά. Άλλωστε, κάθε οριζόντιος περιορισμός είναι άδικος. Γιατί εξισώνει διαφορετικά βάρη επάνω στις πλάτες όλων», τόνισε ο κ. Μητσοτάκης εκφράζοντας με απόλυτα παραστατικό τρόπο αυτό που πιστεύουν οι περισσότεροι ομόλογοί του στην Ευρώπη.
Όμως, όπως σημειώνει σε ανάλυσή του το Bloomberg, υπάρχει μία εναλλακτική λύση που φαίνεται ότι κερδίζει έδαφος, πρόκειται για την επιβολή ενός «lockdown lite», στο οποίο θα ισχύουν, μεν, περιοριστικά μέτρα αλλά όχι ανάλογης έκτασης με αυτά της περασμένης άνοιξης. Βασική αιτία γι’ αυτήν την επιλογή το γεγονός ότι όλοι έχουν κατανοήσει ένα νέο πάγωμα της επιχειρηματικής δραστηριότητας θα «ισοπεδώσει» την ούτως ή άλλως εύθραυστη ανάκαμψη
Η «ελαφρά καραντίνα» στοχεύει να σταματήσει όσο τον δυνατόν περισσότερο την εξάπλωση της Covid-19 αλλά όχι να την εξαφανίσει, εστιάζοντας στην επιβολή κατά τόπους περιοριστικών μέτρων, επιβάλλοντας την καθολική χρήση μάσκας, αλλά αφήνοντας ανοιχτά εκπαιδευτικά ιδρύματα, τον πολύπαθο χώρο της εστίασης αλλά και εν γένει το σύνολο των επιχειρήσεων.
Βέβαια, όπως έχει δείξει το παράδειγμα της περιοχής Ασίας – Ειρηνικού το «ελαφρύ lockdown» έχει αποτελέσματα όταν συνδυάζεται με μία ευρύτερη τακτική πραγματοποίησης όλο και περισσότερων τεστ και μεθόδων έγκαιρης ιχνηλάτησης κρουσμάτων.
Οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις, ιδιαίτερα αυτές χωρών που «βλέπουν» τους αριθμούς των νέων κρουσμάτων αλλά και των ανθρώπων που βρίσκονται σε Μονάδες Εντατικής Θεραπείας (ΜΕΘ) να αυξάνουν, φροντίζουν να επιβάλλουν μέτρα όπως ο περιορισμός στο ωράριο λειτουργίας μπαρ και εστιατορίων, στον αριθμό των ατόμων που μπορούν να συγκεντρωθούν είτε σε δημόσιο χώρο είτε σε τελετές (ευχάριστες και δυσάρεστες) και η επιβολή χρήσης μάσκας ακόμη και στους δημόσιους χώρους.
Στην Ελλάδα και κυρίως στην περιοχή της Αττικής, όπου είναι η πλέον επιβαρυμένη, μεταξύ άλλων μέτρων, η χρήση μάσκας είναι επιβεβλημένη σε όλους τους κλειστούς χώρους, προωθείται το μέτρο της εξ αποστάσεως εργασίας αλλά και του κλιμακωτού ωραρίου για να υπάρξει αποσυμφόρηση των μέσων μεταφοράς, περιορίζεται ο αριθμός των ανθρώπων που μπορούν να «συγκεντρωθούν» τόσο σε ανοιχτούς όσο και σε κλειστούς χώρους, η εστίαση κλείνει στις 12 το βράδυ και υπάρχει ισχυρή σύσταση για τους ανθρώπους άνω των 65 ετών να περιορίσουν τις μετακινήσεις τους στις απολύτως απαραίτητες.
Στη Βρετανία ο Μπ. Τζόνσον κάλεσε τους συμπολίτες του να εργάζονται κατ’ οίκον, όπου αυτό είναι δυνατόν, για έξι μήνες και επέβαλε τα μπαρ και εστιατόρια να κλείνουν στις 10 το βράδυ.
Στη Γαλλία τα μπαρ στο Παρίσι αλλά και σε άλλες μεγάλες πόλεις σταματούν να λειτουργούν στις 10 το βράδυ, ενώ στη Μασσαλία, μία από τις περιοχές όπου εμφανίζεται έκρηξη νέων κρουσμάτων ανακοινώθηκε πλήρης διακοπή λειτουργίας για τον κλάδο της εστίασης και διασκέδασης.
Στην Ισπανία, ο υπουργός Υγείας προέτρεψε τους κατοίκους της Μαδρίτης να «κάτσουν σπίτι», αν και στη χώρα εστιατόρια και μπαρ, ακόμη και σε περιοχές που έχουν δεχθεί μεγάλο πλήγμα, μένουν ανοικτά έως και τις 1.30 πμ.
Υπάρχει φυσικά και η δυνατότητα να ακολουθηθεί το παράδειγμα χωρών όπως η Κίνα. Το Πεκίνο άφησε στην άκρη το ενδεχόμενο επιβολής νέου lockdown, εφάρμοσε ορισμένα μέτρα κοινωνικής αποστασιοποίησης και έριξε το μεγαλύτερο βάρος στην ιχνηλάτηση νέων κρουσμάτων, κυρίως μάλιστα αυτά που χαρακτηρίζονται ως «ασυμπτωματικά», δηλαδή άνθρωποι που είναι φορείς του ιού αλλά ταυτόχρονα δεν εμφανίζουν κανένα σύμπτωμα.
Ταυτόχρονα, όμως, η Κίνα διάλεξε να κλείσει τα σχολεία, διέταξε την πραγματοποίηση 11 εκατ. τεστ, ενώ επέβαλε lockdown μόνο σε περιοχές που θεωρούνται υψηλού κινδύνου. Ανάλογου τύπου μέτρα λαμβάνουν το Χονγκ Κονγκ και η Αυστραλία.
Οι ευρωπαϊκές αρχές θα μπορούσαν να δοκιμάσουν κάτι παρόμοιο, εναλλάσσοντας δύο εβδομάδες lockdown με τέσσερις εβδομάδες «λιγότερο σκληρών μέτρων», όπως υποστηρίζει ο David Salisbury, συνεργάτης στο παγκόσμιο πρόγραμμα υγείας του Chatham House, ενός think tank με έδρα το Λονδίνο.