Έρευνα ξεκίνησε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή προκειμένου να αξιολογήσει την προτεινόμενη εξαγορά της Fitbit από την Google, με βάση τον κανονισμό της ΕΕ για τις συγχωνεύσεις, καθώς εκφράζει ανησυχίες ότι η εν λόγω συναλλαγή θα ενισχύσει περαιτέρω τη θέση της Google στις αγορές διαδικτυακής διαφήμισης, αυξάνοντας τον ήδη τεράστιο όγκο δεδομένων που η εταιρεία θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει για την εξατομίκευση των διαφημίσεων που διανέμει και προβάλλει.
Όπως αναφέρει σε ανακοίνωσή της η Επιτροπή, θα εξετάσει επίσης και τις επιπτώσεις από τον συνδυασμό των βάσεων δεδομένων και των ικανοτήτων της Fitbit και της Google στον τομέα της ψηφιακής ιατρικής περίθαλψης και το κατά πόσον η Google, αφού αποκτήσει τη Fitbit, θα είχε την ικανότητα και το κίνητρο να υποβαθμίσει τη διαλειτουργικότητα των φορετών συσκευών των ανταγωνιστών της με το λειτουργικό σύστημα Android της Google.
Σημειώνεται ότι η Google έχει δεσμευτεί ότι θα δημιουργήσει ένα «σιλό» δεδομένων, στο οποίο ορισμένα δεδομένα που συλλέγονται μέσω φορετών συσκευών θα διατηρούνται χωριστά από τα άλλα σύνολα δεδομένων της Google και δεν θα χρησιμοποιούνται από την Google για διαφημιστικούς σκοπούς. Ωστόσο, η Επιτροπή θεωρεί ότι η πρόταση αυτή δεν αρκεί για να αρθούν οι σοβαρές επιφυλάξεις.
Η Κομισιόν πρέπει να λάβει σχετική απόφαση εντός 90 εργάσιμων ημερών, δηλαδή έως τις 9 Δεκεμβρίου 2020.
Η Μαργκρέιτε Βέστεϊγιερ, εκτελεστική αντιπρόεδρος της Επιτροπής αρμόδια για την πολιτική ανταγωνισμού δήλωσε ότι «τα επόμενα χρόνια αναμένεται να αυξηθεί σημαντικά η χρήση φορετών συσκευών από τους Ευρωπαίους καταναλωτές. Η εξέλιξη αυτή θα συνοδεύεται από την εκθετική αύξηση των δεδομένων που παράγονται από τις συσκευές αυτές. Τα εν λόγω δεδομένα παρέχουν καίριες πληροφορίες σχετικά με τη ζωή και την κατάσταση της υγείας των χρηστών των συσκευών αυτών. Σκοπός της έρευνάς μας είναι να διασφαλίσουμε ότι δεν θα στρεβλωθεί ο ανταγωνισμός λόγω του ελέγχου που η Google θα αποκτήσει, χάρη στη συναλλαγή, επί των δεδομένων που συλλέγονται μέσω φορετών συσκευών».