Στην τρέχουσα βιβλιογραφία των αλληλεπιδράσεων της βιομηχανίας με την οικονομία, όλο και περισσότερο δίνεται έμφαση στη συμμετοχή των επιχειρήσεων στις λεγόμενες παγκόσμιες αλυσίδες αξίας (global value chains) ως μία από τις προϋποθέσεις βελτίωσης της ανταγωνιστικότητάς τους.
Η αλυσίδα αξίας αναφέρεται στο σύνολο των δραστηριοτήτων που εμπλέκονται στην παραγωγή μιας ομάδας προϊόντων, από το αρχικό στάδιο προμήθειας της εισροής και μέσω των ποικίλων σταδίων επεξεργασίας, έως τη διάθεσή τους στην αγορά. Στη διαδικασία αυτή είναι πιθανόν να εμπλέκονται διάφορες κατηγορίες επιχειρήσεων ή άλλων οργανισμών. Λόγω του διεθνοποιημένου χαρακτήρα που αποκτά η οικονομία και το εμπόριο, αυτές οι επιχειρήσεις μπορεί να προέρχονται από διάφορα μέρη του κόσμου, σχηματίζοντας έτσι δίκτυα παγκόσμιων αλυσίδων αξίας.
Συνήθως, κεντρικό ρόλο σε αυτές τις αλυσίδες παίζουν μεγάλες, γνωστές πολυεθνικές επιχειρήσεις που δημιουργούν παγκόσμιες γραμμές παραγωγής για τα τελικά τους προϊόντα και υπηρεσίες ώστε να κατανείμουν τις δραστηριότητες τους ανά τον κόσμο με το βέλτιστο τρόπο. Σε κάθε στάδιο των γραμμών αυτών, οι εκάστοτε «κρίκοι» αλυσίδας δημιουργούν προστιθέμενη αξία, η οποία είναι η κινητήριος δύναμη, αλλά τελικά και ο λόγος ύπαρξης των παγκόσμιων αλυσίδων αξίας.
Το ενδιαφέρον που έχει αυτό ο διεθνοποιημένος τρόπος παραγωγής για μια χώρα σαν την Ελλάδα είναι ότι προσφέρεται η δυνατότητα ακόμα και σε μικρότερες, αλλά ενδεχομένως εξειδικευμένες επιχειρήσεις της χώρας να ενταχθούν και τελικά να αποτελέσουν κρίσιμο μέρος αυτής της παγκόσμιας αλυσίδας. Για την Ελλάδα και την εγχώρια βιομηχανία, η ένταξη σε μια παγκόσμια αλυσίδα αξίας μπορεί να προσφέρει διέξοδο από τη μικρή εγχώρια ζήτηση. Η ένταξη σε παγκόσμιες αλυσίδες αξίας δεν αφορά μόνο στο σχεδιασμό, την προώθηση ή/και την παραγωγή νέων προϊόντων, αλλά, καθώς δεν σχετίζεται με μια απλή εμπορική συναλλαγή, συνιστά μια πιο ουσιαστική συμμετοχή σε δίκτυα διεθνούς παραγωγής ή εφοδιαστικής αλυσίδας καθιστώντας τοις επιχειρήσεις αυτές σημαντικούς κρίκους σε μια παγκόσμια αλυσίδα. Επίσης η συμμετοχή σε αυτές τις αλυσίδες δεν γίνεται με όρους «φθήνιας», απλώς δηλαδή ως μια επιλογή χαμηλού κόστους, αλλά με όρους πραγματικής καινοτομίας και προστιθέμενης αξίας που σαφώς ενσωματώνει και μία ανταγωνιστική τιμή.
Στο πλαίσιο διπλωματικής εργασίας που εκπονήθηκε στο Εργαστήριο Βιομηχανικής και Ενεργειακής Οικονομίας (ΕΒΕΟ) του ΕΜΠ (Κ.Στάμου, «Η συμμετοχή των ελληνικών βιομηχανιών σε παγκόσμιες αλυσίδες αξίας: οι συνεργασίες μεταξύ κλάδων και η επίδραση στην ανταγωνιστικότητα»), με επιβλέποντα τον υπογράφοντα το παρόν σημείωμα, διερευνήθηκε η διαχρονική συμμετοχή των κλάδων της ελληνικής βιομηχανίας σε παγκόσμιες αλυσίδες αξίας, είτε ως «κρίκοι» των αλυσίδων αυτών, είτε ως ροές που κινούνται κατά μήκος τους. Τα στοιχεία και η μεθοδολογία πάνω στην οποία βασίζεται η ανάλυση αντλήθηκαν από τη βάση δεδομένων World Input Output Database (WIOD). Πρόκειται για τη μοναδική βάση δεδομένων σχετική με την παγκόσμια τμηματοποίηση της παραγωγής η οποία περιλαμβάνει δεδομένα για 56 κλάδους από 43 χώρες για μια περίοδο 15 ετών (2000-2014) και επιτρέπει την ανίχνευση των σχέσεων και της μεταφοράς αξίας από κλάδο σε κλάδο και από χώρα σε χώρα. Η WIOD εμπεριέχει ροές από όλους τους κλάδους προς όλους τους κλάδους για τις χώρες τις οποίες αναλύει, καθώς και προς την τελική κατανάλωση. Παρακολουθούνται: α) εισροές, δηλαδή προϊόντα και υπηρεσίες που χρησιμοποιούνται σε έναν κλάδο β) εκροές προς την ενδιάμεση κατανάλωση, δηλαδή προϊόντα του κλάδου που κατευθύνονται προς άλλες επιχειρήσεις και γ) εκροές προς την τελική κατανάλωση.
Η εγχώρια μεταποιητική βιομηχανία είναι ο τομέας που διαμορφώνει συνθήκες ζήτησης για ενδιάμεσα προϊόντα και υπηρεσίες που παράγονται είτε σε κλάδους τις μεταποίησης, είτε εκτός αυτής, ενώ τα προϊόντα της είναι κατά κανόνα διεθνώς εμπορεύσιμα. Επιπλέον, η μεταποίηση, εκτός του ότι αποτελεί δυνητικό πελάτη για άλλες επιχειρήσεις που παράγουν ενδιάμεσα προϊόντα, ταυτόχρονα δημιουργεί νέα πεδία δράσης για καινούργιες επιχειρηματικές δραστηριότητες προς κάλυψη των αναγκών των χρηστών των καινούργιων αυτών προϊόντων της μεταποίησης. Διαθέτει δηλαδή στοιχεία που δημιουργούν ανταγωνιστικές συνθήκες συμμετοχής της Ελλάδας σε παγκόσμιες αλυσίδες αξίας.
Από την εμπειρική ανάλυση λοιπόν που πραγματοποιήθηκε για την ελληνική μεταποίηση για την περίοδο από το 2000 έως το 2014. προέκυψε ότι:
- Ο κλάδος της Παραγωγής οπτάνθρακα και προϊόντων διύλισης πετρελαίου παρουσιάζει διαχρονικά πολύ ισχυρή παρουσία σε παγκόσμιες αλυσίδες αξίας, αφού πολύ μεγάλο μέρος όλων των ροών του σχετίζεται με το εξωτερικό. Στο εξεταζόμενο χρονικό διάστημα μάλιστα φαίνονται οι ροές από και προς το εξωτερικό να έχουν αυξηθεί ιδιαίτερα. Η ενεργός συμμετοχή του εν λόγω κλάδου σε παγκόσμιες αλυσίδες αξίας είναι σημαντική για την ελληνική οικονομία λόγω του μεγάλου του μεγέθους και της επίδρασής του στη μεταποίηση συνολικά.
- Ο κλάδος της Παραγωγής βασικών μετάλλων – επίσης ένας μεγάλος εγχώριος κλάδος - φαίνεται σταδιακά να βελτιώνει τη συμμετοχή του σε παγκόσμιες αλυσίδες αξίας. Ο κλάδος έχει ενισχύσει τη συνολική του δραστηριότητα δίνοντας βάση στις εξωτερικές ροές, όταν την ίδια στιγμή η εγχώρια δραστηριότητα του κλάδου έχει μειωθεί. Άρα οι παγκόσμιες αλυσίδες αξίας μπορούν να βοηθήσουν τους εγχώριους κλάδους στην απεξάρτηση από τις μεταβολές στην εγχώρια κατανάλωση.
- Επιπλέον, οι κλάδοι της Χαρτοποιίας και κατασκευής χάρτινων προϊόντων, της Παραγωγής χημικών ουσιών και προϊόντων, της Κατασκευής προϊόντων από ελαστικό (καουτσούκ) και πλαστικές ύλες, της Κατασκευής ηλεκτρολογικού εξοπλισμού και της Κατασκευής μηχανημάτων και ειδών εξοπλισμού, έχουν επίσης αξιοποιήσει τις εξωτερικές ροές, έχουν ενισχύσει την παρουσία τους σε αλυσίδες αξίας και έχουν αναπτυχθεί μέσα από τη διαδικασία αυτήν, συμβάλλοντας καθοριστικά και στο σύνολο της μεταποίησης.
- Επίσης, ο κλάδος της Κατασκευής Η/Υ, ηλεκτρονικών και οπτικών προϊόντων έχει σημειώσει ισχυρή ανοδική πορεία κατά τη διάρκεια της εξεταζόμενης περιόδου, παρά το μικρό όγκο των ροών του, από και προς το εξωτερικό.
- Από την άλλη πλευρά, η Βιομηχανία τροφίμων και ποτών, παρόλο που είναι ένας από τους ισχυρότερους κλάδους της ελληνικής μεταποίησης, φαίνεται να μην έχει ιδιαίτερα ισχυρές εκροές προς το εξωτερικό αναλογικά με τη συνολική του εκροή. Αυτό ενδεχομένως να ισχύει λόγω της φύσης αρκετών προϊόντων των κλάδων αυτών που δυσκολεύει τη μεταφορά και τη διατήρησή τους. Παρόλα αυτά, οι εκροές αυτές έχουν αυξηθεί κατακόρυφα στο εξεταζόμενο διάστημα, αν και λόγω του χαμηλού όγκου τους δεν έχουν επηρεάσει τα γενικά αποτελέσματα του κλάδου.
Συνεπώς διαπιστώνεται ότι παρά το δυσμενές οικονομικό περιβάλλον, υπάρχουν κλάδοι της ελληνικής μεταποίησης που έχουν κατορθώσει να βελτιώσουν τους όρους των συντελεστών παραγωγής τους. Τα αποτελέσματα δείχνουν ότι έχουν ήδη δημιουργηθεί σημαντικές γέφυρες και δίκτυα συνεργασίας. Η ακόμα στενότερη διασύνδεση της εγχώριας μεταποίησης με τις διεθνείς αλυσίδες αξίας θα ισχυροποιήσει τη θέση της στο παγκοσμιοποιημένο περιβάλλον. Επιπροσθέτως λόγω της διασύνδεσής της με άλλους κλάδους μπορεί να επιτρέψει και σε άλλους κλάδους του εγχώριου εμπορίου ή των υπηρεσιών να «χτίσουν» πάνω στα δίκτυα που έχουν αναπτύξει και να βελτιώσουν σταδιακά και αυτοί την εξωστρέφειά τους ακόμα πιο εμφατικά.
Ο κ. Άγγελος Τσακανίκας είναι Επίκουρος Καθηγητής ΕΜΠ, Διευθυντής Εργαστηρίου Βιομηχανικής και Ενεργειακής οικονομίας (ΕΒΕΟ) - ΕΜΠ.