Μια ανάσα από τα υψηλά οκτώμισι και πλέον ετών βρίσκεται πλέον το ελληνικό χρηματιστήριο, καθώς χθες έκλεισε πάνω από τις 1.130 μονάδες για πρώτη φορά από την 1η Μαρτίου και μόλις δύο μονάδες κάτω από το κλείσιμο των 1.133,11 μονάδων, που αποτελεί ρεκόρ από το Σεπτέμβριο του 2014. Μέσα σε εβδομήντα ημέρες, η αγορά επανήλθε πλήρως μετά τη «βουτιά» του Μαρτίου και πλέον έχοντας αυτονομηθεί αξιοσημείωτα έναντι των διεθνών αγορών, βρίσκεται μπροστά στο στοίχημα των νέων πολυετών υψηλών.
Πρόκειται για μια αξιοσημείωτη όσο και εντυπωσιακή εικόνα, καθώς η χώρα οδεύει σε εκλογές και μάλιστα με απλή αναλογική που δυσκολεύει τους υπολογισμούς για τον σχηματισμό κυβέρνησης.
Ο Μάιος και στις εφτά πρώτες συνεδριάσεις κλείνει ανοδικά, με την αγορά να δείχνει ανθεκτικότητα ακόμη και σε ημέρες πτώσης διεθνώς, δείχνοντας ότι οι καταλύτες που επιβάλουν την κυριαρχία των long είναι αμιγώς εσωτερικού ενδιαφέροντος. Ήδη ο Γενικός Δείκτης ενισχύεται σε ποσοστό 4,25% το μήνα Μάιο, ο FTSE 25 κερδίζει 5,08%, κάτι που δείχνει ότι τα blue chips και οι τράπεζες «τραβούν» το νέο κύμα της ανόδου, ενώ ο Mid Cap υστερεί έχοντας άνοδο 2,26%.
Ο τραπεζικός δείκτης είναι οδηγός στη νέα ανοδική κίνηση κερδίζοντας 10,27% το Μάιο, κλείνοντας χθες στις 876,46 μονάδες (+0,82%), όμως απέχει αρκετά ακόμη από τις 933,07 μονάδες που είχε βρεθεί την 1η Μαρτίου, όταν ο Γ.Δ. είδε τα υψηλά οκτώμισι μηνών. Παρά το +10,27% του τελευταίου εφταήμερου, ο τραπεζικός δείκτης υστερεί περισσότερο από 6% από τις 933,07 μονάδες και τα δικά του υψηλά. Αυτό, αφενός δείχνει ότι ο Γ.Δ. «πάτησε» σε μετοχές της πραγματικής οικονομίας για τη δίμηνη αναρρίχησή του, αφετέρου μαρτυρά ότι ο τραπεζικός κλάδος έχει ακόμη μεγάλα περιθώρια περαιτέρω ανόδου.
Πλέον, έχουν «αποκατασταθεί» και τα ποσοστά ανόδου από την αρχή του έτους, με το Γ.Δ. να βρίσκεται στις δύο – τρεις πρώτες θέσεις παγκοσμίως σε απόδοση, κερδίζοντας 21,66%, ο FTSE 25 είναι στο +22,69%, ο Mid Cap +17,35% και ο τραπεζικός δείκτης πάντα στη θέση του οδηγού με άνοδο +36,83%!
Δεν βλέπουν κίνδυνο πολιτικής αποσταθεροποίησης
Κεντρικός καταλύτης για την ταχύτατη αποκατάσταση των ισορροπιών στην αγορά, μετά τις πολύ μεγάλες αναταράξεις του Μαρτίου λόγω των Τεμπών και της διεθνούς τραπεζικής αναταραχής, είναι ότι οι ισχυροί επενδυτές δεν διαβλέπουν σοβαρό ενδεχόμενο ακυβερνησίας στη χώρα, παρά τα νέα δεδομένα που φέρνει η απλή αναλογική.
Μόλις δέκα ημερολογιακές ημέρες προ των εκλογών και μόλις εφτά (με τη σημερινή) συνεδριάσεις προ της κάλπης, το Χ.Α. συνεχίζει να εστιάζει στις οικονομικές εξελίξεις που δεν είναι λίγες, με το πολιτικό ρίσκο, που είχε προβληματίσει έντονα τους επενδυτές τον Μάρτιο, να έχει μειωθεί και να μην θεωρείται παράγοντας αναχαίτισης επενδύσεων.
Η οικονομική και επιχειρηματική δραστηριότητα όχι μόνο δεν έχει σταματήσει, αλλά συνεχίζεται με ρυθμούς πρωτόγνωρους για προεκλογική περίοδο. Στο πρόσφατο και απώτερο παρελθόν, ήταν κοινός τόπος ότι στην Ελλάδα «νέκρωνε» κάθε δραστηριότητα αρκετούς μήνες πριν τις εκλογές, σοβαρές αποφάσεις δεν λαμβάνονταν, οι διοικήσεις των επιχειρήσεων ανέβαλαν κάθε σημαντική πρωτοβουλία και γενικώς η χώρα πάγωνε για μήνες.
Η τωρινή συγκυρία είναι διαφορετική, το κράτος δείχνει ότι έχει συνέχεια, οι επιχειρήσεις, εισηγμένες και μη, συνεχίζουν τις εκδηλώσεις εξωστρέφειας και προβολής του έργου τους και γενικώς τίποτα δε μαρτυρά ότι σε δέκα ημέρες υπάρχουν εκλογές. Πρόκειται για ένα σημάδι υγείας και ωριμότητας για την ελληνική αγορά και την ελληνική κοινωνία, που εδράζεται ασφαλώς (και) στο γεγονός ότι, για πρώτη φορά εδώ και πολλές εκλογικές αναμετρήσεις, το κυβερνών κόμμα διατηρεί απόλυτα ξεκάθαρο προβάδισμα και έχει σημαντικές πιθανότητες να δημιουργήσει εκ νέου κυβερνητικό σχήμα.
Το μειωμένο πολιτικό ρίσκο και η προεξόφληση ότι η πορεία ανάπτυξης της χώρας δεν θα ανακοπεί, οδηγεί μεγάλους οίκους σε διαρκείς θετικές εκθέσεις – αναλύσεις είτε για μεμονωμένες μετοχές του Χ.Α., είτε για ολόκληρους κλάδους, όπως των τραπεζών, είτε για την ελληνική οικονομία στο σύνολο.
Σε χθεσινή έκθεσή της η Goldman Sachs προβλέπει ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας το επόμενο διάστημα, σταθερή πορεία μείωσης του χρέους και θετικές προοπτικές για την οικονομία, η οποία διακρατεί υψηλότερους ρυθμούς ανάπτυξης και χαμηλότερο πληθωρισμό από ό,τι ο μέσος όρος της ευρωζώνης.
Η Morgan Stanley από την πλευρά της βλέπει υπεραπόδοση από το ελληνικό χρηματιστήριο σε σχέση με τις αναδυόμενες αγορές της Ευρώπης, διατηρώντας την επενδυτική σύσταση "overweight". Ο οίκος διατηρεί την άποψη ότι η Ελλάδα θα είναι σε θέση να ανακτήσει την επενδυτική βαθμίδα από τρεις από τους κύριους οίκους το πρώτο εξάμηνο του 2024, αλλά δεν αποκλείει μια αναβάθμιση νωρίτερα, εάν η ανάπτυξη εκπλήξει ανοδικά σε σχέση με τις προβλέψεις και η δημοσιονομική εξυγίανση συμβεί με ταχύτερο ρυθμό.
Η πιστοληπτική ικανότητα της Ελλάδας εξακολουθεί να είναι κάτω από την επενδυτική βαθμίδα, αλλά η σταδιακή βελτίωση της πιστοληπτικής ικανότητας είναι δυνατή χάρη στα ισχυρότερα οικονομικά θεμελιώδη μεγέθη και την ορατή πρόοδο που έχουν σημειώσει οι ελληνικές τράπεζες στη μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων τους.
Όλες οι τελευταίες δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι η διαφορά της Ν.Δ. έναντι του ΣΥΡΙΖΑ έχει επιστρέψει κοντά στα προ του δυστυχήματος των Τεμπών επίπεδα. Σύμφωνα με το poll of polls του politico, η διαφορά ΝΔ - ΣΥΡΙΖΑ ήταν περίπου οκτώ μονάδες στις αρχές του έτους, μειώθηκε ως τις πέντε μονάδες τον Μάρτιο, μετά το δυστύχημα στα Τέμπη, αλλά σήμερα έχει διευρυνθεί και πάλι στις επτά μονάδες.
Με λίγα λόγια, δεν επιβεβαιώθηκαν οι φόβοι που υπήρξαν το πρώτο 20ήμερο του Μαρτίου ότι μπορεί να υπάρξει ανατροπή δεδομένων με περιορισμό της διαφοράς σε οριακά ποσοστά, κάτι που θα μπορούσε να φέρει τη χώρα μπροστά στο φάσμα της ακυβερνησίας. Αυτός ακριβώς ο κίνδυνος ήταν που οδήγησε το Γ.Δ. ακόμη και στις 998,29 μονάδες (ενδοσυνεδριακό χαμηλό της 20ης Μαρτίου).
Το βασικό σενάριο λοιπόν σύμφωνα με τους αναλυτές είναι ότι με τον έναν ή τον άλλο τρόπο - ακόμη και με δεύτερες κάλπες - θα υπάρξει κυβέρνηση, η οποία θα είναι σχεδόν αδύνατον να βγάλει τη χώρα από τις «ράγες» οικονομικής και δημοσιονομικής πορείας. Έτσι, τα διεθνή χαρτοφυλάκια εστιάζουν με μεγαλύτερη ασφάλεια στα επενδυτικά δεδομένα, στις ευκαιρίες που δημιουργούνται, στην ανάκαμψη των τραπεζών, στα αποτελέσματα ρεκόρ των εισηγμένων και στην εξωστρέφεια μέσω του τουρισμού.