Στις δυνατότητες της ινδικής οικονομίας να μετατραπεί σε μακροπρόθεσμο ορίζοντα σε καταλύτη για την παγκόσμια ανάπτυξη τονίζει σε έκθεσή της η Alpha Bank, με δεδομένο και το γεγονός ότι πρόκειται για την πέμπτη μεγαλύτερη οικονομία του κόσμου και, παράλληλα, την ταχύτερα αναπτυσσόμενη οικονομία των μελών του G20.
Σύμφωνα με την ανάλυση η αναπτυξιακή δυναμική της οικονομίας στηρίζεται στις μεταρρυθμίσεις των τελευταίων εννέα ετών, οι οποίες έθεσαν τα θεμέλια, ώστε η οικονομία να διατηρήσει έναν υγιή ρυθμό οικονομικής μεγέθυνσης, τα επόμενα χρόνια. Σήμερα, η χώρα έχει βελτιωμένες υποδομές στον τομέα των μεταφορών, ισχυρότερο χρηματοπιστωτικό τομέα, μεγάλα συναλλαγματικά αποθέματα, απλούστερο φορολογικό σύστημα και λιγότερη διαφθορά. Όλοι οι ανωτέρω παράγοντες μπορούν να στηρίξουν την αύξηση των επιχειρηματικών επενδύσεων. Παράλληλα, η ραγδαία αύξηση του πληθυσμού της χώρας, ο οποίος ξεπέρασε εκείνον της Κίνας, το 2023, διεύρυνε σημαντικά την καταναλωτική βάση και σε συνδυασμό με την επίσημη κυβερνητική πολιτική που είναι υπέρ της επιχειρηματικής δραστηριότητας, έχουν προσελκύσει το ενδιαφέρον επενδυτών και επιχειρήσεων, παγκοσμίως.
Τομείς, όπως η «πράσινη» ενέργεια και οι υποδομές παρουσιάζουν ισχυρές επενδυτικές δυνατότητες, ενώ και οι κλάδοι της τεχνολογίας και των υπηρεσιών αναμένεται να αναπτυχθούν ταχέως, αφού πολλές εταιρείες σε όλο τον κόσμο αναζητούν ελκυστικούς επενδυτικούς προορισμούς, ειδικά για την ανάπτυξη της τεχνητής νοημοσύνης. Παράλληλα, η βιομηχανία, και ειδικά ο κλάδος της μεταποίησης που επιδεικνύει την ισχυρότερη εξαγωγική δραστηριότητα και συνδέεται ολοένα και περισσότερο με τις παγκόσμιες αλυσίδες εφοδιασμού, προσφέρει μια σειρά επενδυτικών ευκαιριών μεγάλης κλίμακας. Επίσης, η Ινδία έχει ανακοινώσει ότι στοχεύει να επιτύχει μηδενικές εκπομπές έως το 2070, καθώς η μετάβαση στην πράσινη ενέργεια αποτελεί μία μεγάλη επενδυτική ευκαιρία, αλλά θα χρειαστεί χρόνος.
Η Εθνική Στατιστική Υπηρεσία της Ινδίας έχει προβλέψει ότι η ινδική οικονομία θα αναπτυχθεί με ρυθμό 7,3%, το 2024 (πάνω από την εκτίμηση της Παγκόσμιας Τράπεζας που είναι 6,4%), από 7,2%, το 2023, ενώ το ποσοστό ανεργίας διαμορφώθηκε στο 8,7%, τον Δεκέμβριο του 2023 (Centre for Monitoring Indian Economy). Εκτιμάται ότι οι επενδύσεις θα αποτελέσουν τον κύριο μοχλό ανάπτυξης, το 2024. Όμως, με την παγκόσμια ανάπτυξη να παραμένει αδύναμη και τις γεωπολιτικές εντάσεις να διατηρούνται, ο εξωτερικός τομέας, δηλαδή οι καθαρές εξαγωγές, θα συμβάλλουν αρνητικά στην αύξηση του πραγματικού ΑΕΠ. Παράλληλα, οι πληθωριστικές πιέσεις παραμένουν σε υψηλά επίπεδα, ενώ παρατηρείται μία άνοδος τους τελευταίους μήνες, κυρίως εξαιτίας των ανατιμήσεων στον κλάδο των τροφίμων.
Η Ινδία διαθέτει ορισμένα χαρακτηριστικά, που ομοιάζουν με εκείνα που αρκετά χρόνια πριν τροφοδότησαν την άνοδο της Κίνας στη θέση της δεύτερης μεγαλύτερης οικονομίας στον κόσμο, συμπεριλαμβανομένων ενός πολυπληθούς, νεανικού (μέσος όρος πληθυσμού 28 ετών) και, κυρίως, χαμηλού κόστους εργατικού δυναμικού, καθώς και ενός ελκυστικού επιχειρηματικού περιβάλλοντος
Επιπλέον, η Ινδία φαίνεται ότι μπορεί να επωφεληθεί από τις γεωπολιτικές εξελίξεις των τελευταίων ετών, αφού οι Ηνωμένες Πολιτείες και άλλες δυτικές χώρες μειώνουν την υπερβολική τους εξάρτηση από την Κίνα, μετατοπίζοντας μέρος των αλυσίδων εφοδιασμού τους. Για παράδειγμα, η Apple άνοιξε τα πρώτα της καταστήματα λιανικής στην Ινδία το περασμένο έτος, ενώ η Tesla φέρεται να είναι έτοιμη να επενδύσει έως και 3 δισ. δολάρια για τη δημιουργία ενός εργοστασίου ηλεκτρικών οχημάτων στην Ινδία. Αξίζει να αναφερθεί, ότι η Ινδία έχει αρχίσει να προσελκύει τους αμερικανικούς επιχειρηματικούς κολοσσούς κατασκευής ημιαγωγών (chips), όπως η Micron και η AMD. Αναμφίβολα, οι μεταρρυθμίσεις και τα προγράμματα επιχορηγήσεων για προσέλκυση ξένων επιχειρήσεων αποτελούν σημαντικούς παράγοντες της ραγδαίας αύξησης της κεφαλαιοποίησης της χρηματιστηριακής αγοράς της Ινδίας (4η παγκοσμίως), το τελευταίο διάστημα.
Όμως, το ερώτημα που προκύπτει είναι, κατά πόσον η παγκόσμια ανάπτυξη μπορεί να βασιστεί στην Ινδία, ως η επόμενη ισχυρή κινητήρια δύναμη, και, ως εκ τούτου, να ωφεληθεί, όπως ωφελήθηκε, στο πρόσφατο παρελθόν, από την κινεζική οικονομία; Αυτό το σενάριο, πιθανότατα, είναι ιδιαίτερα αισιόδοξο και ορισμένοι παράγοντες που συνηγορούν σε αυτό είναι οι εξής:
- Παρά το γεγονός ότι η Ινδία είναι η ταχύτερα αναπτυσσόμενη χώρα του G20 και ο ρυθμός ανάπτυξής της υπερβαίνει τον αντίστοιχο της Κίνας, η συνεισφορά της οικονομίας της στο παγκόσμιο ΑΕΠ το 2023 (3,6%) εξακολουθεί να υπολείπεται σημαντικά από την αντίστοιχη της Κίνας (18,4%). Βέβαια, σύμφωνα με τη Goldman Sachs, η Ινδία εκτιμάται ότι θα είναι η δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία παγκοσμίως, μέχρι το 2070.
- Το δίκτυο δημόσιων υποδομών της χώρας, αν και έχει βελτιωθεί, εξακολουθεί να χρήζει σημαντικής αναβάθμισης και αυτό θεωρείται ζωτικής σημασίας για την προσέλκυση επενδύσεων, ιδιαίτερα όσον αφορά στους κλάδους της μεταποίησης και της υψηλής τεχνολογίας. Επιπλέον, συγκρίνοντας τις δύο χώρες, τα τεράστια έργα υποδομής της Κίνας χρηματοδοτήθηκαν από την Κυβέρνηση, ενώ η Ινδία βασίζεται σε μεγάλο βαθμό στη χρηματοδότηση του ιδιωτικού τομέα. Όμως, η Ινδία πιθανότατα θα δυσκολευτεί να ενισχύσει ουσιαστικά τις δημόσιες επενδύσεις σε υποδομές, δεδομένου ότι το δημόσιο χρέος της βρίσκεται, ήδη, στο υψηλό επίπεδο του 85% του ΑΕΠ.
- Η Κίνα αναπτύχθηκε με μεγάλη ταχύτητα, τις τρεις τελευταίες δεκαετίες, τροφοδοτώντας την τεράστια παγκόσμια ζήτηση. Η οικονομία της είναι από τους μεγαλύτερους καταναλωτές βιομηχανικών εμπορευμάτων και κεφαλαιουχικών αγαθών στον κόσμο και αυτό είναι αποτέλεσμα όχι μόνο του μεγέθους της αλλά και του παραγωγικού της μοντέλου, το οποίο βασίζεται κυρίως στις επενδύσεις στον μεταποιητικό κλάδο και τις κατασκευές. Αντίθετα, η Ινδία στράφηκε προς μία αναπτυξιακή πορεία με γνώμονα τις υπηρεσίες, όπου οι επενδύσεις έντασης κεφαλαίου είναι χαμηλότερες. Σύμφωνα με στοιχεία της Παγκόσμιας Τράπεζας (2022), ο μεταποιητικός κλάδος της Ινδίας αντιπροσωπεύει μόνο το 13% του ΑΕΠ της, σε σύγκριση με το 28% της Κίνας. Επίσης, η Κίνα εισάγει κεφαλαιουχικά αγαθά τεράστιας αξίας, περίπου 800 δισ. δολάρια ετησίως, κυρίως από την Ευρώπη, τις ΗΠΑ, την Ιαπωνία και την Κορέα, συμβάλλοντας σημαντικά στην αύξηση του παγκόσμιου εμπορίου. Αντίθετα, οι αντίστοιχες ετήσιες εισαγωγές κεφαλαιουχικών αγαθών της Ινδίας είναι περίπου 150 δισ. δολάρια (“Can India replace China as the new engine of global growth?”, Financial Services, Ιανουάριος του 2024). Συνεπώς, προκειμένου να αυξηθεί ουσιαστικά η ζήτηση βιομηχανικών εμπορευμάτων της Ινδίας, η χώρα θα πρέπει πρώτα να αλλάξει πορεία και να υιοθετήσει παρόμοιο μοντέλο ανάπτυξης με αυτό της Κίνας, κάτι που θα χρειαστεί αρκετά χρόνια για να συμβεί.
Συνοψίζοντας, η ινδική οικονομία, προς το παρόν, δεν φαίνεται να μπορεί να διαδραματίσει τον ρόλο της κινεζικής οικονομίας όσον αφορά στη συνεισφορά της στην παγκόσμια ανάπτυξη. Στην Ινδία, τα ευνοϊκά δημογραφικά στοιχεία (η πολυπληθέστερη χώρα παγκοσμίως, το 2023), με εκτιμήσεις για περαιτέρω μεγέθυνση, τα επόμενα έτ, αναμένεται να ενισχύσουν τη δυνητική ανάπτυξή της, τα επόμενα χρόνια. Ο αυξανόμενος πληθυσμός της Ινδίας αποτελεί σαφώς μία ευκαιρία, ωστόσο η πρόκληση είναι η παραγωγική χρήση του εργατικού δυναμικού, με την αύξηση του ποσοστού συμμετοχής στο εργατικό δυναμικό και την ενσωμάτωση περισσότερων γυναικών.
Αυτό σημαίνει, ότι πρέπει να δημιουργηθούν οι ευκαιρίες για την απορρόφηση του εργατικού δυναμικού, την κατάρτιση και αναβάθμιση των δεξιοτήτων του και την αύξηση της παραγωγικότητας. Η προσέλκυση επενδύσεων θα αποτελέσει το μεγάλο στοίχημα των επόμενων ετών για την ινδική οικονομία, ενώ οι γεωπολιτικές εξελίξεις, καθώς και οι εκλογές, τόσο στην Ινδία όσο και σε άλλες χώρες, θα διαδραματίσουν ρόλο στις αναπτυξιακές της προοπτικές.