Σε πείσμα της επέλασης των ψηφιακών μέσων πληρωμής, ιδιαίτερα στην περίοδο της πανδημίας, τα μετρητά εξακολουθούν να... βασιλεύουν επειδή χρησιμοποιούνται ευρέρως ως μέσο αποταμίευσης για ώρα ανάγκης. Το παράδοξο των μετρητών διαπιστώνεται σε πρόσφατη έρευνα της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ), βάσει της οποίας μέσα στη χρονιά της πανδημίας, το 2020, τα τραπεζογραμμάτια σε ευρώ που βρίσκονται σε κυκλοφορία αυξήθηκαν κατά 156 δισ. ευρώ.
«Οι πρόσφατες έρευνες πληρωμών δείχνουν ότι το μερίδιο των συναλλαγών σε μετρητά στη ζώνη του ευρώ έχει μειωθεί», αναφέρει η ΕΚΤ και προσθέτει ότι «αυτό σε συνδυασμό με τη συνεχιζόμενη ψηφιοποίηση στις πληρωμές λιανικής, αναμένεται να οδηγήσει σε μείωση της ζήτησης μετρητών. Ωστόσο, αυτή η μείωση της ζήτησης δεν έχει συμβεί. Αυτό το φαινομενικά αντίθετο παράδοξο μπορεί να εξηγηθεί από τη ζήτηση τραπεζογραμματίων ως αξία αποταμίευσης στην ευρωζώνη. . . σε συνδυασμό με τη ζήτηση τραπεζογραμματίων ευρώ και εκτός αυτής».
Οι Έλληνες συγκαταλέγονται μεταξύ των πρωταθλητών στη χρήση μετρητών προκειμένου να κάνουν τις συναλλαγές τους ή για να αποθησαυρίζουν πλούτο. Τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος υποδεικνύουν μία εντυπωσιακή αύξηση των μετρητών που κυκλοφορούν στη χώρα μας την τελευταία 10ετία, όταν η κρίση κλόνισε την εμπιστοσύνη στο τραπεζικό σύστημα. Από 21,7 δισ. που ήταν το 2010, έφθασαν στα 32,6 δισ. το 2020, ενώ το 2019, τη χρονιά δηλαδή πριν την πανδημία είχαν διαμορφωθεί στα 29,5 δισ. Προκειμένου να γίνει αντιληπτό το συγκεκριμένο μέγεθος αξίζει να σημειωθεί ότι το 2020 πλησίασε το 20% του ΑΕΠ.
Ένας στους έξι Έλληνες το 2019 χρησιμοποίησε μετρητά για να πληρώσει δόση του στεγαστικού του δανείου, ενώ ανάλογες τάσεις καταγράφονται και στην Ιταλία, με το 1/5 των πολιτών να δηλώνουν ότι πληρώνουν σε μετρητά λογαριασμούς όπως αυτός του ηλεκτρικού ρεύματος. Τα αντίστοιχα ποσοστά σε Γαλλία, Βέλγιο και Ολλανδία είναι μηδενικά.
Η πορεία της κυκλοφορίας τραπεζογραμματίων ευρώ μεταξύ 2005 - 2021
Η «αγάπη» των Ελλήνων προς τα μετρητά δημιουργεί, όμως ορισμένα προβλήματα όπως έδειξε και πρόσφατη μελέτη του ΙΟΒΕ, σύμφωνα με την οποία τα ετήσια έσοδα ΦΠΑ θα ήταν υψηλότερα κατά 6,4% ή 1,1 δισ. ευρώ αν η χώρα άγγιζε το μέσο όρο χρήσης καρτών της ευρωζώνης, ενώ το ποσοστό αυτό θα μπορούσε να φτάσει και το 11,1% ή τα 2 δισ. ευρώ, εάν μπορούσαμε να φτάσουμε στο μέσο όρο της ΕΕ-28.
Όπως επισημαίνει στην έκθεσή της η ΕΚΤ το 12% των χαρτονομισμάτων σε κυκλοφορία προήλθε κυρίως από τα νοικοκυριά της ΕΕ που συγκέντρωσαν περισσότερα μετρητά ως απάντηση στην αβεβαιότητα και τη διαταραχή της πανδημίας, σε μία απόλυτα φυσιολογική αντίδραση, η οποία έχει σημειωθεί και σε προηγούμενες περιόδους κρίσης.
Σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες, όπου τα μετρητά είναι συχνά ο μόνος τρόπος πληρωμής σε ορισμένα καταστήματα και καφετέριες, οι καταναλωτές φαίνεται ότι αποφάσισαν ότι τα μετρητά είναι μία πιο ασφαλής λύση, προκειμένου να ανταποκριθούν στα οικονομικά προβλήματα που θα μπορούσε να δημιουργήσει η πανδημία.
Μάλιστα αυτό συνέβη παρά το μεγάλο άλμα στις διαδικτυακές αγορές και τη μεγαλύτερη χρήση καρτών και smartphone χωρίς επαφή, μία τάση που «στηρίχθηκε» και από τα καταστήματα αλλά και από τις κρατικές μηχανές, στο πλαίσιο των συμβουλών για λιγότερες επαφές άρα και μικρότερη πιθανότητα μετάδοσης του κορονοϊού.
Η αξία των τραπεζογραμματίων ευρώ σε κυκλοφορία αυξήθηκε από 1,28 τρισεκατομμύρια ευρώ το Φεβρουάριο του 2020 σε 1,43 τρισεκατομμύρια ευρώ το Φεβρουάριο του 2021, ενισχυόμενη με τον ταχύτερο ρυθμό από την οικονομική κρίση του 2008. Τέσσερα στα 10 άτομα που ρωτήθηκαν από την ΕΚΤ τον περασμένο Ιούλιο δήλωσαν ότι χρησιμοποιούσαν κάρτες πληρωμών χωρίς επαφή από τότε που ξεκίνησε η πανδημία και ένα παρόμοιο ποσοστό είπε ότι χρησιμοποιούσαν μετρητά λιγότερο συχνά.
Το συνολικό ποσό των αποθεμάτων σε μετρητά ήταν μεταξύ 1.270 και 2.310 ευρώ για κάθε ενήλικα στην ευρωζώνη -αυτό περιλαμβάνει χρήματα που αποθηκεύονται σε θυρίδες ή χρηματοκιβώτια σε χρηματοπιστωτικά ιδρύματα και εταιρείες. Παράλληλα αυξήθηκαν τα αποθεματικά σε θυρίδες τραπεζών κατά περίπου 30 δισ. ευρώ, εξαιτίας και της αρνητικής πορείας των επιτοκίων καταθέσεων.
Συνολικά, η κεντρική τράπεζα ανέφερε ότι πάνω από το ένα πέμπτο των τραπεζογραμματίων σε κυκλοφορία χρησιμοποιήθηκαν για συναλλαγές, με τα υπόλοιπα να χρησιμοποιούνται είτε ως αποθεματικό αξίας είτε για να ικανοποιήσουν τη ζήτηση του εξωτερικού για ευρώ εκτός του μπλοκ ενιαίου νομίσματος των 19 χωρών.