Η κυβέρνηση των ΗΠΑ επέβαλε χθες νέες κυρώσεις σε βάρος του Ιράν, βάζοντας στο στόχαστρο 20 αξιωματούχους, εταιρείες καθώς και πρόσωπα και εταιρείες που συνεργάζονται μαζί τους στο Ιράκ επειδή όπως διατείνεται υποστηρίζουν τους Φρουρούς της Επανάστασης. Όπως αναφέρει η ανακοίνωση του υπουργείου Οικονομικών των ΗΠΑ, κυρώσεις επιβάλλονται επίσης σε όσους προσέφεραν «θανατηφόρα» είδη σε «τρομοκρατικές» οργανώσεις στο Ιράκ.
Τα πρόσωπα και οι εταιρείες που στοχεύουν οι κυρώσεις κατηγορούνται ακόμη για νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματική δραστηριότητα, πώληση ιρανικού πετρελαίου στην κυβέρνηση της Συρίας και εμπορία όπλων προς το Ιράκ και την Υεμένη, κατά το αμερικανικό υπουργείο Οικονομικών.
Η ηγεσία του Ιράν «χρησιμοποιεί έναν ιστό εταιρειών-βιτρινών για να χρηματοδοτεί τρομοκρατικές οργανώσεις σε όλη την περιοχή, να καταχράται πόρους στερώντας τους από τον ιρανικό λαό και δίνει την προτεραιότητα σε τρομοκράτες ενδιάμεσούς της αντί για τις βασικές ανάγκες του λαού της», ερίζει το υπουργείο Οικονομικών των ΗΠΑ σε αυτή την ανακοίνωση που υπογράφεται προσωπικά από τον Στίβεν Μνούτσιν.
Οι κυρώσεις απαγορεύουν στους Αμερικανούς να συναλλάσσονται με τα πρόσωπα και τις οντότητες που τις υφίστανται, ενώ δεσμεύουν όποια ιδιοκτησιακά στοιχεία, συμφέροντα και πόρους μπορεί να διαθέτουν εντός αμερικανικής επικράτειας.
Η ένταση ανάμεσα στις ΗΠΑ και το Ιράν παραμένει στο κόκκινο το τελευταίο διάστημα. Άρχισε να κλιμακώνεται όταν ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ απέσυρε τη χώρα του από τη διεθνή συμφωνία για το πρόγραμμα πυρηνικής ενέργειας της Ισλαμικής Δημοκρατίας, το λεγόμενο Κοινό Ολοκληρωμένο Σχέδιο Δράσης (ΚΟΣΔ) και έθεσε σταδιακά σε εφαρμογή τη λεγόμενη εκστρατεία «μέγιστης πίεσης» στην Τεχεράνη, η οποία συμπεριλαμβάνει συντριπτικές οικονομικές κυρώσεις.