Μετά από αρκετές εβδομάδες ευδαιμονίας, που είχαν φέρει κορυφαίους διεθνείς χρηματιστηριακούς δείκτες σε υψηλά τριών και πλέον μηνών, επανέρχεται ο προβληματισμός και η ανησυχία αυτή την εβδομάδα, αλλάζοντας εκ νέου τα δεδομένα στη λήξη του Νοεμβρίου και του 11μήνου 2022.
Οι εξελίξεις στην Κίνα με τις αντιδράσεις στα lockdown και την επιμονή της κυβέρνησης στο να παραμείνουν κλειστά σημαντικά τμήματα της οικονομίας, φέρνουν ανησυχία για τη δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία της υφηλίου που με τη σειρά της επηρεάζει καταλυτικά την παγκόσμια οικονομία, βάζοντας «φρένο» στην ανάκαμψη του παγκόσμιου εμπορίου, ενώ οι δηλώσεις κορυφαίων αξιωματούχων της Fed χθες, βάζουν «πάγο» στον υπερ-ενθουσιασμό των αγορών πως πλησιάζει στο τέλος η πολιτική αύξησης των επιτοκίων.
Ο πρόεδρος της Ομοσπονδιακής Τράπεζας (Fed) του Σεντ Λούις, Τζέιμς Μπάλαρντ δήλωσε χθες ότι οι αγορές μπορεί να υποτιμούν την πιθανότητα για υψηλότερα επιτόκια, ενώ ο επικεφαλής της Fed Νέας Υόρκης Τζον Γουίλιαμς δήλωσε πως «υπάρχει ακόμη περισσότερη δουλειά να γίνει», ενώ εκτίμησε ότι οι πληθωριστικές πιέσεις θα υποχωρήσουν κατά τη διάρκεια του επόμενου έτους. Παράλληλα, προειδοποίησε ότι η κεντρική τράπεζα θα συνεχίσει να ακολουθεί αυστηρή νομισματική πολιτική για να φτάσει τον στόχο του 2%.
Αντίστοιχους συνειρμούς προκάλεσαν στους επενδυτές στην Ευρώπη οι δηλώσεις της επικεφαλής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας Κριστίν Λαγκάρντ, η οποία μιλώντας στην Οικονομική Επιτροπή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου τόνισε πως τα επιτόκια θα αυξάνονται έως ότου διασφαλιστεί πως ο πληθωρισμός θα επιστρέψει εγκαίρως στον μεσοπρόθεσμο στόχο του 2%. Σε αυτό το περιβάλλον υψηλής αβεβαιότητας και με σύνθετους κλυδωνισμούς που πλήττουν την οικονομία, οι αποφάσεις θα λαμβάνονται σε κάθε συνεδρίαση με βάση τα στοιχεία, τόνισε η πρόεδρος της ΕΚΤ.
Μέσα σε αυτό το περιβάλλον οι αγορές σε Ασία, Ευρώπη και Αμερική έκλεισαν καθολικά πτωτικά χθες, με τους δείκτες της Wall Street να καταγράφουν τις μεγαλύτερες απώλειες, επηρεασμένες ασφαλώς από τις δηλώσεις των ανωτέρω αξιωματούχων για τα επιτόκια.
Στην Ευρώπη ο δείκτης DAX της Φρανκφούρτης έκλεισε με απώλειες 1,09% στις 14.383,36 μονάδες, ο CAC 40 του Παρισιού υποχώρησε κατά 0,70% κλείνοντας στις 6.665,20 μονάδες, ενώ με μικρότερες απώλειες 0,17% ολοκλήρωσε ο βρετανικός FTSE 100 που βρέθηκε στις 7.474,02 μονάδες. Την ίδια ώρα με απώλειες 1,12% έκλεισε στην Ιταλία ο FTSE MIB στις 24.440,88 μονάδες, ενώ ο ισπανικός IBEX 35 υποχώρησε κατά 1,11% στις 8.323,20 μονάδες. Ο πανευρωπαϊκός Stoxx 600 έκλεισε με απώλειες 0,65% στις 437,85 μονάδες.
Στη Wall Street, οι απώλειες ήταν πολύ μεγαλύτερες, καθώς και οι τρεις δείκτες υποχώρησαν περισσότερο από 1,50%, ενώ ο δείκτης φόβου VIX κινήθηκε έντονα ανοδικά με άνοδο 7,95% στις 22,13 μονάδες. Πιο αναλυτικά, ο Dow Jones έχασε τις 34.000 μονάδες κλείνοντας στις 33.849,46 μονάδες με απώλειες 1,45%, ο S&P 500 έχασε τις 4.000 μονάδες κλείνοντας στις 3.963,94 μονάδες με πτώση 1,54%, ενώ ο τεχνολογικός Nasdaq υποχώρησε στις 11.049,50 μονάδες με απώλειες 1,58%.
Κίνδυνος ξανά για τις 900 μονάδες στο ΧΑ
Μέσα σε αυτές τις εξελίξεις το ελληνικό χρηματιστήριο βρέθηκε χθες σε καθεστώς πιέσεων, χωρίς να υπάρχουν εσωτερικοί λόγοι γι’ αυτή την εξέλιξη, πλην του γεγονότος ότι η αγορά έχει «τρέξει» σχεδόν για δύο μήνες, οπότε σε κάθε αφορμή ή ευκαιρία, υπάρχουν επενδυτές που «κλειδώνουν» κέρδη.
Τα αποτελέσματα 9μήνου είναι κάτι παραπάνω από εξαιρετικά με τις εισηγμένες να είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα σπάσουν τα… κοντέρ στο σύνολο της χρήσης. Όπως τονίζει ο υπεύθυνος ανάλυσης της Beta Χρηματιστηριακή Μάνος Χατζηδάκης, στις 42 εταιρείες που έχουν ανακοινώσει αποτελέσματα 9μήνου η αύξηση του κύκλου εργασιών είναι 69% (52,6 δισ. ευρώ) τα λειτουργικά κέρδη 7,1 δισ. ευρώ (+51,9%) και η καθαρή κερδοφορία 6,5 δισ. ευρώ (+340%). Το 90% των εταιρειών είναι κερδοφόρες, με επιδόσεις που είναι σαφώς φορτισμένες θετικά από την υπεραπόδοση του κλάδου ενέργειας αλλά και την εξαιρετική χρονιά του τουρισμού.
Οι εισηγμένες θα σπάσουν όπως φαίνεται φέτος το ιστορικό ρεκόρ καθαρής κερδοφορίας του 2007 (7,9 δισ. ευρώ) γιατί εκτός από την ισχυρή ανάπτυξη που καταγράφεται στους οικονομικούς δείκτες, ο χαμηλός φορολογικός συντελεστής δίνει περισσότερα κίνητρα εμφάνισης των πραγματικών εταιρικών επιδόσεων, σε αντίθεση με το παρελθόν, το οποίο με την σειρά του μεταφράζεται σε περισσότερα φορολογικά έσοδα και μεγαλύτερους βαθμούς δημοσιονομικής ελευθερίας.
Το Χ.Α. κινήθηκε όλη την ημέρα σε αρνητική τροχιά χθες, κλείνοντας σχεδόν στο χαμηλό ημέρας και στις 907,06 μονάδες με πτώση 1,15%. Ο Large Cap έκλεισε στις 2.205,38 μονάδες (-1,26%) που ήταν και το χαμηλό ημέρας, ενώ ο τραπεζικός δείκτης είχε τη μεγαλύτερη πτώση χάνοντας 2,02% με κλείσιμο στις 647,65 μονάδες.
Παρά τη χθεσινή διόρθωση, το Χ.Α. κρατάει ακόμη κέρδη το μήνα Νοέμβριο και ενώ απομένουν δύο συνεδριάσεις για την ολοκλήρωσή του. Ο Γ.Δ. κρατάει μηνιαία κέρδη +3,75%, ο FTSE 25 είναι στο +3,97%, ενώ ο τραπεζικός δείκτης παρά τη διόρθωση 3% Παρασκευή και Δευτέρα, κρατάει κέρδη +7,17%.
Η μεγάλη πρόκληση για την ελληνική αγορά ασφαλώς είναι αν θα μπορέσει να κρατήσει τις 902 μονάδες ώστε να μην μπλέξει σε νέες περιπέτειες απώλειας του κομβικού για την ψυχολογία της αγοράς ορίου των 900 μονάδων. Είμαστε στο κλείσιμο Νοέμβρη και 11μήνου, όπου οι ξένοι κλείνουν τα βιβλία τους, ενώ υπάρχει και το ισχυρό rebalancing που θα γίνει στη συνεδρίαση της Τετάρτης στη μετοχή της ΤΕΡΝΑ Ενεργειακή, που από την Πέμπτη εισάγεται στο δείκτη MCSI Standard Greece.
Τα πάντα όμως – και για αυτό – θα κριθούν από τη συμπεριφορά που θα έχουν σήμερα και τις επόμενες ημέρες οι διεθνείς αγορές. Αν συνεχιστούν οι ρευστοποιήσεις και το αρνητικό κλίμα, ασφαλώς το Χ.Α. δεν μπορεί να κινηθεί κόντρα στο κλίμα.