Το βάθος και η ποιότητα των υπηρεσιών που προσφέρουν οι εταιρείες συμβούλων στις ελληνικές επιχειρήσεις και ιδιαίτερα στις μικρότερου μεγέθους από αυτές είναι ένα κομμάτι της εξελικτικής οικονομικής πραγματικότητας της χώρας μας.
Δεδομένου ότι η ραχοκοκαλιά της ελληνικής οικονομίας είναι κυρίως οι πολύ μικρές και μικρές επιχειρήσεις, οι οποίες αντιμετώπισαν και συνεχίζουν να αντιμετωπίζουν πολύ σοβαρά προβλήματα, σε ένα βαθμό ακόμη και σήμερα, είναι γεγονός πως οι εταιρείες συμβούλων επιχειρήσεων έχουν βελτιώσει τις υπηρεσίες τους κυρίως όσον αφορά στη στήριξη της επιχειρηματικότητας αυτού του είδους στην χώρα μας.
Φυσικά, χωρίς να αφήνουν εκτός τις μεγάλες επιχειρήσεις, σε κάθε περίπτωση είναι στραμμένο το ενδιαφέρον ως προς τη βελτίωση του επιχειρηματικού περιβάλλοντος κυρίως στις μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις. Άρα, θέλοντας και μη από τη στιγμή που και οι εταιρείες συμβούλων είναι ένα μέρος της ελληνικής πραγματικότητας και της σύγχρονης οικονομίας έχουν ρίξει το βάρος τους σε αυτού του είδους τις επιχειρήσεις. Από τη δική μας οπτική γωνία, οι επιχειρήσεις με τις οποίες συνεργαζόμαστε αξιοποιούν τη συμβουλευτική μας υποστήριξη.
Επιπλέον, η διαφάνεια στις εγκρίσεις και την ορθολογική χρήση των κονδυλίων, που απορρέει από τα υποβληθέντα επενδυτικά σχέδια, έχει βελτιωθεί δραστικά από το 2016 και μετά, περίοδος που ταυτίζεται με την ψήφιση του πιο πρόσφατου Αναπτυξιακού Νόμου. Σύμφωνα με αυτόν άλλωστε είναι γεγονός ότι πρώτα εγκρίνονται τα κονδύλια και στη συνέχεια τα εγκεκριμένα επενδυτικά σχέδια των επιχειρήσεων οι οποίες προχωρούν σταδιακά στην υλοποίησή τους.
Στα θετικά του πιο πρόσφατου Πολυνομοσχεδίου επίσης καταγράφουμε πως έχουν αυξηθεί τα ποσοστά καθώς και η ταχύτητα των αξιολογήσεων.
Στα αρνητικά είναι πως επικροτείται η ωριμότητα σε αντίφαση μάλιστα με τη φιλοσοφία του Αναπτυξιακού νόμου και παράλληλα αποκλείεται η ραχοκοκαλιά της ελληνικής οικονομίας –η μικρομεσαία επιχείρηση καθώς και το νέο επιχειρείν. Έτσι αποκλείεται μια σημαντική μερίδα νέων επιχειρηματιών οι οποίοι θέλουν τώρα να συστήσουν την επιχειρηματική τους δραστηριότητα, καθώς βγαίνουν εκτός ανταγωνισμού.
Υπάρχουν όμως περιπτώσεις, όπως οι εταιρείες ανάπτυξης πλατφόρμας λογισμικών συστημάτων, οι οποίες επιχορηγούνται σημαντικά, παρόλο τον περιορισμένο κύκλο εργασιών καθώς και τον μικρό αριθμό του προσωπικού τους.
Σε παλαιότερες εκδόσεις του Νόμου οι εκταμιεύσεις προς τις επιχειρήσεις καθυστερούσαν σημαντικά με αποτέλεσμα αρκετές να αντιμετωπίζουν πρόβλημα ρευστότητας κατά την υλοποίηση των επιχειρηματικών τους σχεδίων. Υπάρχει κάποια προοδευτική βελτίωση σε αυτό το πρόβλημα. αφού όταν κάνεις μια επένδυση αναλαμβάνεις ένα επιχειρηματικό κίνδυνο. Σαφώς αυτό το ρίσκο πρέπει να έχει μετριασθεί και για το λόγο αυτό ζητείται η δήλωση του επενδυτή από που θα αντλήσει τα κεφάλαιά της επένδυσης. Η επιδότηση δεν έρχεται ως κάλυψη. Ο κάθε επιχειρηματίας κάνει την επένδυση και το κράτος έρχεται να σου καλύψει ένα ποσοστό - μέρος αυτής. Ο Αναπτυξιακός είναι πάντοτε μια ταμειακή ενίσχυση. Με βάση τα τελευταία στοιχεία, οι δύο πρώτοι κλάδοι που, μέσω των επιχειρήσεων που ανήκουν σε αυτούς, έχουν απορροφήσει τα υψηλότερα κονδύλια από το τελευταίο Πολυνομοδσχέδιο είναι ο Τουρισμός και τα Logistics που αποτελούν τους πιο βασικούς και ισχυρούς κλάδους της ελληνικής οικονομίας. Αυτό αντικατοπτρίζεται και στις εγκρίσεις του Αναπτυξιακού Νόμου.
Από την άλλη υπάρχουν τομείς με υψηλή προστιθέμενη αξία, όπως ο τομέας της πληροφορικής και κυρίως της ανάπτυξης λογισμικών προγραμμάτων που αποτελούν ένα σύγχρονο κλάδο και δεν υπάρχει η τεχνογνωσία και η δυνατότητα αντικειμενικής αξιολόγησης από τους αρμόδιους φορείς, με αποτέλεσμα τέτοιου είδους επενδυτικά σχέδια να μην προχωρούν ως προς την κάλυψή τους.
Επιπλέον, υπάρχει και η περιφερειακή διάσταση των επιχορηγήσεων του Αναπτυξιακού Νόμου.Στην Βόρειο Ελλάδα, όπου για παράδειγμα είναι και είναι η κύρια έδρα μας, υπάρχει αντιπροσωπευτικότητα των επενδυτικών σχεδίων που υποβάλαμε προς έγκριση και τελικά εγκρίθηκε πολύ υψηλότερος αριθμός προτάσεων σε σχέση με την πληθυσμιακή και οικονομική βαρύτητα της ευρύτερης περιφέρειας της Βορείου Ελλάδας.
Τέλος, όσον αφορά την προσωρινή αξιολόγηση του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (ΑΑ) θα έλεγα ότι ο σχεδιασμός του έγινε πολύ γρήγορα και μέχρι τελευταία στιγμή δεν υπήρχε επαρκής ενημέρωση προς τους περισσότερους φορείς οι οποίοι, βάσει εμπειρίας, θα μπορούσαν να συμβάλουν στην πιο ολοκληρωμένη και αντικειμενική αξιολόγηση των υπό ένταξη επενδυτικών σχεδίων στο ΤΑΑ.
*Ο κ. Θ. Αγγελακάκης είναι διευθύνων σύμβουλος της «Αγγελακάκης και Συνεργάτες».