Όλα δείχνουν, ότι ήλθε ο καιρός τα βιβλία «Περί Χρήματος» να εμπλουτισθούν με μία ακόμη μορφή χρήματος. Οι προαιώνιες ανάγκες για την εξυπηρέτηση των συναλλαγών, τη διαφύλαξη αγοραστικής δύναμης και της διακράτησης για λόγους πρόνοιας, πέρασαν από τον αντιπραγματισμό, στο μεταλλικό χρήμα, το χαρτονόμισμα, το λογιστικό (τραπεζικό ή ηλεκτρονικό) χρήμα, και τώρα, πως θα μπορούσε άλλωστε να μη γίνει, στην ψηφιακή του εκδοχή. Πρόκειται λοιπόν στη μακραίωνα ιστορία του χρήματος για ένα σημαντικό ιστορικό σταθμό.
Η απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (14/7/2021) να προχωρήσει στην τεχνική προετοιμασία για την αναζήτηση των χαρακτηριστικών ενός ψηφιακού Ευρώ, του ονομαζόμενου Ε-Ευρώ, αλλά και στη διαμόρφωση του νομικού πλαισίου λειτουργίας του σε συνεργασία με τις ευρωπαϊκές αρχές, αφού στις ευρωπαϊκές συμβάσεις δεν προβλέπεται κάτι τέτοιο, σηματοδοτεί μια εξέλιξη χωρίς επιστροφή. Αν όλα προχωρήσουν με βάση τις αποφάσεις, το ψηφιακό Ευρώ θα βρίσκεται στα ψηφιακά πορτοφόλια των ευρωπαίων πολιτών σε πέντε χρόνια από σήμερα, αφού χρειάζεται δύο χρόνια για την προετοιμασία και άλλα τρία για τις δοκιμές. Έτσι, στο τέλος της 5χρονης περιόδου ανάπτυξης και δοκιμών, θα βρίσκονται σε κυκλοφορία κέρματα και χαρτονομίσματα στα πορτοφόλια καθώς και ψηφιακά Ευρώ βασικά στα κινητά τηλέφωνα των πολιτών. Διακηρυγμένη απόφαση εξάλλου είναι, να μην καταργηθεί καμία από τις παραπάνω μορφές, αλλά να λειτουργούν παράλληλα.
Τι είναι και γιατί χρειαζόμαστε το e-ευρώ
Καταρχήν πρόκειται για την έκδοση ενός νομίσματος από μια Κεντρική Τράπεζα. Με την κίνηση αυτή η ΕΚΤ σηματοδοτεί τη μετάβαση από το Ευρώ σε φυσική μορφή στον ψηφιακό κόσμο του μέλλοντος. Σε συνεργασία με τις ευρωπαϊκές αρχές προτίθεται να κυκλοφορήσει ένα ψηφιακό νόμισμα το οποίο θα ασκεί τις ίδιες με τα μετρητά βασικές λειτουργίες, που είναι η διεκπεραίωση συναλλαγών και η αποταμίευση. Στη διαδικασία για τη δημιουργία ψηφιακού νομίσματος βρίσκονται ήδη χώρες, όπως οι ΗΠΑ, η Κίνα, ο Καναδάς, η Σουηδία αλλά και ιδιωτικές εταιρείες όπως η Facebook, η οποία μετά την αποτυχία του “Libra” επανέρχεται με νέα πρόταση, το ονομαζόμενο “Diem-Dollar”. Σε αυτό το νέο περιβάλλον, είναι απόλυτα αναγκαίο, η Ευρώπη να αποκτήσει το δικό της ψηφιακό νόμισμα διαχειριζόμενη τις συναλλαγές των κρατών της και να μην εξαρτάται από άλλους ξένους παρόχους, οι οποίοι δεν θα καρπούνται μόνο τα οικονομικά οφέλη, αλλά ταυτόχρονα θα είναι και σε θέση να ασκήσουν επιρροή στο εσωτερικό της Ένωσης ή και να εκτοπίσουν το επίσημο νόμισμά της. Τους κινδύνους φαίνεται ότι έχει συνειδητοποιήσει η ηγεσία της ΕΚΤ, αντιλαμβανόμενη ότι μια ένωση χωρών όπως η Ευρώπη με παγκόσμια ηγετική εξαγωγική δραστηριότητα, θα ήταν αφελές να αφήσει πχ. την Κίνα να διεκπεραιώνει τις συναλλαγές της.
Χρήσιμο εξάλλου θα είναι το ψηφιακό Ευρώ, αφού η διενέργεια συναλλαγών θα διαρκεί μόνο ελάχιστα δευτερόλεπτα με μηδαμινό κόστος. Η μεταφορά χρημάτων ακόμη και σε διηπειρωτικές συναλλαγές, κυρίως για την εξόφληση υποχρεώσεων στις εμπορικές συναλλαγές, πχ. προς την Κίνα, που σήμερα απαιτούν χρόνο περισσότερο και από εκείνον της μεταφοράς των προϊόντων, θα γίνονται επίσης αυτόματα. Κυρίως, όταν οι επιχειρήσεις προσαρμόσουν τα συστήματά τους, στις τεχνολογικές απαιτήσεις του νέου ψηφιακού νομίσματος, θα είναι σε θέση να διεκπεραιώνουν συναλλαγές χωρίς το σημερινό όγκο των παραστατικών (μέσω smart contracts), που πρέπει να συνοδεύει κάθε μεταφορά-εξαγωγή προϊόντων σε άλλη χώρα.
Θα υπάρξει θετική ανταπόκριση από πολίτες και επιχειρήσεις;
Το θεμέλιο πάνω στο οποίο στηρίζεται κάθε νόμισμα είναι η εμπιστοσύνη του κοινού, η οποία εκφράζεται με την κοινή αποδοχή του. Αποδεκτό είναι ένα νόμισμα, όταν σε μια συναλλαγή για να χρησιμοποιηθεί, θα πρέπει εκ των προτέρων ο καθένας από τα συμβαλλόμενα μέρη να γνωρίζει πολύ καλά, ότι αποδεχόμενος το νόμισμα θα μπορεί να το χρησιμοποιήσει για δική του πληρωμή και θα γίνει χωρίς αμφισβήτηση άμεσα αποδεκτό. Αυτό ισχύει για τα παραδοσιακά νομίσματα.
Σε ότι αφορά τώρα τα ψηφιακά, γεννάται ένα πρόσθετο πρόβλημα, που συνδέεται με την προστασία των προσωπικών δεδομένων, λόγω της καταχώρησης και της επεξεργασίας στοιχείων με τη βοήθεια ηλεκτρονικών συστημάτων τόσο για το άνοιγμα λογαριασμού, όσο και κατά τη διενέργεια των συναλλαγών. Η προστασία της ανωνυμίας κατά τις συναλλαγές θεωρείται κορυφαίο ζήτημα από τους πολίτες της Ευρώπης, όπως άλλωστε προκύπτει και από δημοσκοπική έρευνα που διεξήχθη στο στάδιο της προετοιμασίας της πρότασης της ΕΚΤ μετά τον Ιανουάριο του 2021. Με μεγάλη πλειοψηφία οι Ευρωπαίοι πολίτες επιλέγουν την ανωνυμία με επόμενη ιδιότητα την ασφάλεια ως τα σημαντικότερα προαπαιτούμενα για την αποδοχή του. Οι επιφυλάξεις αυτές, είναι αυτονόητο, ότι κατά το σχεδιασμό και την εξέλιξη των τεχνικών χαρακτηριστικών θα αντιμετωπιστούν. Προς το παρόν υπάρχει η υπόσχεση, ότι το νόμισμα θα εξασφαλίζει ασφάλεια, ανωνυμία και δυνατότητα χρήσης offline, ώστε να μην ευνοούνται οι κάτοχοι smart phones και διαδικτυακής σύνδεσης.
Διαφορές με τις άλλες ψηφιακές πληρωμές και με τα κρυπτονομίσματα
Ας επαναλάβουμε ότι, το ψηφιακό Ευρώ θα αποτελέσει μια μορφή μετρητού χρήματος, το οποίο θα εκδίδει η Κεντρική Τράπεζα , όπως ακριβώς γίνεται με τα κέρματα και τα χαρτονομίσματα. Πρόκειται δηλαδή για κεντρικό χρήμα και όχι τραπεζικό ή ηλεκτρονικό που δημιουργείται με τη χορήγηση δανείων και κινείται με κάρτες και λογιστικές εγγραφές. Οι συναλλαγές αυτές μπορεί να είναι ψηφιακές αλλά δε γίνονται με ψηφιακό χρήμα.
Οι λεπτές διαφορές μπορεί να είναι δύσκολο να κατανοηθούν, είναι όμως πολύ σημαντικές ως προς τη σημασία τους. Η μεγάλη διαφορά με το τραπεζικό χρήμα έγκειται στο γεγονός, ότι μια εμπορική τράπεζα μπορεί να χρεοκοπήσει και να τρέχει κανείς να αποσύρει το υπόλοιπο του λογαριασμού του μετατρέποντάς το σε μετρητό χρήμα που εκδίδει η κεντρική Τράπεζα. Αντίθετα η Κεντρική Τράπεζα έχει τη δυνατότητα να εκδίδει χρήμα απεριόριστα και συνεπώς δεν κινδυνεύει να χρεοκοπήσει. Άρα το ψηφιακό κεντρικό χρήμα είναι πιο ασφαλές από εκείνο που βρίσκεται σε τραπεζικό λογαριασμό ή από τα κρυπτονομίσματα. Ως προς το πρώτο, το ψηφιακό Ευρώ θα εκδίδεται από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και συνεπώς θα εποπτεύεται σε ότι αφορά τη λειτουργία του, την ανωνυμία ή την ασφάλειά του. Ως προς το δεύτερο, η αξία όπως και του χαρτονομίσματος διατηρείται σχετικά σταθερή και δεν υπόκειται σε απότομες κερδοσκοπικές διακυμάνσεις, ώστε να απωλέσει την αξιοπιστία του.
Σε ότι αφορά στα ψηφιακά κρυπτονομίσματα (π.χ. Bitcoin, Ethereum κλπ) δεν εποπτεύονται από κάποια δημόσια αρχή. Υπόκεινται σε συνεχείς τεράστιες διακυμάνσεις (υψηλή μεταβλητότητα) και ενέχουν τον κίνδυνο της απώλειας του ποσού που διαθέτει κανείς με την πιθανή παρέμβαση στο ηλεκτρονικό του πορτοφόλι από Hackers. Πέραν συνεπώς του επενδυτικού κινδύνου να απωλέσει κανείς χρήματα λόγω των απότομων μεγάλων διακυμάνσεων της τιμής τους, υπάρχουν και άλλοι, οι οποίο είναι τόσο σοβαροί, ώστε μπορεί κανείς να υποθέσει, ότι τα κρυπτονομίσματα δε θα αποτελέσουν αξιόλογη ανταγωνιστική επιλογή για τους πολίτες στο μέλλον, σε ότι αφορά τη χρήση τους για την εξυπηρέτηση των συναλλαγών.
Η μόνη προσπάθεια για να μειωθούν οι κίνδυνοι προέρχεται από την υιοθέτηση της ευρωπαϊκής οδηγίας MiCA (Markets in Crypto-Assets regulation) που αφορά κυρίως στο ξέπλυμα χρήματος, με την ανάθεση στις Εθνικές Επιτροπές Κεφαλαιαγοράς, να εποπτεύουν τη χρήση των συγκεκριμένων κρυπτονομισμάτων, αφού σε κάποια χαρακτηριστικά τους συμπεριφέρονται ως κινητές αξίες. Στα παραπάνω μειονεκτήματα θα πρέπει να προσθέσουμε και τη μεγάλη ενεργειακή κατανάλωση που απαιτούν τα κρυπτονομίσματα για την εξόρυξη και διανομή τους. Υπολογίζεται ότι, η τεχνολογία της αλυσίδας συστημάτων Blockchain Technology που χρησιμοποιούν, απαιτεί για την παραγωγή του Bitcoin π.χ. όση ενέργεια χρειάζεται μια ολόκληρη πόλη όπως το Άμστερνταμ. Αντίθετα για την παραγωγή του Ε-Ευρώ υπάρχει πρόθεση να χρησιμοποιηθούν τα κλασικά ηλεκτρονικά συστήματα (κατά προτίμηση το ιταλικό σύστημα διεκπεραίωσης άμεσων πληρωμών), τα οποία θεωρούνται πολύ οικονομικότερα.
Συμπερασματικά, αξίζει να σημειωθεί, ότι η απόφαση του Δ. Σ. της ΕΚΤ να εκκινήσουν οι διαδικασίες για την παροχή στους ευρωπαίους πολίτες ενός επίσημου ευρωπαϊκού ψηφιακού νομίσματος, εκτός από αναγκαία είναι και πολύ σημαντική. Αποτελεί μια κορυφαία επιλογή προς τη διατήρηση της νομισματικής ανεξαρτησίας της Ευρώπης. Ένα μεγάλο βήμα για την προστασία της Ευρωζώνης από τις επιθέσεις ανταγωνιστικών κρυπτονομισμάτων, τα οποία, χωρίς την παρουσία επίσημου ευρωπαϊκού ψηφιακού νομίσματος, θα μπορούσαν μελλοντικά να αποτελέσουν απειλή. Σε ότι αφορά την παράλληλη κυκλοφορία των διαφόρων τύπων κρυπτοαξιών, επιβάλλεται η προώθηση συστήματος ελέγχων και εποπτείας, με στόχο την αποτελεσματική προστασία των καταναλωτών από ασύμμετρους κινδύνους.
*Ο κ. Χ. Γκότσης είναι Καθηγητής Οικονομικών και τ. Πρόεδρος της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς