Μαζεύει τις απώλειες η Wall Street εν μέσω των ανησυχιών για το τι θα προκαλέσουν στην αμερικανική οικονομία και το τραπεζικό σύστημα οι περαιτέρω αυξήσεις των επιτοκίων από την Fed, ενώ η Αμερικανή υπουργός Οικονομικών Τζ. Γελέν χτύπησε καμπανάκι για το δημόσιο χρέος των ΗΠΑ.
Στις 20:55 o Dow Jones υποχωρεί 1,09% στις 33.679 μονάδες, ενώ ο S&P 500 καταγράφει απώλειες 1,10% στις 4.122 μονάδες και ο τεχνολογικός Nasdaq σημειώνει πτώση 0,88% στις 12.104 μονάδες.
Η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ αναμένεται να αυξήσει τα επιτόκια κατά 25 μονάδες βάσης σε ένα εύρος από 5% έως 5,25%, το υψηλότερο επίπεδο των τελευταίων σχεδόν 16 ετών, όταν η κεντρική τράπεζα ολοκληρώσει τη διήμερη συνεδρίασή της την Τετάρτη. Η Fed ξεκίνησε τον Μάρτιο του 2022 τις αυξήσεις των επιτοκίων της από σχεδόν μηδενικά επίπεδα, οδηγώντας τα στο 4,75% με 5% σήμερα σε μια από τις επιθετικότερες εκστρατείες στην ιστορία της για να χαλιναγωγήσει τον πληθωρισμό.
Η αγορά αναμένει πως μετά την αύξηση του επιτοκίου κατά 25 μονάδες βάσης πρόκειται να υπάρξει μια παύση των αυξήσεων τον Ιούνιο καθώς η Fed αξιολογεί πώς οι μέχρι σήμερα ενέργειές της έχουν λειτουργήσει για την επιρβάδυνση του πληθωρισμού.
Οι ανησυχίες για την οικονομική ύφεση και οι προβληματισμοί σχετικά με την πίεση στον τραπεζικό τομέα έχουν τροφοδοτήσει τις προσδοκίες για μείωση των επιτοκίων στο δεύτερο εξάμηνο του έτους. Ωστόσο, με τον πληθωρισμό να τρέχει αρκετά πάνω από τον στόχο του 2% της κεντρικής τράπεζας και μια ακόμη ισχυρή αγορά εργασίας, οι πιθανότητες μείωσης των επιτοκίων φαίνονται λιγότερο πιθανές φέτος
Την ίδια στιγμή οι επενδυτές θα αναμένουν και τις δηλώσεις Πάουελ για την σταθερότητα του αμερικανικού τραπεζικού συστήματος, μετά την κατάρρευση της First Republic Bank, ενώ επιμένουν παράλληλα οι πιέσεις στις περιφερειακές τράπεζες των ΗΠΑ.
Παρά την εξαγορά της First Republic από την JPMorgan, την Δευτέρα, που είχε ως στόχο να αμβλύνει την τραπεζική κρίση, εμφανίζονται νέες αναταράξεις στον τομέα. Μεταξύ άλλων, η μετοχή της περιφερειακής τράπεζας PacWest υποχωρεί κατά 40% και εκείνη της Western Alliance κατά 20%, ενώ σημαντικές απώλειες καταγράφουν επίσης οι KeyCorp και Metropolitan Bank Holding, με τον δείκτη KBW Regional Banking να χάνει πάνω από 6%, ενώ ο τραπεζικός δείκτης του S&P 500 υποχωρεί πάνω από 3,5%.
Στο επίκεντρο των επενδυτών βρίσκεται επίσης και το ανώτατο όριο του χρέους των ΗΠΑ, με την υπουργό Οικονομικών Τζάνετ Γέλεν να δηλώνει ότι με βάση τις φορολογικές εισπράξεις μέχρι στιγμής, η ημερομηνία κατά την οποία η κυβέρνηση κινδυνεύει να χρεοκοπήσει είναι η 1η Ιουνίου.
Η προειδοποίηση έρχεται ενώ η σκληρή δημοσιονομική μάχη μεταξύ των Ρεπουμπλικανών και των Δημοκρατικών συνεχίζεται χωρίς να φαίνεται κάποια προοπτική άρσης του αδιεξόδου, με το αμερικανικό χρέος να κινείται γύρω από το ανώτατο όριο των 31,4 τρισ. δολαρίων που έφτασε τον Ιανουάριο. Έκτοτε η αμερικανική κυβέρνηση κάνει ελιγμούς γύρω από αυτό για να διατηρήσει τη ροή των πληρωμών, αλλά θα εξαντλήσει τις ευκαιρίες να το κάνει αυτό σε αυτή τη νέα ημερομηνία, εκτός εάν το Κογκρέσο αυξήσει ή αναστείλει το όριο.
«Μετά την επανεξέταση των ομοσπονδιακών εσόδων, η καλύτερη εκτίμηση μας είναι ότι δεν θα μπορούμε να συνεχίσουμε να ικανοποιούμε όλες τις κυβερνητικές υποχρεώσεις από τις αρχές Ιουνίου, πιθανώς ακόμα και από την 1η Ιουνίου, αν το Κογκρέσο δεν αυξήσει ή αναστείλει το πλαφόν στο χρέος πριν την συγκεκριμένη ημερομηνία», αναφέρει στην επιστολή της η Γέλεν.
Ο πρόεδρος Τζο Μπάιντεν κάλεσε τους ηγέτες της Γερουσίας και της Βουλής των Αντιπροσώπων σε συνάντηση στις 9 Μαΐου στον Λευκό Οίκο.
Ο ηγέτης των Ρεπουμπλικανών στη Βουλή των Αντιπροσώπων Κέβιν Μακάρθι και άλλοι Ρεπουμπλικάνοι νομοθέτες έχουν απαιτήσει μεγάλες περικοπές δαπανών στον ομοσπονδιακό προϋπολογισμό προκειμένου να δώσουν το πράσινο φως για να αυξηθεί το όριο στο χρέος. Ήδη οι Ρεπουμπλικάνοι της Βουλής ψήφισαν νόμο που συνδέει την αύξηση του χρέους κατά 1,5 τρισ. δολάρια με περικοπές δαπανών ύψους 4,8 τρισ. δολαρίων.
Από την πλευρά τους οι Δημοκρατικοί και ο πρόεδρος Τζο Μπάιντεν επιμένουν το όριο να αυξηθεί χωρίς προϋποθέσεις. Ο πρόεδρος Μπάιντεν έχει ξεκαθαρίσει ότι το Κογκρέσο θα πρέπει να περάσει μια «καθαρή» αύξηση του πλαφόν, χωρίς την επιβολή άλλων προϋποθέσεων.
Επίσης σε χαμηλό δυο ετών υποχώρησαν οι ανοιχτές θέσεις εργασίας που τον Μάρτιο μειώθηκαν στις 9,59 εκατ. όπως ανέφερε το αμερικανικό υπουργείο Εργασίας, ενώ το υπουργείο Εμπορίου των ΗΠΑ ανακοίνωσε ότι οι εργοστασιακές παραγγελίες αυξήθηκαν κατά 0,9% τον Μάρτιο, χάνοντας τις εκτιμήσεις των αναλυτών για αύξηση 1,1%.
Στο ταμπλό, οι αναλυτές αναμένουν ότι τα κέρδη του πρώτου τριμήνου για τις εταιρείες του S&P 500 θα μειωθούν κατά 1,4% σε σχέση με ένα χρόνο νωρίτερα, μετά τις καλύτερες του αναμενόμενου εκθέσεις από ορισμένους γίγαντες της τεχνολογίας και της ανάπτυξης, μια απότομη βελτίωση από την πτώση 5,1% που αναμενόταν στις αρχές Απριλίου, σύμφωνα με τα στοιχεία της Refinitiv.
Η Uber ενισχύεται κατά 10% μετά την ανακοίνωση μικρότερων των εκτιμήσεων ζημιών για το τελευταίο τρίμηνο και ενός ενθαρρυντικού outlook για το επόμενο διάστημα. Οι μετοχές της εταιρείας παροχής εκπαιδευτικών υπηρεσιών Chegg σημειώνουν πτώση 49,8% λόγω φόβων ότι τα chatbots τεχνητής νοημοσύνης θα μπορούσαν να μειώσουν τις δραστηριότητές της.
Συνολικά, από το 53% περίπου των εταιρειών του S&P 500 που έχουν δώσει στη δημοσιότητα τα αποτελέσματα τους, το 79% κατάφερε να ξεπεράσει τις εκτιμήσεις των αναλυτών.
Αρνητική ήταν η εικόνα που επικράτησε και στις ευρωπαϊκές αγορές, με τον πανευρωπαϊκό δείκτη Stoxx 600 να κλείνει με απώλειες 1,24% στις 460 μονάδες και τον Eurostoxx 50 να υποχωρεί κατά 1,52% στις 4.293 μονάδες.
Στις επί μέρους ευρωπαϊκές αγορές, ο DAX στη Φρανκφούρτη υποχώρησε κατά 1,28% στις 15.718 μονάδες, ενώ ο CAC 40 στο Παρίσι σημείωσε απώλειες 1,45% στις 7.383 μονάδες και ο FTSE 100 στο Λονδίνο κατέγραψε πτώση 1,28% στις 7.769 μονάδες.
Στον ευρωπαϊκό Νότο ο δείκτη FTSE MIB στο Μιλάνο σημείωσε πτώση 1,70% στις 26.618 μονάδες ενώ ο ΙΒΕΧ 35 στη Μαδρίτη υποχώρησε κατά 1,72% κλείνοντας στις 9.082 μονάδες.