Κάθε εταιρεία ξεκινά από τον ιδρυτή της με ένα όνειρο, ένα όνειρο που τεκμηριώνεται από μια ιδέα. Αυτή η ιδέα βασίζεται με τη σειρά της στις απαντήσεις σε ερωτήσεις όπως «τι είμαι εδώ να κάνω;», «γιατί θα είμαι καλύτερος από τους άλλους;», «πώς θα κάνω τα πράγματα καλύτερα;». Προκειμένου να γεννηθεί μια εταιρεία, οι απαντήσεις σ’ αυτές τις ερωτήσεις πρέπει να μπορούν να υποδεικνύουν την παραγωγή αξίας που θα ξεπερνούσε το κόστος. Και αν αυτή η αντιληπτή αξία ξεπεράσει το αντιληπτό κόστος, τότε θα αρχίσει να δημιουργείται δέσμευση. Μόνο όταν αυτή η δέσμευση γίνει τόσο ισχυρή που θα μπορούσε να ξεπεράσει τους αντιληπτούς κινδύνους είναι που γεννιέται η εταιρεία. Είναι όμως αυτό αρκετό για μια εταιρεία να παράγει πλούτο; Η απάντηση είναι όχι!
Η αξία μπορεί να παραχθεί από μια ιδέα. Αλλά το τι είδους αξία θα παράγει αυτή η ιδέα εξαρτάται. Η παραγωγή αξίας δεν ισοδυναμεί με την παραγωγή πλούτου. Η παραγωγή πλούτου είναι απλώς συνάρτηση της παραγωγής βιώσιμης αξίας. Η παραγωγή μη βιώσιμης αξίας ισοδυναμεί με την παραγωγή εισοδήματος για τον επιχειρηματία και για τους μετόχους και όχι πλούτου. Αλλά γιατί συμβαίνει αυτό;
Ένας από τους πιο συνηθισμένους τρόπους εκτίμησης της αξίας μιας εταιρείας βασίζεται στις προεξοφλημένες μελλοντικές ταμειακές ροές, δηλαδή στα μετρητά που πρόκειται να παράγει στο διηνεκές. Και μόνον όταν πειστούν οι επενδυτές ότι αυτές οι ταμειακές ροές είναι θετικές, καταλήγουν σε θετική αποτίμηση. Θα επένδυαν αν αυτή η αξία ήταν θετική; Όχι απαραίτητα. Και αυτό γιατί κάθε επένδυση συνεπάγεται ένα κόστος ευκαιρίας, δηλαδή το κόστος της μη επένδυσης των ίδιων κεφαλαίων σε κάποια άλλη επένδυση. Διότι τα επενδυτικά κεφάλαια είναι ένας σπάνιος πόρος και υπάρχουν πάντα ανταγωνιστικές ευκαιρίες. Η λέξη-κλειδί είναι επομένως «βιωσιμότητα». Και τότε μπορεί να προκύψει το ερώτημα. Γιατί μια εταιρεία μπορεί να μην είναι βιώσιμη; Αυτό μπορεί να συμβαίνει για πολλούς λόγους. Μια εταιρεία μπορεί να είναι τόσο στενά συνδεδεμένη με τον ιδρυτή της που μπορεί να μην εξασφαλίσει μια ζωή αφού αυτός ή αυτή φύγει. Οι εταιρείες είναι επίσης πολίτες, εταιρικοί πολίτες. Ζουν μέσα στην και για την κοινωνία. Οι εταιρείες που δε νοιάζονται για την κοινωνία αργά ή γρήγορα θα τιμωρηθούν από αυτήν. Οι εταιρείες που αδιαφορούν για το περιβάλλον θα τιμωρηθούν επίσης, για τους ίδιους λόγους λίγο πολύ! Αλλά αν αυτό είναι αλήθεια τι θα μπορούσε να κάνει κανείς;
Υπάρχει ένα σημείο στον κύκλο ζωής των εταιρειών κατά το οποίο ζητούν επαγγελματική διαχείριση και στιβαρή εταιρική διακυβέρνηση. Σε αυτό το στάδιο, οι εταιρείες φωνάζουν ότι έχουν αρκετή επιχειρηματικότητα αλλά όχι αρκετό σύστημα για να την εξισορροπήσουν. Χρειάζονται οπωσδήποτε την επιχειρηματικότητα αλλά την χρειάζονται θεσμοθετημένη παρά εξατομικευμένη. Χρειάζονται ένα σύστημα που θα εξασφάλιζε μια νέα ανεξάρτητη ζωή! Αλλά το να πάρεις ένα μωρό από τα χέρια της μητέρας του είναι σίγουρα ένα δύσκολο έργο. Και οι ιδρυτές σπάνια αφήνουν να συμβεί αυτό, όσο κι αν θα το ήθελαν. Ωστόσο, οι εταιρείες αναπτύσσονται και πρέπει τελικά να έχουν μια νέα ανεξάρτητη ζωή, όπως ακριβώς κάνουν οι άνθρωποι κατά την εφηβεία. Εάν οι ιδρυτές τους αποτύχουν σ’ αυτό το έργο, κινδυνεύουν να παράγουν εισόδημα αλλά όχι πλούτο για τους ίδιους και για τους μετόχους τους. Ταυτόχρονα, η κατανόηση ότι μια εταιρεία ζει μέσα και για την κοινωνία είναι επίσης πολύ σημαντική. Οι εταιρείες πρέπει να ενσωματώνονται στην κοινωνία. Πρέπει να νιώθουν της δονήσεις της τελευταίας.
Με απλά λόγια πρέπει να αντιλαμβάνονται πως ζουν γιατί την υπηρετούν καλά. Και αντιλαμβάνονται πως θα πρέπει να επιστρέφουν στην κοινωνία τουλάχιστον μέρος από αυτά με τα οποία έχουν ανταμειφθεί από αυτήν. Κι αυτό δεν είναι μια άσκηση «πάρε-δώσε». Είναι μια άσκηση «δώσε-πάρε». Γιατί πολύ απλά, κανείς δεν μπορεί να παίρνει για πάντα! Επομένως, οι εταιρείες πρέπει να έχουν γνήσιο ενδιαφέρον για την κοινωνία και το περιβάλλον στο οποίο ζει η κοινωνία. Πρέπει να καταλάβουν ότι εάν αποτύχουν σε αυτό το καθήκον θα αποτύχουν και οι ίδιες. Πολύ απλά, κάποια άλλη εταιρεία θα την εξυπηρετήσει καλύτερα.
Εταιρείες γεννιούνται και πεθαίνουν κάθε μέρα. Παραδόξως, η διάρκεια ζωής τους για τις περισσότερες από τις νεοϊδρυθείσες σπάνια είναι μεγαλύτερη από μια δεκαετία περίπου. Έχει ήδη εμφανιστεί μια εποχή επιταχυνόμενων αλλαγών στην οποία η διάρκεια ζωής των εταιρειών είναι μικρότερη από ποτέ. Το 1965, οι εταιρείες του S&P 500 είχαν μέση διάρκεια ζωής 33 ετών. Μέχρι το 1990, η εταιρική διάρκεια ζωής ήταν κατά μέσο όρο 20 χρόνια. Και γίνεται όλο και πιο σύντομη, μέρα με τη μέρα. Η βιωσιμότητα είναι επομένως σημαντική. Κι αυτός είναι ο μόνος τρόπος που μπορεί να παραχθεί πλούτος όχι μόνο για τους ιδρυτές και τους μετόχους των εταιρειών αλλά και για την κοινωνία συνολικά τόσο τώρα όσο και στο μέλλον!
Ο κ. Γεώργιος Καραδήμας, PhD, είναι Managing Director της Koubaras Ltd.