Η υπεραπόδοση τόσο των ευρωπαϊκών μετοχών έναντι των αμερικανικών όσο και του ευρώ έναντι του δολαρίου από την αρχή του έτους φαίνεται ότι φθάνει στο τέλος της, καθώς η παγκόσμια οικονομία χάνει τον ρυθμό της, ενώ η Wall Street ευνοείται περισσότερο από το ράλι της Τεχνητής Νοημοσύνης, διαθέτοντας τους κορυφαίους εκπροσώπους τους κλάδου εισηγμένους στους δικούς της δείκτες.
Ο δείκτης – βαρόμετρο της Wall Street, S&P 500 έχει κέρδη 14% από την αρχή του έτους, ενώ έχει ενισχυθεί άνω του 20% σε σύγκριση με τα χαμηλά που είχε αγγίξει τον Οκτώβριο του 2022, με τον Euro Stoxx 600 να εμφανίζει κέρδη 9%. Σε όρους δολαρίου ο ευρωπαϊκός δείκτης ενισχύεται 11,3% για το 2023, ενώ το ευρώ έχει εμφανίσει άνοδο 1,1%. Στα μέσα Απριλίου τα δεδομένα ήταν αρκετά διαφορετικά με το ευρώ να ενισχύεται 3,6% έναντι του αμερικανικού νομίσματος και τον Stoxx 600 να έχει κέρδη που ξεπερνούσαν το 14%.
«Σε σύγκριση με τις αμερικανικές μετοχές οι ευρωπαϊκές μοιάζουν λιγότερο ενδιαφέρουσες και ελκυστικές. Νωρίτερα φέτος οι προοπτικές τους ήταν καλύτερες, αλλά αυτή η τάση φαίνεται ότι αλλάζει», σημειώνει σε πρόσφατη έκθεσή της η UBS. Σύμφωνα με την ελβετική τράπεζα υπογραμμίζει ότι υπέρ των αμερικανικών μετοχών δρα και η Fed, η οποία είτε έχει ολοκληρώσει τις αυξήσεις επιτοκίων είτε βρίσκεται πολύ κοντά σε αυτό το σημείο, σε αντίθεση με την ΕΚΤ, όπως έδειξαν και οι δηλώσεις της Κριστίν Λαγκάρντ αυτήν την εβδομάδα, μάλλον απέχει αρκετά από το να τερματίσει τη σφιχτή νομισματική της πολιτική.
Σύμφωνα με την έρευνα της Bank of America για τον Ιούνιο, μεταξύ 285 διαχειριστών κεφαλαίων με υπό διαχείριση κεφάλαια 764 δισ. δολαρίων, οι τοποθετήσεις σε αμερικανικές μετοχές αυξήθηκαν 14%, ενώ αντίθετα σε ευρωπαϊκές υποχώρησαν κατά 11%. Αν και ο τομέας της τεχνολογίας παρέμεινε σταθερός το 16% των διαχειριστών εμφανίζεται θετικά διακείμενο απέναντί του, το οποίο είναι το υψηλότερο ποσοστό από τον Δεκέμβριου του 2021.
«Όταν ο τομέας της τεχνολογίας υπεραποδώσει σημαντικά, ο δείκτης S&P 500 θα υπεραποδώσει σε σχέση με τους αντίστοιχους ευρωπαϊκούς δείκτες», εκτιμά ο Γκ. Γκόεν, διαχειριστής κεφαλαίων στην Candriam, σημειώνοντας ότι η τεχνολογία αποτελεί το 50% του S&P 500, ενώ αντίθετα αντιστοιχεί μόλις στο 10% για τον Stoxx 600. .
Μέρος της υπεραπόδοσης των ευρωπαϊκών μετοχών νωρίτερα φέτος οφειλόταν στις χαμηλές προσδοκίες. Οι ευρωπαϊκές μετοχές διαπραγματεύονταν με τη μεγαλύτερη έκπτωση σε σχέση με τις αντίστοιχες μετοχές των ΗΠΑ που έχει καταγραφεί τον περασμένο Σεπτέμβριο. Αλλά αυτό το χάσμα αποτίμησης μειώθηκε όταν οι τιμές του φυσικού αερίου υποχώρησαν τον Ιανουάριο, εξαλείφοντας μεγάλο μέρος της ανησυχίας γύρω από τις οικονομικές προοπτικές της Ευρώπης. Οι ελπίδες ότι η Ευρώπη θα επωφεληθεί ευρέως από την οικονομική επαναλειτουργία της Κίνας τόνωσαν επίσης το κλίμα. Στην πραγματικότητα, τα κέρδη περιορίστηκαν σε μεγάλο βαθμό στις γερμανικές βιομηχανικές μετοχές, τα ταξίδια και την αναψυχή και τα μεγάλα ονόματα πολυτελείας, και ακόμη και αυτές οι μετοχές υποχώρησαν σε χαμηλά επτά εβδομάδων στα τέλη Μαΐου.
«Βρισκόμασταν σε ένα καλό σημείο με τις ευρωπαϊκές μετοχές κατά το τέταρτο τρίμηνο του περασμένου έτους και το πρώτο τρίμηνο του τρέχοντος έτους», τονίζει ο Γκ. Σέκερ της Μorgan Stanley και προσθέτει ότι «αυτό έχει αρχίσει να αλλάζει τους τελευταίους ένα ή δύο μήνες, καθώς οι ελπίδες για ανάκαμψη της Κίνας έχουν, εκ νέου, αποδυναμωθεί».
Αρνητικό και το γεγονός ότι η οικονομία της ευρωζώνης διολίσθησε σε τεχνική ύφεση στο α’ τρίμηνο του έτους, ενώ το κλίμα γύρω από την Κίνα έχει αποδυναμωθεί και πάλι", είπε, επισημαίνοντας επίσης την υπεραπόδοση των τεχνολογικών μετοχών και τα ευρωπαϊκά μακροοικονομικά στοιχεία που κυλούν.
Η οικονομία της ευρωζώνης βρισκόταν σε τεχνική ύφεση το πρώτο τρίμηνο, ενώ βάσει του δείκτη Οικονομικής Έκπληξης της Citigroup η Ευρώπη έχει απογοητεύσει στην πορεία αρκετών τομέων της οικονομίας της, σε αντίθεση με τις ΗΠΑ όπου έχει καταγραφεί πορεία καλύτερη των εκτιμήσεων. Αυτή η απογοήτευση αποτυπώνεται και στις αγορές συναλλάγματος, όπου το ευρώ έχει υποχωρήσει κατά 1,8% από τα υψηλά του στις αρχές Μαΐου. Οι αναλυτές της Barclays αναφέρουν ότι αυτό οφείλεται στο «σκληρό μακροοικονομικό σκηνικό» της επιβράδυνσης της ανάπτυξης στην Ευρώπη και στην Κίνα και των ανθεκτικών στοιχείων στις Ηνωμένες Πολιτείες.
JPMorgan Chase: Έρχεται πτώση στις αγορές
Την ίδια ώρα η JPMorgan Chase σε έκθεσή της προειδοποιεί τους επενδυτές ότι εν γένει οι αγορές θα βρεθούν τους επόμενους μήνες αντιμέτωπες με αρκετά προβλήματα και ως εκ τούτου καλό θα ήταν να είναι προετοιμασμένοι για πιθανή σημαντική υποχώρηση των αποτιμήσεων.
Όπως αναφέρει σε έκθεσή της η αμερικανική τράπεζα αρκετά real-money χαρτοφυλάκια, συμπεριλαμβανομένων εκείνων των κρατικών και συνταξιοδοτικών ταμείων, θα στραφούν εκ νέου υπέρ των ομολόγων για να επιτύχουν καλύτερες τοποθετήσεις αλλά και ισορροπία. Σύμφωνα με τον αναλυτή της τράπεζας, Ν. Πανηγυρτζόγλου, τα συνταξιοδοτικά ταμεία και άλλοι θεσμικοί επενδυτές ελέγχουν τα ανοίγματά τους στην αγορά για να βεβαιωθούν ότι τηρούν τα αυστηρά όρια κατανομής μεταξύ μετοχών και ομολόγων κάθε τρίμηνο και τέλος μήνα. Οι μετοχές έχουν υπεραποδώσει έναντι των ομολόγων μέχρι στιγμής αυτό το τρίμηνο, με αποτέλεσμα οι διαχειριστές χαρτοφυλακίων να πρέπει να μειώσουν την έκθεσή τους σε μετοχές για να επιτύχουν τους μακροπρόθεσμους στόχους τους.
«Η τελευταία φορά που είχαμε τέτοιο χάσμα με μετοχές και ομόλογα σε αντίθετες κατευθύνσεις ήταν το τέταρτο τρίμηνο του 2021», σημειώνει ο αναλυτής και προσθέτει ότι «αυτή η ροή επανεξισορρόπησης θα μπορούσε να δημιουργήσει μια διόρθωση περίπου από 3% έως 5% στις μετοχές».
Τα συνταξιοδοτικά και τα κρατικά επενδυτικά ταμεία που αποτελούν τη ραχοκοκαλιά της επενδυτικής κοινότητας συνήθως αναπροσαρμόζουν την έκθεσή τους στην αγορά κάθε τρίμηνο, ώστε να επιτυγχάνουν ένα μείγμα 60% μετοχών και 40% ομολόγων ή μια παρόμοια έκθεση. Μέχρι στιγμής αυτό το τρίμηνο ο δείκτης μετοχών όλων των χωρών του MSCI έχει αυξηθεί κατά 5%, ενώ ο παγκόσμιος συγκεντρωτικός δείκτης ομολόγων του Bloomberg έχει μειωθεί κατά 1,3%.
Το Government Pension Investment Fund ή GPIF της Ιαπωνίας, το μεγαλύτερο συνταξιοδοτικό ταμείο στον κόσμο, ύψους 1,5 τρισεκατομμυρίων δολαρίων, θα έπρεπε να πουλήσει μετοχές ύψους 37 δισεκατομμυρίων δολαρίων για να επανέλθει στην κατανομή των περιουσιακών στοιχείων που έχει ως στόχο, σύμφωνα με τους υπολογισμούς της JPMorgan. Το νορβηγικό πετρελαϊκό ταμείο ύψους 1,3 τρισεκατομμυρίων δολαρίων θα μπορούσε να μετακινήσει 18 δισεκατομμύρια δολάρια από μετοχές σε ομόλογα, ενώ η Εθνική Τράπεζα της Ελβετίας θα μπορούσε να πουλήσει μετοχές αξίας 11 δισεκατομμυρίων δολαρίων.
Τα συνταξιοδοτικά προγράμματα καθορισμένων παροχών των ΗΠΑ - τα οποία διαχειρίζονται περιουσιακά στοιχεία 8,5 τρισ. δολαρίων - θα πρέπει να μετατοπίσουν έως και 185 δισ. δολάρια από μετοχές και να αγοράσουν παρόμοια καθαρά ποσά ομολόγων για να επιτύχουν τους μακροπρόθεσμους στόχους τους, σύμφωνα με την JPMorgan. Το ποσό θα μπορούσε να είναι μικρότερο, καθώς τα αμερικανικά καθορισμένα συνταξιοδοτικά ταμεία είναι λιγότερο αυστηρά όσον αφορά την επανεξισορρόπηση από ό,τι τα αμοιβαία κεφάλαια και άλλοι θεσμικοί επενδυτές.