Μετά τους στρατιωτικούς της Γαλλίας, κι αυτοί των ΗΠΑ ενδέχεται με τη σειρά τους να εκδιωχθούν από τον Νίγηρα: το στρατιωτικό καθεστώς στη Νιαμέ κατήγγειλε χθες Σάββατο, «με άμεση ισχύ», τη συμφωνία στρατιωτικής συνεργασίας με την Ουάσιγκτον, που υπογράφτηκε το 2012, τονίζοντας πως η αμερικανική παρουσία είναι στο εξής «παράνομη».
Στην πράξη αμέσως μετά την κατάληψη της εξουσίας, με το πραξικόπημα της 26ης Ιουλίου 2023, το καθεστώς της Νιαμέ κατήγγειλε τις συμφωνίες στρατιωτικής συνεργασίας με τη Γαλλία. Οι τελευταίοι γάλλοι στρατιώτες που απέμεναν στη χώρα του Σαχέλ αποχώρησαν στα τέλη Δεκεμβρίου. Μετά το πραξικόπημα, που ανέτρεψε τον εκλεγμένο πρόεδρο Μοαμέντ Μπαζούμ, η Ουάσιγκτον έθεσε σε αναστολή τη διμερή συνεργασία με τη Νιαμέ.
Ωστόσο, οι ΗΠΑ εξακολουθούν να έχουν ανεπτυγμένους στη χώρα περίπου 1.100 στρατιωτικούς που συμμετέχουν σε αντιτζιχαντιστικές επιχειρήσεις και διαθέτουν μεγάλη βάση UAVs στην Αγκαντέζ (βόρεια). Τον Δεκέμβριο, η Ουάσιγκτον ανέφερε πως είναι διατεθειμένη να ξαναρχίσει τη συνεργασία, υπό όρους.
Όμως χθες βράδυ ο συνταγματάρχης Αμαντού Αμπντραμάν, εκπρόσωπος του καθεστώτος, δήλωσε πως η νιγήρια κυβέρνηση, «λαμβάνοντας υπόψη τους πόθους και τα συμφέροντα του λαού» της χώρας, αποφάσισε «με πλήρη υπευθυνότητα να καταγγείλει με άμεση ισχύ τη συμφωνία για το καθεστώς του στρατιωτικού προσωπικού των ΗΠΑ και των πολιτικών υπαλλήλων του αμερικανικού υπουργείου Άμυνας στην επικράτεια του Νίγηρα».
Σε ανακοίνωσή του, ο συνταγματάρχης Αμπντραμάν πρόσθεσε ότι η αμερικανική στρατιωτική παρουσία είναι «παράνομη» και παραβιάσει «όλους τους συνταγματικούς και δημοκρατικούς κανόνες». Σύμφωνα με το στρατιωτικό καθεστώς στη Νιαμέ, η «άδικη» συμφωνία είχε «επιβληθεί μονομερώς» από τις ΗΠΑ με «απλή ρηματική διακοίνωση» την 6η Ιουλίου 2012. Η απόφαση αυτή ακολουθεί την τριήμερη επίσκεψη που έκανε στον Νίγηρα αμερικανική αντιπροσωπεία με επικεφαλής την υφυπουργό Εξωτερικών αρμόδια για τις αφρικανικές υποθέσεις Μόλι Φι.
Κατά την τριήμερη επίσκεψη η κυρία Φι δεν μπόρεσε να συναντηθεί με τον επικεφαλής του στρατιωτικού καθεστώτος, του Αμπντουραμάν Τσιανί, σύμφωνα με πηγή του Γαλλικού Πρακτορείου στο καθεστώς. Χθες ο κ. Αμπντραμάν δήλωσε πως η αμερικανική αντιπροσωπεία δεν τήρησε τα «διπλωματικά έθιμα», τονίζοντας πως η Ουάσιγκτον ενημέρωσε «μονομερώς» τόσο την ημερομηνία της άφιξης, όσο και τη σύνθεση της αντιπροσωπείας. Κατήγγειλε επίσης πως η κυρία Φι αντιμετώπισε τους συνομιλητές της σαν κατώτερους, με περιφρόνηση, επέδειξε γενικότερα συμπεριφορά που «υπονομεύει», κατ’ αυτόν, τη διμερή σχέση.
Ο κυρία Φι συναντήθηκε δυο φορές με τον πρωθυπουργό που έχει ονομάσει το στρατιωτικό καθεστώς, τον Αλί Μααμάν Λαμίν Ζεν, σύμφωνα με την πηγή του AFP στην κυβέρνηση του Νίγηρα. Χθες ο συνταγματάρχης Αμπντραμάν ανήγγειλε την προσεχή επάνοδο στη «συνταγματική τάξη» της χώρας, που έχει μπει σε τροχιά σύσφιγξης των σχέσεων με γειτονικές της όπου κυβερνούν επίσης οι στρατιωτικοί (Μπουρκίνα Φάσο, Μαλί), καθώς επίσης και χώρες όπως το Ιράν και η Ρωσία.
Το καθεστώς «επαναβεβαιώνει» πως η «σθεναρή βούλησή του» είναι η επάνοδος της «ομαλής συνταγματικής ζωής» στον Νίγηρα, είπε ο συνταγματάρχης, παραπέμποντας στη «δέσμευση» του στρατηγού Τσιανί «προς το έθνος τη 19η Αυγούστου». Σε εκείνο το διάγγελμά του ο στρατηγός Τσιανί αναφέρθηκε σε διαδικασία πολιτικής μετάβασης με τριετή διάρκεια το πολύ και διαβεβαίωσε πως η ακριβής διάρκειά της θα οριστεί μέσω «εθνικού διαλόγου».
Μετά το πραξικόπημα, ο Νίγηρας αποφάσισε, όπως και η Μπουρκίνα Φάσο και το Μαλί, να εγκαταλείψει την Οικονομική Κοινότητα Κρατών της Δυτικής Αφρικής (CEDEAO στα γαλλικά, ECOWAS στα αγγλικά), που επέβαλε βαριές κυρώσεις μετά το πραξικόπημα. Ωστόσο στα τέλη Φεβρουαρίου, η CEDEAO αποφάσισε να προχωρήσει στην «άρση με άμεση ισχύ» των μεγαλύτερου μέρους των κυρώσεων. Ο Νίγηρας, η Μπουρκίνα Φάσο και το Μαλί ανακοίνωσαν πως θα σχηματίσουν κοινή δύναμη για την αντιμετώπιση των τζιχαντιστικών οργανώσεων που εξαπολύουν συχνά αιματηρές επιθέσεις στις τρεις χώρες.