Ο πληθυσμός της περιφέρειας της Λατινικής Αμερικής και της Καραϊβικής αυξάνεται με πιο βραδύ ρυθμό απ’ ό,τι προβλεπόταν πριν από είκοσι χρόνια, φθάνοντας τα 663 εκατομμύρια κατοίκους, με άλλα λόγια 3,8% λιγότερο σε σύγκριση με τις εκτιμήσεις που είχαν γίνει, σύμφωνα με έκθεση που δημοσιοποιήθηκε χθες Πέμπτη.
«Η θνησιμότητα και η γεννητικότητα στην περιφέρεια πέρασαν από το υψηλό επίπεδο στο οποίο βρίσκονταν τα χρόνια του 1950 σε χαμηλό επίπεδο σήμερα», σημείωσε η Οικονομική Επιτροπή για τη Λατινική Αμερική και την Καραϊβική (CEPALC).
Η έκθεση αναθεωρεί προς τα κάτω τις προβλέψεις που είχαν γίνει το 2000, όταν υπολογιζόταν πως ο πληθυσμός θα έφθανε φέτος τα 689 εκατ. κατοίκους.
«Η πτώση της γεννητικότητας είναι άνευ προηγουμένου», εξηγείται στο κείμενο. Διευκρινίζεται πως τα χρόνια του 1950 οι γυναίκες στην περιφέρεια είχαν κατά μέσον όρο 5,8 παιδιά κατά τη διάρκεια της ζωής τους, ενώ το 2024 ο δείκτης αυτός υποχώρησε στα 1,8.
Η γεννητικότητα των γυναικών 15 ως 19 ετών και 20 ως 24 ετών μειώθηκε σε όλες τις χώρες της περιφέρειας αφού άρχισε ο 21ος αιώνας. Στη Χιλή και στην Κόστα Ρίκα σημειώθηκαν οι μεγαλύτερες πτώσεις (-91% και -70% αντίστοιχα).
Οι γυναίκες καθυστερούν ολοένα περισσότερο τη μητρότητα. Το 2000, ήταν κατά μέσον όρο 21 ετών όταν γεννιόταν το πρώτο παιδί τους, σήμερα είναι 24. Ως το 2050, αυτός ο ηλικιακός δείκτης αναμένεται να έχει αυξηθεί στα 28 έτη.
Πέρα από τη μείωση των γεννήσεων, καταγράφεται ταχεία γήρανση του πληθυσμού, σύμφωνα με την έκθεση της CEPALC, μέρους του συστήματος του ΟΗΕ. Πριν από 70 χρόνια ο μέσος όρος ηλικίας του πληθυσμού ήταν τα 18 έτη, σήμερα έχει φθάσει τα 31.