Ένας 37χρονος άνδρας, ο οποίος σύμφωνα με την αστυνομία μαχαίρωσε πέντε ανθρώπους μέρα μεσημέρι στο Σιάτλ την Παρασκευή και πιθανώς άλλους τέσσερις την προηγούμενη ημέρα, έκανε την πρώτη του εμφάνιση το Σάββατο στο δικαστήριο, όπου ένας δικαστής διέταξε να κρατηθεί με εγγύηση 2 εκατομμυρίων δολαρίων.
«Οι άνθρωποι που ζουν και ταξιδεύουν στην Chinatown και τη Διεθνή Περιφέρεια αξίζουν να αισθάνονται ασφαλείς και ασφαλείς», δήλωσε η εισαγγελέας της κομητείας Κινγκ Λίζα Μάνιον, αφού ο δικαστής έκρινε ότι υπήρχε σοβαρός λόγος να τον κρατήσει.
Κατά τον καθορισμό του υψηλού ποσού εγγύησης, ο δικαστής σημείωσε ότι είχε εκδοθεί ένταλμα σύλληψης για τον άνδρα. Σύμφωνα με την έκθεση πιθανής αιτίας, έχει επίσης εννέα καταδίκες για εγκλήματα στην πολιτεία της Ουάσινγκτον, οι οποίες περιλαμβάνουν τέσσερις κλοπές αυτοκινήτων, κατοχή κλεμμένων αγαθών, ληστεία και απόπειρα διάρρηξης.
Η υπόθεση βρίσκεται ακόμη υπό διερεύνηση και δεν έχει παραδοθεί στο γραφείο του εισαγγελέα της κομητείας Κινγκ για απόφαση σχετικά με το κατηγορητήριο, δήλωσε το Σάββατο ο εκπρόσωπος Κέισι ΜακΝέρτνεϊ. Σύμφωνα με τον ίδιο, αναμένουν να λάβουν την υπόθεση μέχρι την Πέμπτη.
Τέσσερα από τα πέντε θύματα μεταφέρθηκαν στο Ιατρικό Κέντρο Harborview την Παρασκευή. Ένας άνδρας, ο οποίος βρίσκεται σε κρίσιμη κατάσταση, έχει επιδεινωθεί και αυτή δύο άλλων στη μονάδα εντατικής θεραπείας παραμένει σοβαρή, δήλωσε το Σάββατο η Σούζαν Γκρεγκ, εκπρόσωπος του νοσοκομείου.
Η αστυνομία δήλωσε ότι βρήκε δύο μαχαίρια βαμμένα με κάτι που φαινόταν να είναι αίμα στο πάρκινγκ όπου συνελήφθη ο άνδρας. Το τρίτο μαχαίρι μαχαιρώθηκε στην πλάτη ενός από τα θύματα όταν μεταφέρθηκε στο νοσοκομείο, σύμφωνα με δικαστικά έγγραφα.
Η αστυνομία του Σιάτλ δήλωσε ότι πιστεύει ότι ο άνδρας συμμετείχε επίσης σε τουλάχιστον τέσσερις άλλες επιθέσεις με μαχαίρι στην ίδια περιοχή την Πέμπτη. Ταίριαζε με τις περιγραφές του υπόπτου και οι επιθέσεις ήταν επίσης τυχαίες, όπως και οι επιθέσεις της Παρασκευής. Η αστυνομία συνεχίζει να ερευνά την υπόθεση και είναι πιθανό να προστεθούν περισσότερες κατηγορίες, είπαν.