Σε μία γενναία αύξηση του βασικού επιτοκίου της ευρωζώνης θα αναγκαστεί να προχωρήσει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, όπως τουλάχιστον προβλέπουν οι traders, αλλά ακόμη και αυτή η κίνηση δεν είναι αρκετή για να «σώσει» είτε το ευρώ είτε την οικονομία της ευρωζώνης.
Βάσει της τακτικής έρευνας που πραγματοποιεί το Bloomberg οι traders εκτιμούν ότι η ΕΚΤ θα αναγκαστεί να προχωρήσει σε αύξηση του επιτοκίου κατά 100 μονάδες βάση στη συνεδρίαση Σεπτεμβρίου, δηλαδή αυτό θα φθάσει στο 1% από 0% που είναι σήμερα και θα αγγίξει το υψηλότερο επίπεδο άνω των 10 ετών.
Επίσης, αύξησαν τα στοιχήματα για την αύξηση των επιτοκίων της Τράπεζας της Αγγλίας, στοιχηματίζοντας ότι τα επιτόκια θα διπλασιαστούν στο 3,5% μέχρι το τέλος του έτους, σε σύγκριση με λιγότερο από 3% μόλις πριν από 10 ημέρες.
Οι ανησυχίες ότι η Ρωσία θα συνεχίσει να αντεπιτίθεται στις δυτικές κυρώσεις ασκώντας πίεση στις ευρωπαϊκές προμήθειες φυσικού αερίου έχουν ανεβάσει τις τιμές της ενέργειας στην Ευρώπη. Αυτό έχει ενισχύσει τους φόβους ότι ο πληθωρισμός -που ήδη τρέχει με τον ταχύτερο ρυθμό των τελευταίων δεκαετιών- θα επιταχυνθεί, εκτός εάν οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής αυξήσουν τα επιτόκια πολύ ταχύτερα από ό,τι αναμενόταν προηγουμένως.
«Όλα έχουν να κάνουν με τις τιμές της ενέργειας», δήλωσε ο Peter Chatwell, κορυφαίος αναλυτής της Mizuho International, προσθέτοντας ότι οι υψηλότεροι λογαριασμοί εισαγωγών επιβαρύνουν το ευρώ και τη στερλίνα, γεγονός που με τη σειρά του αυξάνει τον πληθωρισμό. «Για να σταματήσουν αυτό το σπιράλ οι κεντρικές τράπεζες πρέπει να προλάβουν την κίνηση αυτή αυξάνοντας τα επιτόκια πολύ πιο επιθετικά από ό,τι σχεδίαζαν», σημείωσε.
Τα στοιχήματα δείχνουν επίσης ότι η ΕΚΤ θα επιβραδύνει στη συνέχεια τον ρυθμό αύξησης των επιτοκίων μέχρι το 2023, με τα επιτόκια να φτάνουν το 2% μέχρι τον Σεπτέμβριο του επόμενου έτους.
Οι αξιωματούχοι θα πρέπει επίσης να λάβουν υπόψη τους την επιδείνωση των οικονομικών προοπτικών. Η παραγωγή στη ζώνη του ευρώ μειώθηκε για δεύτερο μήνα τον Αύγουστο, καθώς ο πληθωρισμός ρεκόρ για την ενέργεια και τα τρόφιμα αποδυναμώνει τη ζήτηση.
«Εάν η Ρωσία διακόψει την παροχή φυσικού αερίου και οι προοπτικές ανάπτυξης επιδεινωθούν ουσιαστικά, τότε η ΕΚΤ ίσως χρειαστεί να κινηθεί πιο προσεκτικά», σύμφωνα με τον Rohan Khanna, στρατηγικό αναλυτή επιτοκίων της UBS Group, ο οποίος δήλωσε ότι η βασική τους υπόθεση είναι μια αύξηση 50 μονάδων βάσης τον επόμενο μήνα, καθώς «στις προβλέψεις μας για τα σενάρια, έχουμε την ΕΚΤ να μένει παθητική σε περίπτωση ολικής διακοπής του ρωσικού φυσικού αερίου».
Ευρώ και οικονομία
Την ίδια ώρα το ευρώ συνεχίζει την πτωτική του πορεία έχοντας χάσει και το ψυχολογικό όριο της απόλυτης ισοτιμίας με το δολάριο, ενώ αρκετοί αναλυτές εκτιμούν ότι ακόμη και εάν η ΕΚΤ προχωρήσει σε επιθετική αύξηση επιτοκίων αυτό δεν αρκεί για να στηρίξει το νόμισμα.
Αντί για τη νομισματική πολιτική, είναι οι αλληλένδετες απειλές της ύφεσης και της διακοπής της ρωσικής ενέργειας που βαραίνουν το κοινό νόμισμα, σύμφωνα με τους αναλυτές. «Τα επιτόκια δεν ήταν στη θέση του οδηγού στις αγορές συναλλάγματος, ιδίως τον τελευταίο μήνα. Πρόκειται πραγματικά για τη δυναμική της παγκόσμιας ανάπτυξης», δήλωσε ο Sam Zief, αναλυτής JPMorgan Private Bank και προσέθεσε ότι «οι μεγάλες αυξήσεις των επιτοκίων δεν υποστηρίζουν το νόμισμα όταν γίνονται για να διατηρήσουν τις προσδοκίες για τον πληθωρισμό στάσιμες και ταυτόχρονα πλήττουν τις προοπτικές ανάπτυξης».
Ταυτόχρονα τα μηνύματα που στέλνει η οικονομία δεν είναι διόλου θετικά, τα στοιχεία της S&P Global έδειξαν συρρίκνωση της οικονομικής δραστηριότητας για δεύτερο μήνα, με την ανάκαμψη σε τομείς όπως ο τουρισμός να έχει σχεδόν σταματήσει. Εν τω μεταξύ, το αδύναμο ευρώ, το οποίο έφθασε σε χαμηλό δύο δεκαετιών έναντι του δολαρίου αυτή την εβδομάδα, ενισχύει τον πληθωρισμό καθιστώντας τις εισαγωγές ακριβότερες - μια ιδιαίτερη ανησυχία όταν μεγάλο μέρος του πληθωρισμού της περιοχής οφείλεται στην ενέργεια που τιμολογείται σε μεγάλο βαθμό σε δολάρια.
Το ζοφερό σκηνικό σημαίνει ότι ακόμη και μια άνευ προηγουμένου αύξηση των επιτοκίων 75 μονάδες δεν θα ενίσχυε σημαντικά το ευρώ, σύμφωνα με τον Dirk Schumacher, οικονομολόγο της Natixis, ο οποίος σημειώνει ότι «η επιλογή 75 μονάδων βάσης έναντι 50 δεν θα άλλαζε πολλά. Χρειάζεται τουλάχιστον μια θετική οικονομική προοπτική για να επηρεάσετε σημαντικά τη συναλλαγματική ισοτιμία μόνο με κινήσεις των επιτοκίων».
Ερωτηθείς εάν μια μεγαλύτερη αύξηση θα είχε νόημα στο πλαίσιο της πτώσης του ευρώ, ο Joerg Kraemer, επικεφαλής οικονομολόγος της Commerzbank, δήλωσε ότι ένα τέτοιο βήμα «θα ήταν πιθανώς μια καλή ιδέα, δεδομένων των προοπτικών του πληθωρισμού».