Οι κεντρικές τράπεζες και τα μέλη των διοικήσεών τους δεν ασχολούνται με την πολιτική. Ούτε καν σχολιάζουν, δημόσια, πολιτικές αποφάσεις ή «δείχνουν» προτιμήσεις προς κάποιο κόμμα.
Πρόκειται για έναν άγραφο κανόνα που καθορίζει τα όρια μεταξύ των θεωρούμενων ως τεχνοκρατών κεντρικών τραπεζιτών και των κυβερνήσεων, με τους πρώτους να έχουν ως βασική αποστολή την «τιθάσευση» του πληθωρισμού και τους δεύτερους να εφαρμόζουν το πρόγραμμα για το οποίο εκλέχθηκαν.
Όμως αυτό το ταμπού έχει αρχίσει να ξεπερνιέται, ιδιαίτερα επί ευρωπαϊκού εδάφους, με επίκεντρο κυρίως τη Γερμανία, αλλά τον κανόνα έχει σπάσει κάποιες φορές και η επικεφαλής της ΕΚΤ, Κριστίν Λαγκάρντ, ιδιαίτερα όταν ερωτάται για το πιθανό αποτέλεσμα των αμερικανικών προεδρικών εκλογών.
Η κατακόρυφη άνοδος της Εναλλακτικής για τη Γερμανία (AfD) όπως όλα δείχνουν δεν τρομάζει μόνο το πολιτικό προσωπικό της χώρας αλλά και την ίδια την Bundesbank. Τον κανόνα της «πολιτικής σιωπής» έσπασε το μέλος της διοίκησης της κεντρικής τράπεζας της Γερμανίας, Σαμπίνε Μέντερερ, η οποία δεν δίστασε να είναι ομιλήτρια σε συγκέντρωση διαμαρτυρίας ενάντια στο AfD. Μιλώντας σε ένα μεγάλο πλήθος συγκεντρωμένων στη Φρανκφούρτη, μεταξύ άλλων, τόνισε ότι «τα αντιδημοκρατικά κόμματα διχάζουν την κοινωνία μας και πλήττουν την αξιοπιστία της Γερμανίας σε παγκόσμιο επίπεδο».
Δεν είναι η μόνη που «βγήκε μπροστά». Τόσο ο πρόεδρος της Bundesbank, Γ. Νάγκελ, όσο και το μέλος του ΔΣ της ΕΚΤ, Ιζαμπέλ Σνάμπελ, έχουν συμμετάσχει σε ανάλογες διαδηλώσεις διαμαρτυρίας. Η ίδια η Bundesbank αποδέχεται ότι πρόκειται για πολιτικές κινήσεις και εκπρόσωπός της, μιλώντας στο Bloomberg, σημειώνει ότι αυτές οι κινήσεις αποτελούν διαμαρτυρία κατά του αποκλεισμού και της ξενοφοβίας και ως εκ τούτου συνάδουν με την ανεξαρτησία της τράπεζας. «Ως εκπρόσωποι ενός μεγάλου ομοσπονδιακού οργανισμού, θεωρούν καθήκον τους να υπερασπιστούν τις βασικές δημοκρατικές αξίες της χώρας μας», όπως υποστήριξε.
Οι κινήσεις αυτές αποτελούν μία προσπάθεια αυτοσυντήρησης, σύμφωνα με την Λ. Ντόνι, ακαδημαϊκό στο Πανεπιστήμιο Cambridge, η οποία ασχολείται με τον πολιτικό αντίκτυπο της νομισματικής πολιτικής. «Ουσιαστικά οι κεντρικές τράπεζες λαμβάνουν πολιτικές αποφάσεις, απλά αυτές ντύνονται με το μανδύα του τεχνοκράτη. Όσο τα λαϊκίστικα κόμματα ενισχύονται, οι τεχνοκράτες των κεντρικών τραπεζών νοιώθουν περισσότερο απειλή» και ως εκ τούτου αντιδρούν πλέον ανοιχτά.
Λαγκάρντ εναντίον Τραμπ
Η Κριστίν Λαγκάρντ δεν έχει κρύψει σε καμία περίπτωση ότι δεν επιθυμεί για πρόεδρο των ΗΠΑ τον Ντόναλντ Τραμπ. Δεν πρόκειται για προσωπική αντιπάθεια, αλλά για το γεγονός ότι ο ίδιος ο Τραμπ έχει προαναγγείλει την πρόθεσή του να επιβάλλει μία σειρά τιμωρητικών δασμών στην Ευρώπη. Μία τέτοια κίνηση σίγουρα θα δυσκολέψει ακόμη περισσότερο την προσπάθεια της ΕΚΤ να ισορροπήσει την οικονομία της ευρωζώνης.
Όπως τόνισε σε συνέντευξή της σε γαλλικό δίκτυο «αν πρέπει να αντλήσουμε διδάγματα από την ιστορία, από τον τρόπο με τον οποίο ηγήθηκε των πρώτων τεσσάρων ετών της θητείας του, είναι σαφώς μια απειλή. Αρκεί να δούμε τους εμπορικούς δασμούς, τη δέσμευση στο ΝΑΤΟ, την καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής. Μόνο σε αυτούς τους τρεις τομείς, στο παρελθόν, τα συμφέροντα των ΗΠΑ δεν ευθυγραμμίζονταν με τα ευρωπαϊκά συμφέροντα».
Παρ' όλα αυτά, δεν θα έπρεπε να αποτελεί έκπληξη το γεγονός ότι οι πολιτικοί και οι κεντρικοί τραπεζίτες βρίσκονται σε αντιπαράθεση αυτή τη στιγμή, σύμφωνα με τον Β. Βίλαντ, καθηγητή νομισματικής οικονομίας στο Πανεπιστήμιο Goethe της Φρανκφούρτης και πρώην μέλος του συμβουλίου οικονομικών συμβούλων της Γερμανίας.
«Υπάρχουν στιγμές που η νομισματική πολιτική και η δημοσιονομική πολιτική ευθυγραμμίζονται ως προς τους στόχους τους, όπως κατά τη διάρκεια της πανδημίας. Πιο πρόσφατα, ωστόσο, με τον υψηλό πληθωρισμό να οφείλεται εν μέρει σε επεκτατικές πολιτικές, η σύσφιξη της νομισματικής πολιτικής ήταν απαραίτητη για να συμβάλει στη διασφάλιση μιας βιώσιμης επιστροφής στη σταθερότητα των τιμών, ενώ οι δημοσιονομικές αρχές παρέμειναν απρόθυμες να κάνουν πίσω από τις επεκτατικές πολιτικές», όπως εκτίμησε.