Ο πρόεδρος της Γαλλίας Εμανουέλ Μακρόν ανακοίνωσε την Κυριακή τη σύνθεση της νέας κυβέρνησης, σε μια προσπάθεια να περιορίσει την πολιτική κρίση που απειλεί να παραλύσει τη χώρα και να εξασφαλίσει την έγκριση του προϋπολογισμού.
Ο Σεμπαστιάν Λεκορνού, ο οποίος είχε παραιτηθεί από τη θέση του πρωθυπουργού πριν από μία εβδομάδα, επανεμφανίστηκε στο Μέγαρο των Ηλυσίων μετά την επανατοποθέτησή του την Παρασκευή. Ο ίδιος θα κληθεί να ανακόψει τις αποχωρήσεις βουλευτών από τα κόμματα που στηρίζουν την κεντρώα συμμαχία του Μακρόν, ώστε να αποφευχθεί νέα κατάρρευση της κυβέρνησης.
Η νέα κυβέρνηση θα συνεδριάσει για πρώτη φορά την Τρίτη, οπότε και ο πρωθυπουργός αναμένεται να παρουσιάσει το σχέδιο προϋπολογισμού.
Σε ανάρτησή του στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, ο Λεκορνού δεσμεύτηκε να περάσει τον προϋπολογισμό πριν από το τέλος του έτους.
«Είτε οι πολιτικές δυνάμεις θα με βοηθήσουν και θα εργαστούμε μαζί για να το επιτύχουμε, είτε όχι», δήλωσε χαρακτηριστικά το Σάββατο.
Η αποδοκιμασία προς το πρόσωπο του Μακρόν έχει οδηγήσει τη συμμαχία του σε μειοψηφική θέση στο κοινοβούλιο, αφήνοντας τον Λεκορνού εκτεθειμένο σε νέα ψήφο δυσπιστίας. Αντιπολιτευόμενα κόμματα, αλλά και πρώην σύμμαχοι, κατηγορούν τον πρόεδρο ότι αρνείται να αναγνωρίσει τη μειωμένη ισχύ του και επιμένει σε μαξιμαλιστικές πολιτικές.
Η κυβέρνηση Λεκορνού καλείται να ισορροπήσει ανάμεσα σε αντιμαχόμενα κόμματα, εάν θέλει να επιβιώσει από τις ψήφους δυσπιστίας που αναμένονται αυτή την εβδομάδα στη Γαλλική Εθνοσυνέλευση. Η Μαρίν Λεπέν ανακοίνωσε ότι το κόμμα της, Εθνικός Συναγερμός, θα καταθέσει πρόταση μομφής τη Δευτέρα, καλώντας τον Μακρόν «να διαλύσει τη Βουλή και να επιστρέψει στη λαϊκή ετυμηγορία».
Από την πλευρά του, ο Ολιβιέ Φορ, επικεφαλής των Σοσιαλιστών, δήλωσε στην εφημερίδα La Tribune Dimanche ότι το πιθανότερο είναι η νέα κυβέρνηση να αποτύχει, όπως και οι δύο προηγούμενες υπό τον Μισέλ Μπαρνιέ και τον Φρανσουά Μπαϊρού, που αναγκάστηκαν να παραιτηθούν μετά από αποτυχημένες ψήφους εμπιστοσύνης σχετικές με τον προϋπολογισμό.
«Αυτή η πολιτική τακτική είναι μια μορφή τρέλας», υπογράμμισε ο Φορ, επαναλαμβάνοντας ότι οι Σοσιαλιστές δεν θα καταψηφίσουν την κυβέρνηση μόνο αν ο Λεκορνού ανακαλέσει τη μεταρρύθμιση του συνταξιοδοτικού και παρουσιάσει τον προϋπολογισμό με κοινοβουλευτική διαδικασία, χωρίς παρακάμψεις.
Η πολιτική αστάθεια είχε άμεσο αντίκτυπο στις αγορές. Τα γαλλικά κρατικά ομόλογα σημείωσαν πτώση από το άνοιγμα της Δευτέρας, ενώ το ευρώ υποχώρησε έναντι του δολαρίου.
Το spread μεταξύ των 10ετών ομολόγων Γαλλίας και Γερμανίας, βασικός δείκτης επενδυτικού κινδύνου, ανέβηκε στις 80 μονάδες βάσης, από 65 τον Αύγουστο και 43 πριν τις πρόωρες εκλογές του περασμένου έτους. Αναλυτές προειδοποιούν ότι μια νέα κυβερνητική κατάρρευση θα μπορούσε να προκαλέσει νέο κύμα πωλήσεων στα γαλλικά assets.
Ο Λεκορνού και ο Μακρόν διατήρησαν κεντρικά πρόσωπα του προηγούμενου κυβερνητικού σχήματος, όπως τον Ρολάν Λεσκίρ (Υπουργείο Οικονομικών), την Αμελί ντε Μονσαλέν (Προϋπολογισμός) και τον Ζαν-Νουέλ Μπαρό (Εξωτερικών).
Αντίθετα, ο Λοράν Νιουνιές αντικατέστησε τον Μπρουνό Ρεταγιό στο Υπουργείο Εσωτερικών, έπειτα από εσωτερικές αντιδράσεις για τη σύνθεση της προηγούμενης κυβέρνησης.
Το κόμμα των Ρεπουμπλικάνων ανακοίνωσε ότι όσοι υπουργοί παρέμειναν στην κυβέρνηση Λεκορνού δεν ανήκουν πλέον στο κόμμα.
Σύμφωνα με το Μέγαρο των Ηλυσίων, η νέα κυβέρνηση περιλαμβάνει οκτώ πρόσωπα από την κοινωνία των πολιτών, ανάμεσά τους τον πρώην επικεφαλής των γαλλικών σιδηροδρόμων Ζαν-Πιερ Φαραντού, που αναλαμβάνει Υπουργός Εργασίας.
Ο Λεκορνού έχει προειδοποιήσει ότι η αποτυχία έγκρισης του προϋπολογισμού θα οδηγήσει το δημοσιονομικό έλλειμμα στο 6% του ΑΕΠ το 2026, από 5,4% φέτος. Για να διατηρηθεί η σταθερότητα, ο πρωθυπουργός θα πρέπει να συμβιβαστεί με τα αιτήματα των κομμάτων που στηρίζουν οριακά την κυβέρνηση, τα οποία ζητούν λιγότερη λιτότητα.
- «Η αξιοπιστία της Γαλλίας στις αγορές διακυβεύεται», τόνισε ο Λεκορνού, υπογραμμίζοντας πως το έλλειμμα δεν πρέπει να υπερβεί το 5%.
Ο πρόεδρος Μακρόν θα μεταβεί τη Δευτέρα στο Σαρμ ελ-Σέιχ, στην Αίγυπτο, προκειμένου να παραστεί στην τελετή υπογραφής του ειρηνευτικού σχεδίου για τη Γάζα, την ώρα που η εσωτερική πολιτική του σκηνή μοιάζει πιο εύθραυστη από ποτέ.